Επιβραδύνεται η αύξηση συναλλαγών μέσω καρτών

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

Σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης του τζίρου που πραγματοποιείται στην αγορά με «πλαστικό χρήμα» καταγράφεται το πρώτο 6μηνο του έτους, που υποχωρεί σε μονοψήφιο ποσοστό και συγκεκριμένα στο 6,6%, από διψήφια ποσοστά τα προηγούμενα χρόνια.

Σύμφωνα με στοιχεία της «Κ», ο τζίρος που πραγματοποιείται στην αγορά μέσω χρεωστικών, πιστωτικών και προπληρωμένων καρτών διαμορφώθηκε στο τέλος του πρώτου 6μήνου στα 17 δισ. ευρώ από 15,9 δισ. ευρώ το αντίστοιχο περυσινό εξάμηνο, παραπέμποντας σε ετήσια άνοδο που θα κινηθεί κοντά στο 5% στο τέλος του 2019 σε σχέση με το 2018. Η υποχώρηση του ρυθμού αύξησης οφείλεται σε δύο λόγους:

• Πρώτον, στη μείωση των συναλλαγών που πραγματοποιούν οι τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας, η αξία των οποίων υποχώρησε από 3,2 δισ. ευρώ το πρώτο 6μηνο του 2018 σε 2,8 δισ. ευρώ το πρώτο 6μηνο του 2019, καταγράφοντας πτώση κατά 11,4% σε ετήσια βάση.

• Δεύτερον, στην κόπωση που καταγράφει η χρήση χρεωστικών και πιστωτικών καρτών από τους Ελληνες κατόχους, οι συναλλαγές των οποίων αυξήθηκαν μεν, αλλά όχι με τους υψηλούς ρυθμούς ανόδου της τάξης του 30% που υπήρξε τα προηγούμενα χρόνια. Συγκεκριμένα, η αξία των συναλλαγών που πραγματοποίησαν οι

Ελληνες αυξήθηκε από τα 12,8 δισ. ευρώ το πρώτο 6μηνο του 2018 στα 14,2 δισ. ευρώ το πρώτο 6μηνο του 2019, καταγράφοντας άνοδο της τάξης του 11% σε ετήσια βάση.

Τα στοιχεία του πρώτου 6μήνου δημιουργούν προβληματισμό στις τράπεζες για τον ρυθμό διείσδυσης του «πλαστικού χρήματος» στις καθημερινές συναλλαγές καθώς, παρά τη συνεχιζόμενη άνοδο, διαπιστώνουν ότι η δυναμική που παρουσίασαν τα προηγούμενα χρόνια οι ηλεκτρονικές πληρωμές ατονεί σταδιακά. Σύμφωνα με αρμόδια τραπεζικά στελέχη, η τάση αυτή επιβεβαιώνει ότι η δυναμική των μέτρων όπως το «χτίσιμο» του αφορολογήτου μέσω των ηλεκτρονικών συναλλαγών έχει εξαντληθεί και απαιτούνται πρόσθετα κίνητρα για την ταχύτερη διείσδυση του «πλαστικού χρήματος». Τα κίνητρα αυτά πρέπει, σύμφωνα με την άποψη που διατυπώνουν αρμόδια στελέχη, να δημιουργούν ουσιαστικό όφελος για τον καταναλωτή, έτσι ώστε να αποτρέπεται από το να μη ζητάει απόδειξη για συναλλαγές που έχουν υψηλό ΦΠΑ και τις οποίες προτιμά να πληρώνει με μετρητά.

Να σημειωθεί ότι μέσω χρεωστικών και πιστωτικών καρτών πραγματοποιείται πλέον το 20% της ιδιωτικής κατανάλωσης και παρά το γεγονός ότι το ποσοστό αυτό έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια –μετά την επιβολή των capital controls και μέτρα όπως το υποχρεωτικό «χτίσιμο» ενός μέρους του αφορολογήτου μέσω καρτών και η υποχρεωτική εγκατάσταση POS– απέχει πολύ ακόμη από ώριμες ευρωπαϊκές αγορές, που έχουν περιορίσει κατά πολύ τη χρήση μετρητών.

Η σκοπιμότητα μιας γενικευμένης χρήσης του «πλαστικού χρήματος» συνδέεται στη χώρα μας με την ανάγκη περιορισμού της φοροδιαφυγής, που ειδικά σε συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες ανθεί. Τη διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνουν τα στοιχεία των τραπεζών που δείχνουν ότι περίπου τα μισά από τα τερματικά μηχανήματα POS που εγκαταστάθηκαν τα δύο τελευταία χρόνια στη βάση της υποχρεωτικότητας του νόμου, παραμένουν ανενεργά. Ο κύριος όγκος των συναλλαγών εξακολουθεί να προέρχεται από τα σούπερ μάρκετ, που αντιπροσωπεύουν το 14% του τζίρου που διενεργείται με κάρτες, τα πρατήρια βενζίνης που αντιπροσωπεύουν το 5%-6%, ενώ ακολουθούν τα φαρμακεία με 5%, τα mini market και τα εστιατόρια με ποσοστό 4%. Παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των εγκατεστημένων POS στη χώρα μας είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη, αγγίζοντας τα 710.567 –με βάση τα στοιχεία του πρώτου 6μήνου του 2019– και η δυνατότητα αποδοχής καρτών είναι καθολική στην αγορά, η χρήση του «πλαστικού χρήματος» σε συγκεκριμένες κατηγορίες υπηρεσιών, όπως π.χ. τα κομμωτήρια ή η διασκέδαση, είναι περιορισμένη, ενώ εξίσου περιορισμένη είναι η χρήση της κάρτας για την πληρωμή επαγγελματιών όπως οι υδραυλικοί, οι ηλεκτρολόγοι, οι ψυκτικοί και φυσικά οι γιατροί ή οι δικηγόροι κ.ά.

ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *