Οτι το σχέδιό του για το νέο ασφαλιστικό θα οδηγήσει «σε οιονεί δημευτικό αποτέλεσμα» για ορισμένες κατηγορίες ελευθέρων επαγγελματιών λέει ο υπουργός Εργασίας με άρθρο του σε καθημερινή εφημερίδα. Παραδέχεται, επίσης, εμμέσως ότι το νέο ασφαλιστικό οδηγεί σε «ανεπιεική αποτελέσματα» γράφοντας ότι «και οι δικαιότεροι όμως κανόνες επιδέχονται διόρθωση για να μην καταλήγουν σε ανεπιεική αποτελέσματα». Υπό το βάρος των αντιδράσεων, μάλιστα, από τους επιστημονικούς φορείς που βγαίνουν ξανά στους δρόμους οργανώνοντας πορεία διαμαρτυρίας την Πέμπτη στις 11:30 στα Προπύλαια προαναγγέλλει «”κόφτη” στην ασφαλιστική επιβάρυνση, κλιμακούμενο ανά εισοδηματική κατηγορία».
Ενδεικτικό του δημευτικού χαρακτηρα του σχεδίου είναι όσα είπαν οι Πρόεδροι του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας Γιάννης Χατζηθεοδοσίου και του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας Παύλος Ραβάνης στη συνάντηση που είχαν με τον υπουργό Εργασίας όταν του επεσήμαναν ότι η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών σε ύψος 20% επί του εισοδήματος των μικρομεσαίων επιχειρηματιών σε συνδυασμό με τις φορολογικές υποχρεώσεις, επιβαρύνει υπέρογκα κάποιες ομάδες, καθώς θα πρέπει να καταβάλλουν συνολικά στο κράτος, το 80% του εισοδήματός τους.
Στο ίδιο μήκος κύματος και η ΕΣΕΕ επισημαίνει ότι η επιβάρυνση των ασφαλιστικών εισφορών είναι υπέρμετρη όχι μόνο για τους ελεύθερους επαγγελματίες αλλά και για τους μισθωτούς . Συγκρίνοντας τους συντελεστές ασφαλιστικών εισφορών των χωρών τις ευρωζώνης, διαπιστώνει κανείς ότι η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους διατηρώντας, όμως, τους μισθούς σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με την Γερμανία ή την Αυστρία. Για παράδειγμα εργαζόμενος με ετήσιο εισόδημα στη Γερμανία 48.600 έως 71.400 ευρώ πληρώνει εισφορές 12.302 ευρώ ενώ ο Έλληνας με ετήσιο εισόδημα έως 66.000 ευρώ πληρώνει 10.644 ευρώ.
Την ίδια ώρα σε κοινή συνέντευξη τύπου που έδωσαν οι επιστημονικοί φορείς τόνισαν ότι η εφαρμογή των μέτρων που περιλαμβάνονται στο προσχέδιο νόμου θα εξοντώσει τους ελεύθερους επαγγελματίες και θα οδηγήσει σε αφανισμό το επιστημονικό δυναμικό του τόπου.
Σύμφωνα με τα παραδείγματα που παρέθεσε ο πρόεδρος της Ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος Βασίλης Αλεξανδρής:
1. Ενας δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα μηδέν και από τη πρώτη ημέρα εγγραφής του στον ΔΣΑ θα κληθεί να καταβάλει 2.823 ευρώ ετήσιες εισφορές.
2. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 5.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλει 2.823 ευρώ ετήσιεςς εισφορές.
3. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 15.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλει 5.887 ευρώ.
4. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλει για ασφαλιστικές εισφορές 7.810 ευρώ.
5. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ θα υποχρεωθεί να καταβάλει το ποσό των 11.555 ευρώ για εισφορές.
6. Δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 50.000 ευρώ θα κληθούν να πληρώσουν για ασφαλιστικές εισφορές 20.000 ευρώ.
7. Τέλος, δικηγόρος με ετήσιο εισόδημα 70.000 ευρώ θα πρέπει να καταβάλει για ασφαλιστικές μόνο εισφορές, το ποσό των 27.158 ευρώ.
Ο κ. Αλεξανδρής παρατήρησε ότι εκτός των ασφαλιστικών εισφορών, οι δικηγόροι επιβαρύνονται με φορολογία 26% από το πρώτο ευρώ, ΦΠΑ 23% και προκαταβολή φόρου 75%.
Ο πρόεδρος του ΤΕΕ Γιώργος Στασινός επεσήμανε ότι οι επιστημονικοί φορείς δίνουν κοινό αγώνα για την επιβίωση. Για να μη μείνει η χώρα χωρίς επιστήμονες, καθώς με την εφαρμογή των προβλεπόμενων μέτρων –που οδηγούν σε πληρωμές φόρων και εισφορών της τάξης του 90% εώς140%- οι ελεύθεροι επαγγελματίες αναγκάζονται να μεταναστεύσουν.
Δείτε εδώ το άρθρο του κ. Κατρούγκαλου σε καθημερινή εφημερίδα
Οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών-επιστημόνων είναι στο προσκήνιο της επικαιρότητας τις τελευταίες μέρες. Δεν πρόκειται για ένα εύκολο θέμα. Κατ’ αρχήν, πρόκειται για ένα κλάδο που είναι ταξικά διαστρωματωμένος εξαιρετικά ανομοιόμορφα. Περιλαμβάνει πραγματικούς πνευματικούς προλετάριους, ιδίως στις νέες γενιές, μεσαία στρώματα και μεγαλοαστούς. Μέχρι σήμερα η ασφαλιστική μεταχείριση αυτών των εντελώς ανόμοιων κατηγοριών ήταν ισοπεδωτική. Το παλαιό σύστημα εισφορών δεν εξέταζε το πραγματικό εισόδημα, αλλά κατέτασσε ισοπεδωτικά σε ασφαλιστικές κλάσεις με μοναδικό κριτήριο το χρόνο στο επάγγελμα.
Με αυτόν τον τρόπο, όπως προκύπτει από τον πίνακα 1, η ασφαλιστική επιβάρυνση ως ποσοστό επιβάρυνσης του δηλωθέντος εισοδήματος ήταν αντίστροφα προοδευτική: πολύ μεγαλύτερη για τα μικρά εισοδήματα, έως 10.000 Ευρώ το χρόνο, που όπως θα δούμε στη συνέχεια αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα του κλάδου, ελάχιστη για τα πολύ μεγάλα εισοδήματα. Έτσι, για την πρώτη κατηγορία η επιβάρυνση φτάνει σήμερα στο 30,21% του εισοδήματος, ενώ για όσους κερδίζουν πάνω από 60.000 Ευρώ το χρόνο είναι μόλις 5,22% και για όσους κερδίζουν πάνω από 100.000 Ευρώ ακόμη μικρότερη, 1,84%.
Οι προβλέψεις του κυβερνητικού προσχεδίου θέλουν να αντιστρέψουν το ταξικό πρόσημο αυτού του άδικου συστήματος, που οδηγεί σε αρνητική αναδιανομή, από τους φτωχότερους στους πλουσιότερους. Δεν αυξάνει τα ισχύοντα ποσοστά αναπλήρωσης, αλλά υπολογίζει τις εισφορές στη βάση του πραγματικού εισοδήματος, σε εκτέλεση των βασικών αρχών του νόμου, που είναι και θεμελιώδεις αρχές της αριστεράς: ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη. Ισότητα γατί για πρώτη φορά μισθωτοί του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, αυτοαπασχολούμενοι, έμποροι και αγρότες θα παίρνουν σύνταξη βάσει των ίδιων κανόνων, τόσο για τον υπολογισμό των εισφορών (20% του πραγματικού εισοδήματος για την κύρια σύνταξη) όσο και για τον ορισμό της σύνταξης (ενιαίο ποσοστό αναπλήρωσης για όλους, υπολογισμένο με βάση το μέσο εισόδημα όλου του εργασιακού βίου).
Κοινωνική δικαιοσύνη, γιατί με την εθνική σύνταξη και την πρόβλεψη προνομιακών κανόνων για τα μικρά εισοδήματα, το νέο σύστημα είναι κοινωνικά μεροληπτικό υπέρ των αδυνάμων, με έντονα στοιχεία αναδιανομής. Όσοι έχουν εισόδημα κάτω από 12.000 Ευρώ είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι της μεταρρύθμισης και αυτό αφορά και στις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών. Αυτοί, και μάλιστα όσοι έχουν εισόδημα κάτω και από 10.000 Ευρώ αποτελούν, όπως προκύπτει από τον επόμενο πίνακα, τη συντριπτική πλειονότητα των ελεύθερων επαγγελματιών-επιστημόνων.
Το ότι θα πρέπει να υπολογίζεται στη βάση του πραγματικού εισοδήματος η εισφορά των ελεύθερων επαγγελματιών αποτελεί αναγκαιότητα, μια που εντάσσονται πλέον σε ένα ενιαίο φορέα με τους μισθωτούς, των οποίων οι εισφορές υπολογίζονται με ποσοστό 20% επί ενός μεγέθους που δεν μπορεί να κρυφτεί ή να αλλοιωθεί: το μισθό τους. Αν προβλέπαμε άλλο ποσοστό για τους ελεύθερους επαγγελματίες, ή άλλη βάση υπολογισμού, θα ήταν σαν να θέλαμε να επιδοτούν οι εισφορές των μισθωτών τις συντάξεις των τελευταίων.
Αρκετά όμως δεν έσυραν το κάρο, ειδικά του φορολογικού συστήματος, αυτοί που τίποτα δεν μπορούν να κρύψουν και που, σίγουρα, δεν αποτελούν τους προνομιούχους της κοινωνίας μας; Επειδή δε οι εισφορές θα υπολογίζονται στο πραγματικό εισόδημα, με τη μεταρρύθμιση εισάγεται ένα στοιχείο αναδιανομής και στο εσωτερικό κάθε κλάδου ελεύθερων επαγγελματιών/επιστημόνων. Οι πλουσιότεροι επιβαρύνονται περισσότερο, οι πιο αδύναμοι λιγότερο.
Και οι δικαιότεροι όμως κανόνες επιδέχονται διόρθωση για να μην καταλήγουν σε ανεπιεική αποτελέσματα. Για παράδειγμα, οι νέοι επιστήμονες με την απαρέγκλιτη εφαρμογή του νέου συστήματος θα είχαν σε ορισμένους κλάδους, όπως οι δικηγόροι, επιβάρυνση, γιατί υπάρχει σήμερα ειδική μεταχείριση για όσους είναι λιγότερο από πέντε έτη στο επάγγελμα. Στις υψηλές εισοδηματικές κατηγορίες, επίσης, η σωρευτική ασφαλιστική και φορολογική επιβάρυνση θα κατέληγε σε ανεπιεικές, σε μερικές περιπτώσεις σε οιονεί δημευτικό αποτέλεσμα. Δεν μπορούμε, επίσης, να παραβλέψουμε το γεγονός ότι αν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα, στην παρούσα κατάσταση φορολογικής ανομίας υπάρχει ο κίνδυνος να τιμωρηθούν οι συνεπείς και ευσυνείδητοι φορολογούμενοι, προς όφελος όσων φοροδιαφεύγουν.
Για το σκοπό αυτό το Υπουργείο Εργασίας, σε συνεργασία με τις οργανώσεις των ελεύθερων επαγγελματιών και επιστημόνων, θα πάρει τα αναγκαία μέτρα. Ήδη προσανατολιζόμαστε στο να επεκτείνουμε και στους νέους επιστήμονες την ειδική κατώτερη ασφαλιστική κλάση που προβλέπεται για τους αγρότες και με τους ίδιους χαμηλούς συντελεστές. Σκεφτόμαστε, επίσης, να εφαρμόσουμε και έναν «κόφτη» στην ασφαλιστική επιβάρυνση, κλιμακούμενο ανά εισοδηματική κατηγορία, ούτως ώστε να συνεχίζει να επιτυγχάνεται η αναδιανεμητική λειτουργία του νέου συστήματος χωρίς αδικίες και ανεπιεική αποτελέσματα.
Είμαστε σε συνεχή διάλογο με την κοινωνία και ανοιχτοί σε κάθε δημιουργική πρόταση. Ένα μόνον δεν θα ανεχθούμε: να την πληρώσουν και πάλι οι φτωχοί, οι αδύναμοι και τα συνήθη υποζύγια.
Use Facebook to Comment on this Post