«Μπορεί να υπάρχουν όντα που ζουν εκεί, στη μέση του ψυχρού σκοτεινού διαστήματος και που δεν έχουν Γαλαξία σαν τον δικό μας», λέει ο Harvey Moseley, ένας αστροφυσικός στο Κέντρο Διαστημικών Πτήσεων Goddard της NASA στο Greenbelt του Μέριλαντ.
Οι αστρονόμοι έχουν εντοπίσει αμυδρές κοσμικές λάμψεις, αθέατες μέχρι σήμερα, που μπορεί να προέρχονται από αστέρια που υπάρχουν ανάμεσα στους γαλαξίες. Η ανακάλυψη δείχνει, ότι περισσότερα από τα μισά όλων των άστρων στο Σύμπαν να παραμονεύουν έξω από τα γαλαξιακά όρια.
Η εργασία που δημοσιεύθηκε στο NATURE , δείχνει πόσο λίγο ξέρουν οι αστρονόμοι για το διαγαλαξιακό διάστημα, και πώς αυτό συμβάλλει στην δημιουργία κοσμικής ενέργειας στο Σύμπαν, λέει η Juna Kollmeier, αστρονόμος στο Παρατηρητήριο Carnegie στην Πασαντένα. Τον Ιούνιο η Kollmeier και οι συνάδελφοί της ανέφεραν ένα πρόβλημα. «Λείπει φως». Δεν υπάρχουν αρκετά αστέρια και γαλαξίες για να εξηγήσει άλλες παρατηρήσεις στο διαγαλαξιακό χώρο. Αυτή την διαπίστωση την χαρακτηρίζει «προκλητική», αλλά δεν έχει πεισθεί από τα μοντέλα που η νέα μελέτη χρησιμοποίησε για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το φως προέρχεται από εξωγαλαξιακά αστέρια.
Τα αστέρια πιθανώς να εκτοξεύτηκαν βιαίως έξω στο διαγαλαξιακό κενό, όταν γαλαξίες συγκρούστηκαν κάποτε (ίχνος των αστεριών από συγκρουόμενων γαλαξιών φαίνεται σε εικόνα του Hubble παραπάνω). Μια ομάδα με επικεφαλής τον αστροφυσικό Μιχαήλ Zemcov, του Οργανισμού Τεχνολογίας της Καλιφόρνια (Caltech) στην Πασαντένα,που δημοσίευσε την ανακάλυψη στο τεύχος 7 του Νοεμβρίου στο Science1.
Τα ευρήματα προέρχονται από το διαστημικό τηλεσκόπιο υπερύθρων (CIBER), το οποίο πέταξε για λίγο στο διάστημα το 2010 και το 2012. Το CIBER εκτοξεύθηκε πάνω από την ατμόσφαιρα, «κοιτάζοντας» σε πέντε διαφορετικές περιοχές του διαστήματος για περίπου ένα λεπτό και συγκεντρώνοντας όσο περισσότερα μικροσκοπικά κοσμικά σωματίδια μπορούσε. Οι πτήσεις πραγματοποιήθηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές του έτους, έτσι ώστε οι αστρονόμοι να μπορούσαν να εξάγουν συγκεκριμένα αποτελέσματα από το ζωδιακό φως και της λάμψης του ηλιακού φωτός, που σκεπάζονται από την διαπλανητική σκόνη.
Το CIBER σχεδιάστηκε για να αναλύσει τις διακυμάνσεις στο υπέρυθρο φως και να ανακαλύψει σημάδια από τους πρώτους γαλαξίες που σχηματίστηκαν στο Σύμπαν. Το φως αυτών των γαλαξιών έχει μια ερυθρά όψη στα υπέρυθρα μήκη κύματος λόγω της διαστολής του Σύμπαντος.
Αλλά όταν ο Zemcov και οι συνεργάτες του άρχισαν να αναλύουν τα δεδομένα του CIBER, συνειδητοποίησαν ότι το φως που συνέλαβε δεν ήταν αρκετά ερυθρό για να έχει προέλθει από αρχαίους γαλαξίες. Το φως πρέπει να έρχεται από κάτι πιο κοντά και πιο νέο, όπως τους κοινούς αστέρες.
Οι επιστήμονες, σύμφωνα με τα δεδομένα του CIBER, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπήρχε πολύ περισσότερο φως στο Σύμπαν από ό, τι θα μπορούσε να εξαχθεί από τους γνωστούς γαλαξίες. Αυτό σημαίνει ότι το φως, είναι πιθανόν, να προέρχεται από τα αστέρια μεταξύ των γαλαξιών, λέει το μέλος της ομάδας Jamie Bock, αστροφυσικός στο Caltech. «Αυτά τα αστέρια παράγουν περισσότερο φως απ” ότι οι ίδιοι οι γαλαξίες», λέει. «Αυτό είναι πραγματικά συναρπαστικό».
Αστέρες βεβαίως υπάρχουν κανονικά μέσα στους γαλαξίες, αλλά μπορεί να εκτοξεύονται έξω από βαρυτικές δυνάμεις, όταν συγκρούονται οι γαλαξίες. Ο Bock υποψιάζεται ότι πολλά από αυτά τα αστέρια «αποστάτες» θα μπορούσαν να προέρχονται από σχετικά ελαφρείς βαρυτικά γαλαξίες, που θα μπορούν να χάσουν άστρα τους πιο εύκολα από ό, τι πιο ογκώδεις γαλαξίες.
«Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε υπάρχει ένας ολόκληρος πληθυσμός αστεριών που είναι ήδη εκεί έξω, αλλά επειδή είναι αμυδρά μπορούμε πραγματικά να τους δούμε μόνο στο σύνολο τους», λέει ο Moseley.
Ο Bock και οι συνεργάτες του έχουν εργαστεί ήδη για ένα νέο πείραμα παρακολούθησης, το CIBER2, το οποίο θα εξετάσει περισσότερο τώρα τα ορατά πεδίο κύματος παρά το υπέρυθρο. Ελπίζουν ότι θα ανακαλύψουν νέες πληροφορίες σχετικά με το «φως» και ακριβώς τι είδους αστέρια θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε αυτό.
Use Facebook to Comment on this Post