Ο Bουκεφάλας του Μεγάλου Αλεξάνδρου

1ΚANENA ίσως άλογο στην ιστορία δεν είχε την τύχη της επωνυμίας του Βουκεφάλα, του μοναδικού ίσως αλόγου που μοιράστηκε ένα μέρος από τη δόξα του αναβάτη του, ακολουθώντας και εισπράττοντας, ταυτόχρονα, την εξέλιξη της μορφής του Αλεξάνδρου από ιστορική σε μυθική, και τη μετατροπή της εκστρατείας του από συγκροτημένη χρονική αλληλουχία γεγονότων σε υπερφυσική περιήγηση στον κόσμο των θαυμάτων.

Η μυθοπλαστική προσέγγιση και η υπερφυσική διάσταση της εκστρατείας του Αλεξάνδρου στην Ανατολή, όπως καταγράφηκε στο Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου (αλλιώς Βίος του Αλεξάνδρου του Μακεδόνος), έξι αιώνες μετά τον θάνατό του, από έναν άγνωστο aλεξανδρινό που συμβατικά ονομάζεται Ψευδοκαλλισθένης (τέλος 3ου μ.Χ. αι.), εγκαινίασε μια μεγάλη σειρά από μεταφράσεις, διασκευές και παραλλαγές του, που διέδωσαν τις περιπέτειές του, διανθίζοντάς τες με πλήθος υπερβατικών επεισοδίων άσχετων με την ιστορική πραγματικότητα. Τελευταία ανάμεσά τους, H Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου, τυπωμένη στα τέλη του 17ου αι., αναδείχτηκε σε αγαπημένο λαϊκό ανάγνωσμα μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα.

Η παλαιότερη φιλολογική μαρτυρία για τον Βουκεφάλα διασώζεται από τον Πλούταρχο (Βίος Αλεξάνδρου, 6) και αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίον το άλογο αγοράστηκε από τον Φίλιππο στη μυθική τιμή των δεκατριών ταλάντων. Ο Φίλιππος ήταν έτοιμος να απορρίψει την προσφορά του Φιλόνικου από τη Θεσσαλία, επειδή κανείς δεν κατάφερε να τιθασεύσει το άλογο, αλλά υποχώρησε στην επιμονή του νεαρού Αλεξάνδρου να δοκιμάσει και εκείνος, και δέχτηκε το στοίχημα που του πρότεινε, να του πληρώσει, αν δεν τα κατάφερνε, το υπέρογκο ποσό. Ο Αλέξανδρος είχε παρατηρήσει πως το ζώο τρόμαζε από τη σκιά του, καθώς την έβλεπε να σαλεύει μπροστά και γύρω του.

Αρπαξε λοιπόν τα χαλινάρια και έστρεψε το άλογο προς τη μεριά του ήλιου. Ο Βουκεφάλας ηρέμησε λίγο, αφού δεν έβλεπε πια τη σκιά του, κι ο Αλέξανδρος κατάφερε να τον ιππεύσει. Μαλακά στην αρχή, πιο έντονα ύστερα, τον παρότρυνε να τρέξει. O Φίλιππος και οι άλλοι παρακολουθούσαν αμίλητοι τη σκηνή. Oταν ο Αλέξανδρος επέστρεψε σοβαρός και περήφανος για το κατόρθωμά του, όλοι ζητωκραύγασαν και ο πατέρας του που δάκρυσε, λένε, από τη χαρά του, τον φίλησε και του είπε: «Γιε μου, ψάξε πια για βασίλειο αντάξιό σου. Η Μακεδονία δε σε χωράει.»

Για τον Βουκεφάλα και τη μετέπειτα σχέση του με τον Αλέξανδρο, διαφωτιστικά είναι τα λιγοστά που αναφέρει ο Αρριανός (Αλεξάνδρου Ανάβασις, V. 19) με αφορμή τη μάχη στον Υδάσπη ποταμό, στα 327 π.Χ.: «Μετά τη νίκη του εναντίον των Ινδών, ο Αλέξανδρος ίδρυσε δύο πόλεις. Τη μια, στη θέση της μάχης, την ονόμασε Νίκαια, σε ανάμνηση της νίκης του. Την άλλη, στο σημείο που επρόκειτο να διασχίσει τον Υδάσπη, Βουκεφάλεια, στη μνήμη του αλόγου του, που πέθανε εκεί, όχι επειδή πληγώθηκε στη μάχη, αλλά από την κούραση και τα χρόνια.

Ο Βουκεφάλας ήταν κιόλας τριάντα χρόνων και εξαντλημένος. Είχε μοιραστεί με τον Αλέξανδρο πολλές δυσκολίες και είχε αντιμετωπίσει μαζί του πολλούς κινδύνους για πολλά χρόνια. Κανένας δεν είχε καταφέρει όλα αυτά τα χρόνια να τον ιππεύσει, εκτός από τον ίδιο τον Αλέξανδρο. Μεγαλύτερος από το φυσιολογικό και γεμάτος σφρίγος, είχε χαραγμένη επάνω του, σημάδι να τον διακρίνει, μια κεφαλή βοδιού, και μερικοί πιστεύουν πως γι’ αυτό τον ονόμασαν Βουκεφάλα. Αλλοι όμως λένε πως ήταν μαύρος και είχε στο μέτωπό του ένα σημάδι που έμοιαζε πολύ με κεφάλι βοδιού. Στη χώρα των Οξιανών, το άλογο εξαφανίστηκε και ο Αλέξανδρος απείλησε πως θα σκοτώσει όλους τους κατοίκους της αν δεν του φέρουν πίσω το άλογό του, με αποτέλεσμα να του επιστραφεί αμέσως. Τόσο μεγάλη ήταν η αγάπη που είχε ο Αλέξανδρος στο άλογό του και τόσο μεγάλος ο φόβος που ενέπνεε στους βαρβάρους».
Tο όνομα Bουκεφάλας

Βυζαντινοί σχολιαστές αρχαίων κειμένων αναφέρουν τη χρήση του όρου «βουκέφαλος» για τη δήλωση μιας συγκεκριμένης θεσσαλικής ράτσας αλόγων που είχαν για σφραγίδα τους ένα κεφάλι βοδιού. Αυτήν την παράδοση ακολουθούν οι πηγές, που αναφέρουν πως ο Βουκεφάλας είχε χαραγμένο στον μηρό του ένα κεφάλι βοδιού, και αυτή η ερμηνεία του ονόματος φαίνεται, επομένως, η πιο πιθανή. Η εναλλακτική προέλευση του ονόματος Βουκεφάλας από ένα λευκό σημάδι όμοιο με κεφαλή βοδιού που είχε εκ γενετής στο μέτωπό του, όπως αναφέρει ο Αρριανός, δεν πιστοποιείται στις λιγοστές απεικονίσεις του, οι οποίες ανάγονται στα χρόνια του Αλεξάνδρου.

Τον Βουκεφάλα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στο χάλκινο αγαλμάτιο που αναπαριστά τον έφιππο Αλέξανδρο σε δράση. Πιστεύεται πως αναπαράγει τμήμα ενός μεγάλου συνόλου χάλκινων έργων του Λυσίππου, το οποίο αφιέρωσε ο aλέξανδρος στο Ιερό του Δία στο Δίον, μετά τη νίκη του στον Γρανικό. Φλωρεντία, aρχαιολογικό Mουσείο.dot clear Ο Bουκεφάλας του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Oτι το όνομά του Βουκεφάλα προέρχεται, όπως αναφέρει ο Στράβων (XV,698) από το εύρος του μετώπου του, θα μπορούσε, ενδεχομένως, να συνδυαστεί με τη μαρτυρία του Αρριανού ότι ο Βουκεφάλας ήταν μεγαλύτερος από το φυσιολογικό είναι, εν τούτοις, αδύνατο επίσης να αποδειχτεί από τα λιγοστά έργα της τέχνης που τον απεικονίζουν.

Με αφορμή το όνομά του, μεταγενέστερες πηγές προσέδωσαν τερατικές μορφές στον Βουκεφάλα. Oτι είχε κεφάλι ή κέρατα βοδιού και πως το προσωνύμιο Δικέρατος (Dho’l Qarnayn), με το οποίο αναφέρεται ο Αλέξανδρος στο Κοράνιο, προέρχεται στην ουσία από τα κέρατα του αλόγου του.

Τερατικές απεικονίσεις του Βουκεφάλα με κέρατα, εμπνευσμένες προφανώς από τις μυθοπλαστικές διασκευές της ιστορίας, αποτυπώνονται σε ταπισερί που κοσμούνται με σκηνές από τις περιπέτειες του Αλεξάνδρου. Στις τερατικές προσεγγίσεις του Βουκεφάλα θα έπρεπε, από την άποψη αυτή, να ενταχτεί, τουλάχιστον ως προς τη συνήθειά του να τρώει ανθρώπους, και η ποιητική περιγραφή του από τον Ιωάννη Τζέτζη, αν βεβαίως δεν θεωρηθεί ως απλή μεταφορά που αποσκοπεί να δηλώσει απλώς και μόνον την άγρια φύση του:

«Του Βουκεφάλου σύμπασαν έχεις την ιστορίαν,

Ως ίππος ήν ατίθασσος ανθρώπους κατεσθίων.

Μόνω δε Μακεδόνι υπείκων Αλεξάνδρω

Την Βουκεφάλα κλήσιν δε τοιουτοτρόπως έσχε.

Βοός ως έχων κεφαλήν εν τω μηρώ σφραγίδα,

Ού μην βοός εκέκτητο ή κεφαλήν ή κέρας».

Εκτός από τον Πλούταρχο, που μας πληροφορεί πως ο Βουκεφάλας ήταν από τη Θεσσαλία και αγοράστηκε από τον Φίλιππο μετά την πετυχημένη προσπάθεια του νεαρού διαδόχου του να τον τιθασεύσει, μεταγενέστερη πηγή αναφέρει πως ο Βουκεφάλας ήταν από την Καππαδοκία και δόθηκε δώρο στον Φίλιππο όταν ο Αλέξανδρος ήταν περίπου δώδεκα χρόνων. Η καππαδοκική καταγωγή του Βουκεφάλα αναφέρεται σε μια ακόμη πηγή, που λέει ότι ο Δημάρατος από την Κόρινθο έδωσε στον Αλέξανδρο «Βουκέφαλον ίππον. Καππάδοξ δε ην».

Η μυθοπλαστική λογική που διέπει όλες τις μη ιστορικές αναφορές στον Αλέξανδρο είχε επίδραση και στον Βουκεφάλα. Tα θρυλούμενα πως γεννήθηκε από την ένωση ελέφαντα με καμήλα δρομάδα, ή αλόγου και γρύπα, δεν μπορούν βεβαίως να θεωρηθούν παρά μόνο μέσα από το σκοτεινό πρίσμα της μεσαιωνικής Ευρώπης.

Η στενή σχέση του Βουκεφάλα με τον Αλέξανδρο, σε συνδυασμό με την πληροφορία του Αρριανού πως το άλογο πέθανε στα τριάντα του χρόνια, επέτρεψαν αρχικώς συνειρμικούς συσχετισμούς με τον θάνατο του Αλεξάνδρου στα τριάντα τρία του χρόνια. Εν τούτοις, είναι δύσκολο να αποδεχτούμε πως ο Βουκεφάλας ήταν κιόλας δεκατριών ή δεκατεσσάρων χρόνων όταν τον τιθάσευσε ο Αλέξανδρος. Είναι πιθανότερο πως το άλογο που γνώρισε ο Αλέξανδρος στη Μακεδονία και πήρε μαζί του στην Ασία δεν ήταν παραπάνω από τριών ή τεσσάρων χρόνων, αν όχι λιγότερο.

Ακόμη πιο έντονη είναι η προσπάθεια συσχετισμού ιππέα και αναβάτη στην αραβική εκδοχή του Mυθιστορήματος του Αλεξάνδρου, όπως διασώθηκε στην αιθιοπική παραλλαγή του, από την οποία προκύπτει πως σχεδόν ταυτόχρονα με τη σύλληψη του Αλεξάνδρου, από το σμίξιμο της Ολυμπιάδας με τον αετό, λιοντάρι και δράκοντα Νεκτανεβώ, μια από τις φοράδες του βασιλιά Φιλίππου συνέλαβε τον Βουκεφάλα, πίνοντας νερό από την πηγή που λούστηκε ο Νεκτανεβώ όταν άφησε την Ολυμπιάδα.

Οι τερατικές μορφές του αλόγου και του αναβάτη του, όπως αποτυπώθηκαν με αφορμή το ψευδοκαλλισθένειο μυθιστόρημα και τις μεταγενέστερες μεταφράσεις, παραλλαγές ή διασκευές του, δεν είναι δυνατό να συμβάλουν στη γνώση μας για τον Βουκεφάλα της ιστορίας. Ούτε βεβαίως είναι εφικτό, στα περιορισμένα όρια του κειμένου αυτού, να περιλάβουμε τους τρόπους με τους οποίους εικονίστηκε το άλογο του Αλεξάνδρου στην τέχνη της Ευρώπης ή της Ανατολής. Αν θέλουμε να απαλλάξουμε τον Βουκεφάλα από τις μεταπλάσεις τις οποίες δέχτηκε στη διάρκεια της μακρόχρονης επίδρασης που είχε η εκστρατεία του Αλεξάνδρου στη λογοτεχνία, την τέχνη και τη λαϊκή συνείδηση, πρέπει να περιοριστούμε στις λιγοστές απεικονίσεις του έφιππου Αλέξανδρου που ανάγονται στα χρόνια της ιστορικής δράσης του, ή αντανακλούν απεικονίσεις του που χρονικά σχετίζονται με αυτήν.
Απεικονίσεις

Αν δεχτούμε πως ο Αλέξανδρος ήταν περίπου δωδεκαετής όταν απέκτησε τον Βουκεφάλα, είναι πολύ πιθανό πως στην εντυπωσιακή τοιχογραφία με το κυνήγι που διατηρείται στην πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου στη Βεργίνα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στο άλογο του νεαρού ιππέα που εικονίζεται στο κέντρο της παράστασης, την παλαιότερη προφανώς απεικόνιση του Βουκεφάλα.

Στο περίφημο ψηφιδωτό δάπεδο από την Πομπηία, σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης, όλοι οι ερευνητές αναγνωρίζουν το αντίγραφο ενός μεγάλου, χαμένου σήμερα, ζωγραφικού έργου του 4ου π.Χ. αι., που εικόνιζε μιαν από τις μεγάλες μάχες του Αλεξάνδρου στην Ανατολή.

Αντανάκλαση του ίδιου ζωγράφου που κόσμησε με την τοιχογραφία του την πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου, το ψηφιδωτό αναπαράγει με θαυμαστή ακρίβεια τα εικονογραφικά στοιχεία του πρωτοτύπου, ανάμεσά τους και τον Βουκεφάλα, στο καστανόχρωμο, αλλά αποσπασματικά διατηρημένο άλογο που ιππεύει ο Αλέξανδρος. Είναι κρίμα ότι δεν σώζεται κανένας από τους μηρούς του εικονιζόμενου αλόγου, που θα επιβεβαίωνε ή θα αναιρούσε την πληροφορία για το εγκεκαυμένο σημάδι σε σχήμα κεφαλής βοδιού που αναφέρουν οι φιλολογικές μαρτυρίες.

Αντιθέτως, είναι σαφές πως η πληροφορία του Αρριανού πως ο Βουκεφάλας ήταν μαύρος, με ένα λευκό σημάδι όμοιο με κεφάλι βοδιού στο μέτωπό του, δεν πιστοποιείται ούτε στην τοιχογραφία με το κυνήγι, στη Βεργίνα ούτε, πολύ περισσότερο, στο κατά τα άλλα εντυπωσιακό -για τη λεπτομερειακή απόδοση των εικονογραφικών στοιχείων του ζωγραφικού προτύπου του- ψηφιδωτό δάπεδο από την Πομπηία. Η αναντιστοιχία, επομένως, ανάμεσα στη γραπτή και τις εικαστικές μαρτυρίες θα πρέπει να ερμηνευτεί μάλλον ως ανακριβής πληροφόρηση του συγγραφέα, που έγραψε για τον Αλέξανδρο πέντε αιώνες μετά τη δράση του, παρά ως καλλιτεχνική αυθαιρεσία του σύγχρονου με τον Αλέξανδρο μεγάλου ζωγράφου των ύστερων κλασικών χρόνων που ανέλαβε να απεικονίσει σκηνές από τη δράση του στη Μακεδονία και την Ασία. Οι απεικονίσεις, επομένως, του Βουκεφάλα σε δύο έργα που δημιουργήθηκαν στα χρόνια του Αλεξάνδρου βεβαιώνουν πως το άλογό του ήταν καστανόχρωμο, χωρίς σημάδι σαν κεφαλή βοδιού στο μέτωπό του.

Τον Βουκεφάλα θα πρέπει, επίσης, να αναγνωρίσουμε σ’ ένα μικρής κλίμακας χάλκινο αγαλμάτιο, που αναπαριστά τον έφιππο Αλέξανδρο σε δράση και πιστεύεται πως αναπαράγει τμήμα ενός μεγάλου συνόλου χάλκινων έργων του Λυσίππου, το οποίο αφιέρωσε ο Mακεδόνας βασιλιάς στο Ιερό του Δία, στο Δίον της Μακεδονίας, μετά τη νικηφόρα μάχη του στον Γρανικό ποταμό.

Tέλος, στην πίσω όψη ενός αναμνηστικού αργυρού νομίσματος που κυκλοφόρησε με αφορμή τη νίκη των Μακεδόνων εναντίον των Ινδών το 327 π.Χ. έχουμε την τελευταία απεικόνιση του Αλέξανδρου με τον Βουκεφάλα, αντιμέτωπων με τον Πώρο και τον ελέφαντά του, στη μεγάλη μάχη στις όχθες του Υδάσπη (σημ. Τζέλουμ), όπου κοντά στη θέση Τζαλαλπούρ της πολύπαθης Κεντρικής Ασίας, θα πρέπει να αναζητήσουμε και την πόλη που έχτισε ο Αλέξανδρος για να τιμήσει τον Bουκεφάλα.

Ο Βουκεφάλας – Έργο του εξαιρετικού ζωγράφου Μιχαήλ Παπανδρώνη από την τριλογία του με τίτλο “ΟΙ ΨΙΘΥΡΟΙ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ”
της Χρυσούλας Σαατσόγλου – Παλιαδέλη,

Bιβλιογραφία

Α.R. anderson, «Bucephalas and his Legend», aJPh 51, 1930.

«Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου», Α. Α. Πάλης (εκδ.), Αθήνα 1935, Στοχαστής 1990.

Ε. Βουτυράς, «Οι απεικονίσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην αρχαία τέχνη», στο «aλέξανδρος και aνατολή», Θεσσαλονίκη 1997.

Μ. Καμπούρη, «Ο μύθος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη χριστιανική Ανατολή και το Iσλάμ», ό.π.

Χρυσ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, «Οι μάχες του Αλεξάνδρου στην τέχνη του 4ου π.Χ. αι.», ό.π.

Ν. Χατζηνικολάου (επιμ.), «Ο Μέγας Αλέξανδρος στην Ευρωπαϊκή Τέχνη», Θεσσαλονίκη 1997.

Πηγή http://www.kathimerini.gr/

* Αναπλ. καθηγήτριας Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

history-of-macedonia.com 

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *