H ENΩΣH THΣ KPHTHΣ ME THN YΠΟΛΟΙΠΗ EΛΛAΔA, 1η Δεκεμβρίου 1913 KAI TA ΠPO AYTHΣ ΔIAΔPAMATIΣΘENTA ΓEΓONOTA Λαοί που ξεχνούν την ιστορία τους όπως πολύ εύστοχα ειπώθηκε, είναι
καταδικασμένοι να την επαναλάβουν. Μέσα στο πνεύμα της φράσης αυτής, που κινείται μεταξύ εθνικής επιταγής και εξορκισμού, θα γραφτούν λίγα λόγια μια που σήμερα συμπληρώνονται 98 χρόνια από την επίσημη Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Η Κρήτη είναι πολύμορφα σημαδεμένο από το χρόνο και την Ιστορία. Ρωμαίοι, Σαρακηνοί, Γενουάτες, Βενετοί, Τούρκοι και Γερμανοί στηριζόμενοι στη λογική της υπεροχής τους χρησιμοποιούν τους θαλάσσιους και εναέριους δρόμους και μακριά από φραγμούς και ηθικές αναστολές την καταλαμβάνουν. Τα πέτρινα χρόνια της προτελευταίας κατοχής καλύπτουν το χρονικό διάστημα 1669-1898, και σηματοδοτούνται από πλήθος επαναστατικών εξεγέρσεων, κινημάτων και αψιμαχιών, κατά του Τούρκου δυνάστη. Ο ζυγός βαρύς. Τα μέτρα του κατακτητή σκληρά. Η συμπεριφορά απάνθρωπη. Τα δεινά αβάστακτα. Οι φορολογίες εξαντλητικές. Από κάποιες ρωγμές που δημιουργούν αυτές οι πιεστικές καταστάσεις εκτινάσσεται ο θυμός και οι ηφαιστειακές εκρήξεις της κρητικής ψυχής. Η περιπετειώδης πορεία του κρητικού λαού στο διάβα του χρόνου, γέννησε μέσα τις τρίδυμες και ομογάλακτες λέξεις Ελευθερία – Θάνατος – Ένωση. Χτυπημένες και οι τρεις ομοούσιες αυτές λέξεις στο αμόνι των αγώνων και των θυσιών, έχουν κατασταλάξει ως ειδικό βάρος μέσα στην ψυχή του κρητικού, κι έχουν φωλιάσει ως ιερό πάθος μέσα του. Ακολουθούν άλλωστε το δρόμο που έχουν χαράξει οι ένδοξες πατρογονικές καταβολές. Στις πυκνές εξεγέρσεις και το τακτικό ξεκήκωμα, δε στάθηκε εμπόδιο η υπεροχή του κατακτητή, οι υπερπολαπλάσιες δυνάμεις του και ο μέχρι οδόντων εξοπλισμός του. Αλλά και οι εξεγέρσεις αυτές δεν ήταν πράξεις παραλογισμού, έπαρσης ή αλαζονείας. Αποτελούσαν το προσάναμμα στο θυσιαστήριο της αδούλευτης σκέψης και μια συνειδητή προσφορά στον τομέα των πνευματικών αξιών. Η μια επανάσταση διαδέχεται την άλλη. Ο αγώνας για τη λευτεριά μακρύς και σκληρός. Κι εδώ ταιριάζει ο στίχος του ποιητή, για τον κρητικό που παλεύει και αγωνίζεται. Και πα στην πέτρα της σιωπής τα νύχια του ακονίζει, μονάχος κι αβοήθητος της λευτεριάς ταμένος. Αλλά ας παρακολουθήσουμε τώρα τη ροή των γεγονότων που σημειώθηκαν στο πριν από την Ένωση χρονικό διάστημα. Από τα πρώιμα κιόλας χρόνια της τουρκοκρατίας, αρχίζει η οργανωμένη αντίσταση κατά του κατακτητή, πότε με τη βοήθεια των Βενετών στα Χανιά το 1692 και πότε με την ενθάρρυνση των Ρώσων, στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη το 1770. Και οι δύο όμως εξεγέρσεις καταλήγουν σε αποτυχία, με μεγαλύτερες καταπιεστικές συνέπειες για τους υποδούλους. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, η χαρακτηριστική αγριότητα των γενιτσάρων, αυτοκρατορικών και ντόπιων, που είναι μοναδική ίσως στον ελληνικό χώρο. Η ελληνική επανάσταση του 1821 εξαπλώνεται αμέσως και στην Κρήτη, παρά τη στρατιωτική υπεροχή του τουρκικού στοιχείου, την παντελή έλλειψη όπλων και εφοδίων και την άγρυπνη επιτήρηση των τουρκικών αρχών. Οι αγώνες της Κρήτης, που κινούνται στο ίδιο ιστορικό πλαίσιο με το ξεσήκωμα της άλλης Ελλάδας, διαρκούν 10 σχεδόν χρόνια και περνούν από φάσεις επιτυχίας, αλλά και οδυνηρών συνεπειών. Οι επαναστατικές εξεγέρσεις αρχίζουν από τα Σφακιά. Στις 7 Απριλίου 1821, πραγματοποιείται επαναστατική συνέλευση στη θέση Γλυκά Νερά. Λίγο αργότερα, στις 15 Απριλίου, επαναλαμβάνεται η συνέλευση στην Παναγία τη Θυμιανή, που γίνεται η Αγία Λαύρα της Κρήτης. Στη συνέλευση παίρνουν μέρος 1500 επαναστάτες από όλη την Κρήτη και στις αρχές Ιουνίου αρχίζει επίσημα πια ο κρητικός αγώνας. Η πρώτη φάση των αγώνων διαρκεί ως το 1824, όταν οι Τούρκοι καλούν σε βοήθεια μεγάλες αιγυπτιακές δυνάμεις, που κατορθώνουν, σε φονικές μάχες, να καταπνίξουν τα επαναστατικά κινήματα, χαράσσοντας παράλληλα με τη φιλοπόλεμη τακτική τους φιλόδοξους μελλοντικούς στόχους. Η δεύτερη φάση αναζωπύρωσης της επανάστασης αρχίζει από τη Γραμβούσα το 1825. Απλώνεται σε όλο το νησί και διατηρείται με επιτυχία ως το 1830. Τότε υπογράφεται στο Λονδίνο το “Πρωτόκολλο”, με το οποίο παρέχεται στην Ελλάδα η ανεξαρτησία της. Έξω όμως από τα όριά της μένει το πολύπαθο νησί, που εξακολουθεί να βρίσκεται στην απόλυτη δικαιοδοσία του Σουλτάνου. Παίρνει έτσι τέλος ένας αγώνας δέκα χρόνων, που σημαδεύεται από αιματηρές θυσίες, χωρίς να δικαιώνει τους πόθους του κρητικού λαού. Με το ίδιο Πρωτόκολλο και σε αντάλλαγμα των υπηρεσιών που προσφέρει ο αντιβασιλέας της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλής στο Σουλτάνο, του παραχωρείται η Κρήτη στην τιμή των 21 εκατομμυρίων γροσίων. Αρχίζει πάλι μια νέα περίοδος “εστιλβωμένης δουλειάς”, όπως χαρακτηριστικά την αποκαλεί ο Β. Ψιλάκης, η οποία διαρκεί ως το 1840. Με το πνεύμα του νέου κατακτητή, περιορίζονται οι αυθαιρεσίες των γενιτσάρων, χωρίς όμως η νέα κατοχή να είναι λιγότερο βαριά από την προηγούμενη. Ακολουθούν τη μέθοδο που τους διδάσκουν οι Ευρωπαίοι σύμβουλοί τους, σύμφωνα με την οποία “όσο περισσότερο εξαθλιώνεται οικονομικά ένας λαός, τόσο ασφαλέστερα εδραιώνεται η εθνική του υποδούλωση”. Εκπονείται βέβαια ένα ευρύ πρόγραμμα εκτέλεσης κοινωφελών έργων (γέφυρες, δρόμοι, υδραγωγεία, λιμενικά έργα), αλλά η υλοποίησή του στηρίζεται σε μια εξαντλητική φορολογία του κρητικού λαού. Για να αποτινάξουν τα καταθληπτικά αυτά φορολογικά μέτρα, αλλά και για να διαμαρτυρηθούν ειρηνικά στις Μ. Δυνάμεις, σχετικά με τις αυθαιρεσίες της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας, ζητώντας παράλληλα την αυτονομία τους, πραγματοποιείται μεγάλη συγκέντρωση αντιπροσώπων στις Μουρνιές το 1833. Η συγκέντρωση αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη σύλληψη και τον απαγχονισμό 41 ατόμων, από τους πρωταιτίους της συγκέντρωσης. Το 1840 οι Μ. Δυνάμεις, με τη Συνθήκη του Λονδίνου, επαναφέρουν και πάλι την Κρήτη στη σουλτανική κυριαρχία. Νέοι αγώνες ξεκινούν και νέες ελπίδες εναποθέτονται στο Ελληνικό κράτος και τις Μ. Δυνάμεις, για βοήθεια. Οι αγώνες αυτοί πραγματοποιούνται, άλλοτε με τη χρήση όπλων και άλλοτε με τη διπλωματική οδό. To 1841 κηρύσσεται νέα επανάσταση. Στις Ανατολικές επαρχίες της Κρήτης αρχηγός είναι ο Λασιθιώτης οπλαρχηγός Γ. Βασιλογιώργης και στις Δυτικές οι αδελφοί Χαιρέτη. Η επανάσταση όμως έχει άδοξο τέλος. Με τη συνθήκη των Παρισίων του 1856 εκδίδεται το Χάττι Χουμαγιούν, με το οποίο παραχωρούνται σημαντικά προνόμια στους Χριστιανούς υπηκόους. Οι παραβιάσεις των διατάξεών τους όμως στα επόμενα ως το 1898 χρόνια αποτελούν και τη βασική αιτία των πολλών εξεγέρσεων που σημειώνονται. Με το κίνημα του Μαυρογένη το 1858 παραχωρούνται, με ειδικό φιρμάνι, στους Κρητικούς διάφορα φορολογικά, θρησκευτικά, διοικητικά και δικαστικά προνόμια, που μαλακώνουν ως ένα βαθμό τις συνθήκες της σκλαβιάς. Η μεγάλη κρητική επανάσταση 1866-69 αποτελεί την κορυφαία έκφραση της επιθυμίας του κρητικού λαού για Ένωση και του πόθου του να ζήσει ελεύθερος. Δύο αφορμές πυροδοτούν τη νέα έκρηξη. Η επιβολή νέων φόρων και το λεγόμενο μοναστηριακό ζήτημα. Η επανάσταση διαρκεί τρία χρόνια και δίνει θαυμαστά δείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας. Απασχολεί ακόμα σοβαρά την ευρωπαϊκή διπλωματία, ως σημαντικό τμήμα του όλου ανατολικού ζητήματος. Αποκορύφωμα της νέας επανάστασης είναι το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου το Νοέμβριο του 1866, η γιγαντομαχία του Λασιθίου το Μάη του 1867, καθώς και οι φονικές μάχες που σημειώνονται σε πολλά χωριά των Χανίων, του Ρεθύμνου και του Ηρακλείου. Το Αρκάδι σήμανε στο ρολόϊ της ιστορίας. Στάθηκε ένα ιστορικό ορόσημο που εκπέμπει μυνήματα και καθρεπτίζεται η δύναμη και η αποφασιστικότητα της κρητικής ψυχής. Χριστιανικές ψυχές που ο αριθμός τους φτάνει τις 964 από τις οποίες 259 πολεμιστές και 705 γυναικόπεδα βρίσκονται κλεισμένα στους χώρους του μοναστηριού. Ο Μουσταφά Ναϊλή Πασάς περικυκλώνει το μοναστήρι με μια δύναμη 15.000 Τουρκοαιγυπτίων και Αλβανών και 30 κανόνια. Το διαμέτρημα μεγάλο. Η διαφορά δυνάμεων ασύγκριτη. Ομως δε σκέφτονται να παραδοθούν. Προτιμούν τον τίμιο θάνατο από τον τούρκικο εξευτελισμό. Και όταν πια το Αρκάδι λυγίζει κάτω από το βάρος του εχθρού που ενισχύεται συνεχώς, και το τούρκικο ασκέρι έχει μπει στους εσωτερικούς χώρους του μοναστηριού, ο Κωστής Γιαμπουδάκης ή κατΥ άλλη εκδοχή ο Εμμανουήλ Σκουλάς ανατινάσσουν την πυριτιδαποθήκη. Οι θόλοι της τινάζονται στον αέρα σκορπώντας το θάνατο σε πάνω από 2500 άτομα χωρίς διακρίσεις. Ο δραματικός επίλογος καταγράφει 864 χρ. νεκρούς και 164 αιχμαλώτους. Ανοιξαν όμως οι θόλοι του ουρανού για να καταγραφεί εις μνημόσυνον αιώνιον η ηρωική πράξη του Αρκαδίου. Μία φοβερά επέμβαση η έκρηξη, βοηθά τους ηττημένους, η αγωνία μετατρέπεται εις θρίαμβον, η δε ηρωική μονή, η δίκην φρουρίου αγωνισαμένη, αποθνήσκει ως ηφαίστειον, θα γράψει ο Βίκτωρ Ουγκώ και θα δημοσιεύσει η ελληνόφωνη εφημερίδα “Κλειώ” της Τεργέστης το 1867. Έστελνε αντιλάλημα σ ούλη την οικουμένη, στην Κρήτη η ελευθεριά δε στέκεται δεμένη. Τη δραματική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί μετά την ανατίναξη της Μονής περιγράφει ο τότε πρεσβευτής της Ελλάδας στην Κρήτη Νικόλαος Σακκόπουλος με τα ακόλουθα λόγια: τα πτώματα των Χριστιανών μένουν εν τη μονή άταφα, τα δε των Τούρκων ετάφησαν εντός δεξαμενών και μεγάλων λάκκων ους ηνέωξαν, αντί δε σανίδων προς σκέπασμα των τάφων τούτων, μετεχειρίσθησαν τας ιεράς εικόνας. Αδύνατον είναι να προσεγγίσει τις σήμερον τα πέριξ της μονής ένεκα της πνιγηράς αποφοράς, ήτις εκτείνεται εις μεγάλην απόστασιν. Τα 37 παλικάρια που σφάχτηκαν στην Τράπεζα του μοναστηριού έμειναν άταφα μέχρι το 1869. Αλλά για ιστορικούς λόγους θα πρέπει να σταματήσουμε σε δύο πρόσωπα με πρωταγωνιστικό ρόλο στα γεγονότα του Αρκαδίου. Πρόκειται για τον επικεφαλής των εχθρικών δυνάμεων Αλβανό Μουσταφά Ναϊλή Πασά τον αποκαλούμενο “Γκιριτλή” δηλαδή κρητικό λόγω της μακράς παραμονής του στην Κρήτη. Πρώτη του γυναίκα ήταν η πανέμορφη σκλάβα Ελένη Βολανάκη από τα Σκουλούφια Ρεθύμνου. Ενας γιος της ο Βελή Πασάς είχε διατελέσει Διοικητής Κρήτης στην διετία 1856-58. Ήταν εκείνος που νεαρός αξιωματικός το 1828 είχε συντρίψει σε φονικές μάχες στο Φραγκοκάστελλο τον αντίπαλό του Χατζημιχάλη Νταλιάνη με τα επίλεκτα παλικάρια του, και τώρα γέρος εκπορθεί το Αρκάδι. Από την άλλη πλευρά ήταν ο ίδιος που πρόσφερε το σαπωνοποιείο του στα Χανιά για να ανεγερθεί ο σημερινός μητροπολιτικός ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, συμβάλλοντας μΥ ένα σεβαστό ποσό για την ανέγερσή του και την παράδοσή του στη θεία λατρεία. Σύμφωνα με αιγυπτιακές πηγές εκείνος που κατάστρωσε το επιτελικό σχέδιο εκπρόθησης της μονής του Αρκαδίου ήταν ο Υπουργός των Στρατιωτικών της Αιγύπτου Φερίη Ισμαήλ Σελίμ Πασάς. Ήταν ο επικεφαλής των Αιγυπτιακών δυνάμεων που πολεμούσαν στην Κρήτη μαζί με τους Τούρκους στην επανάσταση 1866-69. Καταγόταν από το χωριό Ψυχρό της επαρχίας Λασιθίου. Αιχμαλωτίστηκε μαζί με τΥ αδέλφια του από τους Τούρκους το 1823 και μεταφέρθηκε στην Αίγυπτο, όπου είχε ζηλευτή στρατιωτική εξέλιξη. Πέθανε στην Κρήτη την περίοδο της επανάστασης. Με τις αλλεπάλληλες αυτές εκρήξεις της κρητικής ψυχής δέχεται ένα ηχηρό ράπισμα ο Τούρκος δυνάστης, επηρεάζεται η ευρωπαϊκή διπλωματία και ανοίγει το μονοπάτι για περιορισμένες και αργότερα ευρύτερες παραχωρήσεις στο λαό του αιματοκυλισμένου νησιού της Κρήτης. Το μονοπάτι αυτό αποτελεί ο “Οργανικός Νόμος”, που ισχύει από το 1868. Σύμφωνα με το νόμο αυτό, η Κρήτη ονομάζεται Γενική Διοίκηση, με διοικητή που διορίζεται από το Σουλτάνο και πλαισιώνεται από ένα μωαμεθανό και ένα χριστιανό σύμβουλο. Το νησί διαιρείται σε πέντε διοικήσεις και είκοσι επαρχίες, με ίση αντιπροσώπευση και των δύο στοιχείων. Ιδρύονται μεικτά δικαστήρια και αναγνωρίζεται η ισότητα των δύο γλωσσών. Με τον Οργανικό αυτό Νόμο διοικείται η Κρήτη ως το 1877. Με διάφορα όμως προσχήματα παραβιάζονται οι κατοχυρωμένες με το νόμο αυτό παραχωρήσεις των Τούρκων. Η έκρηξη του νέου Ρωσοτουρκικού πολέμου συμπίπτει με νέα επανάσταση στην Κρήτη. Σύντομα ολόκληρο το νησί βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο των επαναστατών, εκτός από τα γνωστά Φούρια της Κρήτης, στα οποία καταφεύγουν οι Τούρκοι. Αποτέλεσμα των αγώνων είναι η υπογραφή της Σύμβασης της Χαλέπας, τον Οκτώβρη του 1878, που αποτελεί το Νέο Οργανισμό της Κρήτης. Με τη σύμβαση αυτή δημιουργείται καθεστώς ημιαυτόνομης επαρχίας. Ο γενικός Διοικητής της Κρήτης μπορεί να είναι και Χριστιανός. Η πλειοψηφία της Βουλής αποτελείται από Κρητικούς. Ιδρύεται η χωροφυλακή, με αναλογική συμμετοχή και των δύο μερών. Χορηγείται γενική αμνηστία και θεσπίζεται μία προσωρινή φοροαπαλλαγή. Όμως τα νέα αυτά προνόμια καταπατούνται ύστερα από την αποτυχημένη επανάσταση του 1889, που έχει και πάλι αίτημα την Ένωση με την Ελλάδα. Η Τουρκία, με διάφορα προσχήματα, ανακαλεί τη Σύμβαση της Χαλέπας, επαναφέρει το παλιό καθεστώς, θεσπίζει καινούριους περιορισμούς και επιβάλλει νέες βαρύτατες φορολογίες. Με την “τυχερή” επανάσταση του 1895 και με αφορμή της βιαιότητες του τουρκικού στοιχείου, αναγκάζονται οι Μ. Δυνάμεις να επέμβουν. Πιέζουν έτσι την Πύλη και παραχωρεί στους Χριστιανούς πληρεξουσίους το Νέο Οργανισμό της Κρήτης. Με τον Οργανισμό αυτό εξασφαλίζουν το διορισμό Χριστιανού διοικητή, την οργάνωση κρητικής χωροφυλακής με ευρωπαίους αξιωματικούς και την οικονομική και διοικητική της αυτοτέλεια. Οι θέσεις των χριστιανών υπαλλήλων είναι διπλάσιες από τις θέσεις των Οθωμανών. Πρόεδρος της επαναστατικής επιτροπής είναι ο Σφακιανός πολιτευτής Μανούσος Κούνδουρος. Οι άγριες σφαγές των χριστιανών στα Χανιά το 1897 από τον τουρκικό όχλο και η απόφαση των Μ. Δυνάμεων να προβολούν στη διεθνή κατοχή του νησιού, προκαλούν την επίσημη επέμβαση της Ελληνικής Κυβέρνησης, που στέλνει το συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο με εκστρατευτικό σώμα 1500 ανδρών. Σκοπός του είναι να καταλάβει την Κρήτη και να κηρύξει την Ένωσή της με την Ελλάδα. Αποβιβάζεται με επιτυχία στο Κολυμπάρι. Η νέα αυτή επανάσταση απλώνεται γρήγορα και σκληρές μάχες διεξάγονται σΥ ολόκληρη την Κρήτη, με κέντρα την Αγιά, τα Λιβάδια, τις Βουκολιές, τις Αρχάνες κ.α. Οι ξένες Δυνάμεις ειδοποιούν το Βάσσο πως έχουν καταλάβει τις μεγάλες πόλεις και, αν προχωρήσει προς αυτές, θα τις βρει αντιμέτωπες. Προτείνουν παράλληλα ως λύση την αυτονομία, που όμως απορρίπτεται κατηγορηματικά. Με την έκρηξη του άτυχου ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, η Ελλάδα αναγκάζεται να ανακαλέσει τις δυνάμεις της από την Κρήτη. Οι επικεφαλείς της κρητικής επανάστασης δέχονται τη λύση της αυτονομίας υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου, που προηγουμένως έχουν απορρίψει, αφού το όνειρο της Ένωσης αρχίζει να πομακρύνεται. Ο αθηναϊκός τύπος της εποχής ασχολείται εκτενώς με το Κρητικό ζήτημα και δημοσιεύει καθημερινά άρθρα, σχόλια και ανταποκρίσεις που διεκτραγωγούν την κατάσταση στην Κρήτη και τη σκληρότητα των αγώνων του Κρητικού λαού. Ο τελευταίος κρίκος της αλυσίδας των κρητικών επαναστάσεων είναι η επανάσταση των ετών 1895-1898. Η Μεταπολιτευτική Επιτροπή, που οργανώνει και διεξάγει την επανάσταση αυτή, στέκεται πιο τυχερή από τις προηγούμενες, γιατί κατορθώνει και απελευθερώνει την Κρήτη από τον τουρκικό ζυγό. Το νικηφόρο τέρμα της Επανάστασης περιγράφει ο γερμανικός τύπος το Νοέμβριο του 1898, δημοσιεύοντας σχετικό σχόλιο του ανταποκριτή του στην Κρήτη Μαχ: “Η εκ Κρήτης απέλευσις των Τούρκων στρατιωτών και υπαλλήλων είναι πλέον τετελεσμένον γεγονόν και τη 23η Οκτωβρίου (4 Νοεμβρίου) ε. έτους κατελύθη πράγματι το επί της νήσου κράτος της ημισελήνου. Επί των Χανίων εκυμάτισεν η τουρκική σημαία από τας 20 Αυγούστου 1645, ήτοι εν όλω 253 έτη, επί του Ηρακλείου 229 έτη, επί του βράχου της Γραμβούσης 195 και επί του Πύργου της Σπιναλόγγας και της Σούδας 171. Οι έξ πελέκεις, οι σωζόμενοι επί των τειχών του Ηρακλείου εις ανάμνησιν της εφόδου της 27 Σεπτεμβρίου 1669, κατερρίφθησαν, εξηφανίσθησαν τα εμβλήματα του κυριάρχου και οι μαρμάρινοι λέοντες οι επισκοπούντες από των χρόνων των Ενετών τας υπό τους πόδας των μεταβολάς, δεν βλέπουσιν πλέον ενόπλους τους μουσουλμάνους, τους νικήσαντας ποτέ την υπερήφανον δημοκρατίαν”. Έτσι, με σκληρούς αγώνες και αιματηρές θυσίες και με την ενεργοποίηση επιτέλους των Μ. Δυνάμεων, ανοίγει ο δρόμος της αυτονομίας και της Ένωσης. Οι πρεσβευτές της Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας και Ιταλίας ζητούν από το βασιλιά Γεώργιο της Ελλάδας να εγκρίνει το διορισμό του Πρίγκιπα Γεωργίου ως ύπατου Αρμοστή των Μ. Δυνάμεων υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Στις 9 Δεκεμβρίου 1898 και παρά τη διαμαρτυρία της Πύλης, φτάνει στα Χανιά, ως πρώτος Ύπατος Αρμοστής, ο Πρίγκιπας Γεώργιος και γίνεται δεκτός με απερίγραπτο ενθουσιασμό, ζωηρές επευφημίες και πρωτοφανείς εκδηλώσεις από το λαό της Κρήτης. Ο Πρίγκιπας διαβάζει από τον εξώστη του Διοικητηρίου Χανίων, το διάγγελμά του, με το οποίο καλεί το λαό σε πειθαρχία στους νόμους και σε ειρηνική συμβίωση. Η Κρητική Πολιτεία αποτελεί πια μια πραγματικότητα. Μια και μοναδική σημαία από λευκοσίδερο, τοποθετημένη στο ερημονήσι της Σούδας, συμβολίζει τα σκιώδη δικαιώματα του Σουλτάνου πάνω στην Κρήτη. Οι Μ. Δυνάμεις θέτουν το νησί υπό την υψηλή προστασία τους. Οι Ιταλοί τα Χανιά, οι Ρώσοι το Ρέθυμνο, οι Αγγλοι το Ηράκλειο και οι Γάλλοι το Λασίθι. Την επόμενη μέρα φεύγουν από την Κρήτη οι ναύαρχοι των Μ. Δυνάμεων. Το μεγάλο έργο της ανασυγκρότησης και οργάνωσης της Κρητικής Πολιτείας, που ψηφίζεται από τη Γενική Συνέλευση, μπαίνει αμέσως σε εφαρμογή. Λίγες μέρες αργότερα, στις 29 του Απρίλη, ο Πρίγκιπας σχηματίζει την πρώτη του κυβέρνηση, με την ακόλουθη σύνθεση Συμβούλων: (Υπουργοί) Ελευθ. Βενιζέλος της Δικαιοσύνης, Μανούσος Κούνδουρος των Εσωτερικών και της Συγκοινωνίας, Νικόλαος Γιαμαλάκης της Δημόσιας Εκπαίδευσης και των Θρησκευτικών, Κων. Φούμης των Οικονομικών και Χασάν Σκυλλιανάκης της Δημόσιας Ασφάλειας. Η πρώτη αυτή κυβέρνηση επιδίδεται με ζήλο και ενθουσιασμό στο έργο της περισυλλογής και της οργάνωσης. Εκδίδει νόμους και διατάγματα, κόβει και κυκλοφορεί νόμισμα, ιδρύει και λειτουργεί την Τράπεζα Κρήτης. Προσκαλεί Ιταλούς αξιωματικούς και υπαξιωματικούς που οργανώνουν την ντόπια Χωροφυλακή και κυκλοφορεί τα πρώτα γραμματόσημα. Μπορεί να πει κανείς πως τα πρώτα χρόνια της Αρμοστείας του Πρίγκιπα “υπήρξαν έτη ευδαίμονα διά την Κρήτην , υπό έποψιν δημοσίας τάξεως, διοργανώσεως και εργασίας εκπολιτιστικής”, σημειώνει στο Ημερολόγιό του ο Μαν. Κούνδουρος. Με τις οργανωτικές όμως αδυναμίες του Συντάγματος δίνονται υπερεξουσίες στον ηγεμόνα, με αποτέλεσμα να ασκεί κατά τρόπο απολυταρχικό και αδιάλλακτο την εξουσία. Σημειώνονται έτσι τα πρώτα απολυταρχικά συμπτώματα. ΣΥ αυτό συντελεί και η άποψη των Κρητών, που δέχονται το καθεστώς της αυτονομίας ως εντελώς μεταβατικό, που διευκολύνει τη χωρίς καθυστέρηση Ένωση. Το επίμαχο εθνικό θέμα της Ένωσης, δημιουργεί διαφορετικές εκτιμήσεις μεταξύ του Πρίγκιπα και του Συμβούλου της Δικαιοσύνης Ελ. Βενιζέλου, του οποίου ξεχωρίζει η ηγετική φυσιογνωμία και η πολιτική διορατικότητα. Το γεγονός αυτό καταλήγει στην απόλυση του Βενιζέλου από το αξίωμά του. Ύστερα από διαφωνίες και συνεχείς προστριβές, που καταλήγουν σε ανοιχτή σύγκρουση του Βενιζέλου με τον Ύπατο Αρμοστή, εκδηλώνεται η γνωστή ως επανάσταση Θερίσου (1905), με αρχηγούς τον Ελ. Βενιζέλο, τον Κων/νο Φούμη και τον Κων/νο Μάνο. Η επανάσταση διαρκεί ως το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. Ο Βενιζέλος οργανώνει στο Θέρισο την προσωρινή Κυβέρνηση Κρήτης. Η επανάσταση κηρύσσει την Ένωση και ζητεί να φύγει ο Πρίγκιπας από την Κρήτη. Οι ξένες δυνάμεις, θορυβημένες από την κατάσταση που διαμορφώνεται στην Κρήτη, κινούνται για την εξομάλυνση του θέματος με διαπραγματεύσεις, που καταλήγουν στην παραίτηση του Γεωργίου, αφού το κίνημα του Θερίσου και η πολιτική του Βενιζέλου δικαιώνονται. Ο πρίγκιπας Γεώργιος υποβάλλει την παραίτησή του στις 12 Σεπτεμβρίου 1906 και αναχωρεί από την Κρήτη. Με υπόδειξη του βασιλιά Γεωργίου, εκλέγεται ως Αρμοστής Κρήτης ο πρώην πρωθυπουργός, έμπειρος και μετριοπαθής πολιτικός, Αλέξανδρος Ζαΐμης, που έρχεται στο Νησί και αναλαμβάνει τα καθήκοντά του το Σεπτέμβρη του 1906. Ψηφίζεται περισσότερο φιλελεύθερο Σύνταγμα και νέοι νόμοι. Η οικονομία αρχίζει να αναλαμβάνει γρήγορα. Ξεχωριστό ενδιαφέρον επιδεικνύεται για τη βελτίωση της εκπαίδευσης και την αναβάθμιση της δημόσιας υγείας. Τον Ιούλιο του 1908 ένα μεγάλο μέρος από τα στρατεύματα των Μ. Δυνάμεων αποσύρεται από την Κρήτη. Αναλαμβάνουν ακόμα την υποχρέωση να αποχωρήσει μέσα σΥ ένα χρόνο και ο τελευταίος ευρωπαίος στρατιώτης. Η εξέλιξη στο μεταξύ διαφόρων διεθνών γεγονότων ενισχύει τον πόθο των Κρητών για την Ενωση. Το Σεπτέμβριο του 1908, κι ενώ ο Ζαΐμης απουσιάζει στην Αίγινα, πραγματοποιείται παγκρήτια συγκέντρωση στα Χανιά, που κηρύσσει την κατάργηση της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας και την Ένωσή της με την Ελλάδα. Η Κρητική Βουλή επικυρώνει τη λαϊκή αυτή θέληση και συγκροτεί προσωρινά Κυβέρνηση διακομματικού χαρακτήρα, με πρόεδρο τον Α. Μιχελιδάκη, που αναλαμβάνει και διοικεί το Νησί στο όνομα του βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου Α. Η ελληνική κυβέρνηση, για να αποφύγει την τουρκική, αλλά και τις διεθνείς αντιδράσεις, δεν προχωρεί στην επίσημη αναγνώριση της Ένωσης. Οι Μ. Δυνάμεις δεν φαίνεται να αντιδρούν στις νέες εξελίξεις. Με την ύψωση όμως της ελληνικής σημαίας στο φρούριο του Φιρκά, στην είσοδο του λιμανιού των Χανίων, αρχίζει η αντίδρασή τους και απαιτούν αμέσως την υποστολή της. Δεν βρίσκεται όμως Κρητικός, για να αναλάβει τέτοιο ρόλο και αποβιβάζεται μεικτό άγημα που αποκόβει τον ιστό της σημαίας. Η ελληνική κυβέρνηση, ανήμπορη για οποιαδήποτε δράση και βλέποντας τον κίνδυνο τουρκικής απόβασης στο Νησί, προβαίνει σε συστάσεις στους Κρητικούς, προς το σκοπό να ακολουθούν τις υποδείξεις των Μ. Δυνάμεων. Το 1911 οργανώνονται ένοπλες λαϊκές συγκεντρώσεις, που επιτείνονται με την άρνηση του Πρωθυπουργού της Ελλάδας Ε. Βενιζέλου να δεχτεί την είσοδο των Κρητών βουλευτών στην Ελληνική Βουλή, πράγμα που δεν επιτρέπουν φυσικά οι τότε κρατούσες συνθήκες, παρά την επιμονή τους. Με την έκρηξη των Βαλκανικών πολέμων του 1912, το Ελληνικό Κοινοβούλιο ανοίγει τις πύλες του και οι Κρήτες βουλευτές γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό και θερμές εκδηλώσεις. Η οριστική λύση του Κρητικού ζητήματος δίδεται στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, το Φλεβάρη του 1913. Με τη συνθήκη του Λονδίνου, το Μάη του 1913, παραχωρείται η Κρήτη στην Ελλάδα. Οι Κρητικοί αφαιρούν την τουρκική σημαία από το νησάκι της Σούδας, που είναι το τελευταίο σύμβολο της τουρκικής επικυριαρχίας στην Κρήτη. Η αφαίρεση της Τουρκικής σημαίας από το νησάκι της Σούδας στοίχισε πολλά στους Τούρκους. Αυτό συνάγεται μεταξύ των άλλων και από τον απαρηγόρητο μουσουλμάνο λόγιο της εποχής, που δημοσίευσε στα φύλλα του τουρκικού τύπου της Κωνσταντινούπολης, ολόκληρο γορεό θρήνο, με τίτλο το ένδυμα της Μεσογείου. Την σημαίαν μου, ήτις επί των αποκρήμνων βράχων ψηλά είχε μείνει παντόρφανη, την κατεβίβασαν! Το είδες; Και τώρα στείλε μου τους αφρούς, οι οποίοι μέσα στΥ αφρόεντα κύματά σου κλαίουν την συμφοράν, ίνα από τα ερυθρά των ματιών μου μαργαριτάρια κατασκευάσω το πένθος της… Εγώ πια δεν κλαίω με δάκρυα. Κλαίω με αίμα. Τόσο βαρύ μου φαίνεται αυτό, και τόσον βουίζει το κεφάλι μου, όπου θέλω βράχον να τον κτυπήσω και να τον κάμω θρύμματα. Τραβήξου από μπροστά μου, άσπρη μου θάλασσα!!… Διότι το τελευταίο ποτήρι των δηλητηρίων που εποτίστηκα επιθυμώ να το πιω κοντά εις το μέρος της ορφανής σημαίας μου, την οποίαν κατεβίβασαν, και το οποίον τώρα έμεινε λάκκος. Εκάησαν τα σπίτια μου κι εγώ έτρεμα με οργήν. Εστραγγαλίσθησαν τΥ αδέλφια μου κι εγώ άφρισα από μίσος. Τα τζαμιά μου αντήχησαν από τους κώδωνας κι εγώ ελύσσαξα από εκδίκησιν. Αλλά κανένα από αυτά δεν με επριόνισε τόσον, όσον η καταβίβασις της σημαίας μου! ναι, της σημαίας μου εκεί κάτω στην Κρήτην. Αυτό μου έκοψε την πνοήν μου, αυτή κατέστησεν αδυνάτους και αυτούς τους παλμούς της καρδίας μου… Ύψωσα τας τρεμούσας χείρας μου προ του ιερού βωμού των τεμενών σου και εις Σε προσατενίζω και αναφωνώ. Κατεβίβασιν την εν Κρήτη σημαίαν μου, κατέστρεψαν το σύμβολον μιας ζώσης θρησκείας· εξεμηδένισαν την αίγλην και το μεγαλείον ενός Έθνους αγωνιζομένου υπέρ Σου! Κατεβίβασαν την εν Κρήτη σημαίαν μου σημαίνει κατεσπίλωσαν την τιμιωτέραν των τιμών, κατεπάτησαν την περιουσίαν των ορφανών· κατεκηλίδωσαν τον ουράνιον στέφανον. Σημαίνει ότι με κατεκρήμνισαν από τον θρόνον της ανδρείας και του ηρωισμού, με κατέρριψαν από τα βάθρα της χρηστότητος και της αρετής…”. Την 1η Δεκεμβρίου 1913 γίνεται η επίσημη ανακήρυξη της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Υψώνεται η ελληνική σημαία στο Φιρκά, και ο πόθος της Ένωσης, που πληρώνεται με σκληρούς αγώνες και ποταμούς αίματος, γίνεται πια πραγματικότητα. Εκ Δ.Σ Α.Φ.Κ – Ασπίς Ηρακλείου (Το παρόν έχει αναδημοσιευτεί από το μέλος της σελίδας μας Ασπίς Ηρακλείου)
H ENΩΣH THΣ KPHTHΣ ME THN YΠΟΛΟΙΠΗ EΛΛAΔA, 1η Δεκεμβρίου 1913
KAI TA ΠPO AYTHΣ ΔIAΔPAMATIΣΘENTA ΓEΓONOTA
Λαοί που ξεχνούν την ιστορία τους όπως πολύ εύστοχα ειπώθηκε, είναι καταδικασμένοι να την επαναλάβουν.
Μέσα στο πνεύμα της φράσης αυτής, που κινείται μεταξύ εθνικής επιταγής και εξορκισμού, θα γραφτούν λίγα λόγια μια που σήμερα συμπληρώνονται 98 χρόνια από την επίσημη Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Η Κρήτη είναι πολύμορφα σημαδεμένο από το χρόνο και την Ιστορία. Ρωμαίοι, Σαρακηνοί, Γενουάτες, Βενετοί, Τούρκοι και Γερμανοί στηριζόμενοι στη λογική της υπεροχής τους χρησιμοποιούν τους θαλάσσιους και εναέριους δρόμους και μακριά από φραγμούς και ηθικές αναστολές την καταλαμβάνουν.
Τα πέτρινα χρόνια της προτελευταίας κατοχής καλύπτουν το χρονικό διάστημα 1669-1898, και σηματοδοτούνται από πλήθος επαναστατικών εξεγέρσεων, κινημάτων και αψιμαχιών, κατά του Τούρκου δυνάστη. Ο ζυγός βαρύς. Τα μέτρα του κατακτητή σκληρά. Η συμπεριφορά απάνθρωπη. Τα δεινά αβάστακτα. Οι φορολογίες εξαντλητικές.
Από κάποιες ρωγμές που δημιουργούν αυτές οι πιεστικές καταστάσεις εκτινάσσεται ο θυμός και οι ηφαιστειακές εκρήξεις της κρητικής ψυχής. Η περιπετειώδης πορεία του κρητικού λαού στο διάβα του χρόνου, γέννησε μέσα τις τρίδυμες και ομογάλακτες λέξεις Ελευθερία – Θάνατος – Ένωση.
Χτυπημένες και οι τρεις ομοούσιες αυτές λέξεις στο αμόνι των αγώνων και των θυσιών, έχουν κατασταλάξει ως ειδικό βάρος μέσα στην ψυχή του κρητικού, κι έχουν φωλιάσει ως ιερό πάθος μέσα του. Ακολουθούν άλλωστε το δρόμο που έχουν χαράξει οι ένδοξες πατρογονικές καταβολές. Στις πυκνές εξεγέρσεις και το τακτικό ξεκήκωμα, δε στάθηκε εμπόδιο η υπεροχή του κατακτητή, οι υπερπολαπλάσιες δυνάμεις του και ο μέχρι οδόντων εξοπλισμός του. Αλλά και οι εξεγέρσεις αυτές δεν ήταν πράξεις παραλογισμού, έπαρσης ή αλαζονείας. Αποτελούσαν το προσάναμμα στο θυσιαστήριο της αδούλευτης σκέψης και μια συνειδητή προσφορά στον τομέα των πνευματικών αξιών. Η μια επανάσταση διαδέχεται την άλλη. Ο αγώνας για τη λευτεριά μακρύς και σκληρός. Κι εδώ ταιριάζει ο στίχος του ποιητή, για τον κρητικό που παλεύει και αγωνίζεται. Και πα στην πέτρα της σιωπής τα νύχια του ακονίζει, μονάχος κι αβοήθητος της λευτεριάς ταμένος.
Αλλά ας παρακολουθήσουμε τώρα τη ροή των γεγονότων που σημειώθηκαν στο πριν από την Ένωση χρονικό διάστημα.
Από τα πρώιμα κιόλας χρόνια της τουρκοκρατίας, αρχίζει η οργανωμένη αντίσταση κατά του κατακτητή, πότε με τη βοήθεια των Βενετών στα Χανιά το 1692 και πότε με την ενθάρρυνση των Ρώσων, στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη το 1770. Και οι δύο όμως εξεγέρσεις καταλήγουν σε αποτυχία, με μεγαλύτερες καταπιεστικές συνέπειες για τους υποδούλους. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, η χαρακτηριστική αγριότητα των γενιτσάρων, αυτοκρατορικών και ντόπιων, που είναι μοναδική ίσως στον ελληνικό χώρο.
Η ελληνική επανάσταση του 1821 εξαπλώνεται αμέσως και στην Κρήτη, παρά τη στρατιωτική υπεροχή του τουρκικού στοιχείου, την παντελή έλλειψη όπλων και εφοδίων και την άγρυπνη επιτήρηση των τουρκικών αρχών. Οι αγώνες της Κρήτης, που κινούνται στο ίδιο ιστορικό πλαίσιο με το ξεσήκωμα της άλλης Ελλάδας, διαρκούν 10 σχεδόν χρόνια και περνούν από φάσεις επιτυχίας, αλλά και οδυνηρών συνεπειών. Οι επαναστατικές εξεγέρσεις αρχίζουν από τα Σφακιά. Στις 7 Απριλίου 1821, πραγματοποιείται επαναστατική συνέλευση στη θέση Γλυκά Νερά.
Λίγο αργότερα, στις 15 Απριλίου, επαναλαμβάνεται η συνέλευση στην Παναγία τη Θυμιανή, που γίνεται η Αγία Λαύρα της Κρήτης. Στη συνέλευση παίρνουν μέρος 1500 επαναστάτες από όλη την Κρήτη και στις αρχές Ιουνίου αρχίζει επίσημα πια ο κρητικός αγώνας. Η πρώτη φάση των αγώνων διαρκεί ως το 1824, όταν οι Τούρκοι καλούν σε βοήθεια μεγάλες αιγυπτιακές δυνάμεις, που κατορθώνουν, σε φονικές μάχες, να καταπνίξουν τα επαναστατικά κινήματα, χαράσσοντας παράλληλα με τη φιλοπόλεμη τακτική τους φιλόδοξους μελλοντικούς στόχους. Η δεύτερη φάση αναζωπύρωσης της επανάστασης αρχίζει από τη Γραμβούσα το 1825. Απλώνεται σε όλο το νησί και διατηρείται με επιτυχία ως το 1830. Τότε υπογράφεται στο Λονδίνο το “Πρωτόκολλο”, με το οποίο παρέχεται στην Ελλάδα η ανεξαρτησία της. Έξω όμως από τα όριά της μένει το πολύπαθο νησί, που εξακολουθεί να βρίσκεται στην απόλυτη δικαιοδοσία του Σουλτάνου. Παίρνει έτσι τέλος ένας αγώνας δέκα χρόνων, που σημαδεύεται από αιματηρές θυσίες, χωρίς να δικαιώνει τους πόθους του κρητικού λαού. Με το ίδιο Πρωτόκολλο και σε αντάλλαγμα των υπηρεσιών που προσφέρει ο αντιβασιλέας της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλής στο Σουλτάνο, του παραχωρείται η Κρήτη στην τιμή των 21 εκατομμυρίων γροσίων. Αρχίζει πάλι μια νέα περίοδος “εστιλβωμένης δουλειάς”, όπως χαρακτηριστικά την αποκαλεί ο Β. Ψιλάκης, η οποία διαρκεί ως το 1840.
Με το πνεύμα του νέου κατακτητή, περιορίζονται οι αυθαιρεσίες των γενιτσάρων, χωρίς όμως η νέα κατοχή να είναι λιγότερο βαριά από την προηγούμενη. Ακολουθούν τη μέθοδο που τους διδάσκουν οι Ευρωπαίοι σύμβουλοί τους, σύμφωνα με την οποία “όσο περισσότερο εξαθλιώνεται οικονομικά ένας λαός, τόσο ασφαλέστερα εδραιώνεται η εθνική του υποδούλωση”. Εκπονείται βέβαια ένα ευρύ πρόγραμμα εκτέλεσης κοινωφελών έργων (γέφυρες, δρόμοι, υδραγωγεία, λιμενικά έργα), αλλά η υλοποίησή του στηρίζεται σε μια εξαντλητική φορολογία του κρητικού λαού.
Για να αποτινάξουν τα καταθληπτικά αυτά φορολογικά μέτρα, αλλά και για να διαμαρτυρηθούν ειρηνικά στις Μ. Δυνάμεις, σχετικά με τις αυθαιρεσίες της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας, ζητώντας παράλληλα την αυτονομία τους, πραγματοποιείται μεγάλη συγκέντρωση αντιπροσώπων στις Μουρνιές το 1833. Η συγκέντρωση αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη σύλληψη και τον απαγχονισμό 41 ατόμων, από τους πρωταιτίους της συγκέντρωσης.
Το 1840 οι Μ. Δυνάμεις, με τη Συνθήκη του Λονδίνου, επαναφέρουν και πάλι την Κρήτη στη σουλτανική κυριαρχία. Νέοι αγώνες ξεκινούν και νέες ελπίδες εναποθέτονται στο Ελληνικό κράτος και τις Μ. Δυνάμεις, για βοήθεια. Οι αγώνες αυτοί πραγματοποιούνται, άλλοτε με τη χρήση όπλων και άλλοτε με τη διπλωματική οδό.
To 1841 κηρύσσεται νέα επανάσταση. Στις Ανατολικές επαρχίες της Κρήτης αρχηγός είναι ο Λασιθιώτης οπλαρχηγός Γ. Βασιλογιώργης και στις Δυτικές οι αδελφοί Χαιρέτη. Η επανάσταση όμως έχει άδοξο τέλος.
Με τη συνθήκη των Παρισίων του 1856 εκδίδεται το Χάττι Χουμαγιούν, με το οποίο παραχωρούνται σημαντικά προνόμια στους Χριστιανούς υπηκόους. Οι παραβιάσεις των διατάξεών τους όμως στα επόμενα ως το 1898 χρόνια αποτελούν και τη βασική αιτία των πολλών εξεγέρσεων που σημειώνονται.
Με το κίνημα του Μαυρογένη το 1858 παραχωρούνται, με ειδικό φιρμάνι, στους Κρητικούς διάφορα φορολογικά, θρησκευτικά, διοικητικά και δικαστικά προνόμια, που μαλακώνουν ως ένα βαθμό τις συνθήκες της σκλαβιάς.
Η μεγάλη κρητική επανάσταση 1866-69 αποτελεί την κορυφαία έκφραση της επιθυμίας του κρητικού λαού για Ένωση και του πόθου του να ζήσει ελεύθερος. Δύο αφορμές πυροδοτούν τη νέα έκρηξη. Η επιβολή νέων φόρων και το λεγόμενο μοναστηριακό ζήτημα. Η επανάσταση διαρκεί τρία χρόνια και δίνει θαυμαστά δείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας. Απασχολεί ακόμα σοβαρά την ευρωπαϊκή διπλωματία, ως σημαντικό τμήμα του όλου ανατολικού ζητήματος. Αποκορύφωμα της νέας επανάστασης είναι το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου το Νοέμβριο του 1866, η γιγαντομαχία του Λασιθίου το Μάη του 1867, καθώς και οι φονικές μάχες που σημειώνονται σε πολλά χωριά των Χανίων, του Ρεθύμνου και του Ηρακλείου.
Το Αρκάδι σήμανε στο ρολόϊ της ιστορίας. Στάθηκε ένα ιστορικό ορόσημο που εκπέμπει μυνήματα και καθρεπτίζεται η δύναμη και η αποφασιστικότητα της κρητικής ψυχής. Χριστιανικές ψυχές που ο αριθμός τους φτάνει τις 964 από τις οποίες 259 πολεμιστές και 705 γυναικόπεδα βρίσκονται κλεισμένα στους χώρους του μοναστηριού.
Ο Μουσταφά Ναϊλή Πασάς περικυκλώνει το μοναστήρι με μια δύναμη 15.000 Τουρκοαιγυπτίων και Αλβανών και 30 κανόνια. Το διαμέτρημα μεγάλο. Η διαφορά δυνάμεων ασύγκριτη. Ομως δε σκέφτονται να παραδοθούν. Προτιμούν τον τίμιο θάνατο από τον τούρκικο εξευτελισμό. Και όταν πια το Αρκάδι λυγίζει κάτω από το βάρος του εχθρού που ενισχύεται συνεχώς, και το τούρκικο ασκέρι έχει μπει στους εσωτερικούς χώρους του μοναστηριού, ο Κωστής Γιαμπουδάκης ή κατΥ άλλη εκδοχή ο Εμμανουήλ Σκουλάς ανατινάσσουν την πυριτιδαποθήκη. Οι θόλοι της τινάζονται στον αέρα σκορπώντας το θάνατο σε πάνω από 2500 άτομα χωρίς διακρίσεις. Ο δραματικός επίλογος καταγράφει 864 χρ. νεκρούς και 164 αιχμαλώτους. Ανοιξαν όμως οι θόλοι του ουρανού για να καταγραφεί εις μνημόσυνον αιώνιον η ηρωική πράξη του Αρκαδίου. Μία φοβερά επέμβαση η έκρηξη, βοηθά τους ηττημένους, η αγωνία μετατρέπεται εις θρίαμβον, η δε ηρωική μονή, η δίκην φρουρίου αγωνισαμένη, αποθνήσκει ως ηφαίστειον, θα γράψει ο Βίκτωρ Ουγκώ και θα δημοσιεύσει η ελληνόφωνη εφημερίδα “Κλειώ” της Τεργέστης το 1867.
Έστελνε αντιλάλημα
σ ούλη την οικουμένη,
στην Κρήτη η ελευθεριά
δε στέκεται δεμένη.
Τη δραματική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί μετά την ανατίναξη της Μονής περιγράφει ο τότε πρεσβευτής της Ελλάδας στην Κρήτη Νικόλαος Σακκόπουλος με τα ακόλουθα λόγια: τα πτώματα των Χριστιανών μένουν εν τη μονή άταφα, τα δε των Τούρκων ετάφησαν εντός δεξαμενών και μεγάλων λάκκων ους ηνέωξαν, αντί δε σανίδων προς σκέπασμα των τάφων τούτων, μετεχειρίσθησαν τας ιεράς εικόνας. Αδύνατον είναι να προσεγγίσει τις σήμερον τα πέριξ της μονής ένεκα της πνιγηράς αποφοράς, ήτις εκτείνεται εις μεγάλην απόστασιν. Τα 37 παλικάρια που σφάχτηκαν στην Τράπεζα του μοναστηριού έμειναν άταφα μέχρι το 1869. Αλλά για ιστορικούς λόγους θα πρέπει να σταματήσουμε σε δύο πρόσωπα με πρωταγωνιστικό ρόλο στα γεγονότα του Αρκαδίου. Πρόκειται για τον επικεφαλής των εχθρικών δυνάμεων Αλβανό Μουσταφά Ναϊλή Πασά τον αποκαλούμενο “Γκιριτλή” δηλαδή κρητικό λόγω της μακράς παραμονής του στην Κρήτη. Πρώτη του γυναίκα ήταν η πανέμορφη σκλάβα Ελένη Βολανάκη από τα Σκουλούφια Ρεθύμνου. Ενας γιος της ο Βελή Πασάς είχε διατελέσει Διοικητής Κρήτης στην διετία 1856-58. Ήταν εκείνος που νεαρός αξιωματικός το 1828 είχε συντρίψει σε φονικές μάχες στο Φραγκοκάστελλο τον αντίπαλό του Χατζημιχάλη Νταλιάνη με τα επίλεκτα παλικάρια του, και τώρα γέρος εκπορθεί το Αρκάδι. Από την άλλη πλευρά ήταν ο ίδιος που πρόσφερε το σαπωνοποιείο του στα Χανιά για να ανεγερθεί ο σημερινός μητροπολιτικός ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, συμβάλλοντας μΥ ένα σεβαστό ποσό για την ανέγερσή του και την παράδοσή του στη θεία λατρεία.
Σύμφωνα με αιγυπτιακές πηγές εκείνος που κατάστρωσε το επιτελικό σχέδιο εκπρόθησης της μονής του Αρκαδίου ήταν ο Υπουργός των Στρατιωτικών της Αιγύπτου Φερίη Ισμαήλ Σελίμ Πασάς. Ήταν ο επικεφαλής των Αιγυπτιακών δυνάμεων που πολεμούσαν στην Κρήτη μαζί με τους Τούρκους στην επανάσταση 1866-69.
Καταγόταν από το χωριό Ψυχρό της επαρχίας Λασιθίου. Αιχμαλωτίστηκε μαζί με τΥ αδέλφια του από τους Τούρκους το 1823 και μεταφέρθηκε στην Αίγυπτο, όπου είχε ζηλευτή στρατιωτική εξέλιξη. Πέθανε στην Κρήτη την περίοδο της επανάστασης.
Με τις αλλεπάλληλες αυτές εκρήξεις της κρητικής ψυχής δέχεται ένα ηχηρό ράπισμα ο Τούρκος δυνάστης, επηρεάζεται η ευρωπαϊκή διπλωματία και ανοίγει το μονοπάτι για περιορισμένες και αργότερα ευρύτερες παραχωρήσεις στο λαό του αιματοκυλισμένου νησιού της Κρήτης. Το μονοπάτι αυτό αποτελεί ο “Οργανικός Νόμος”, που ισχύει από το 1868. Σύμφωνα με το νόμο αυτό, η Κρήτη ονομάζεται Γενική Διοίκηση, με διοικητή που διορίζεται από το Σουλτάνο και πλαισιώνεται από ένα μωαμεθανό και ένα χριστιανό σύμβουλο. Το νησί διαιρείται σε πέντε διοικήσεις και είκοσι επαρχίες, με ίση αντιπροσώπευση και των δύο στοιχείων. Ιδρύονται μεικτά δικαστήρια και αναγνωρίζεται η ισότητα των δύο γλωσσών. Με τον Οργανικό αυτό Νόμο διοικείται η Κρήτη ως το 1877. Με διάφορα όμως προσχήματα παραβιάζονται οι κατοχυρωμένες με το νόμο αυτό παραχωρήσεις των Τούρκων. Η έκρηξη του νέου Ρωσοτουρκικού πολέμου συμπίπτει με νέα επανάσταση στην Κρήτη.
Σύντομα ολόκληρο το νησί βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο των επαναστατών, εκτός από τα γνωστά Φούρια της Κρήτης, στα οποία καταφεύγουν οι Τούρκοι.
Αποτέλεσμα των αγώνων είναι η υπογραφή της Σύμβασης της Χαλέπας, τον Οκτώβρη του 1878, που αποτελεί το Νέο Οργανισμό της Κρήτης. Με τη σύμβαση αυτή δημιουργείται καθεστώς ημιαυτόνομης επαρχίας. Ο γενικός Διοικητής της Κρήτης μπορεί να είναι και Χριστιανός. Η πλειοψηφία της Βουλής αποτελείται από Κρητικούς. Ιδρύεται η χωροφυλακή, με αναλογική συμμετοχή και των δύο μερών. Χορηγείται γενική αμνηστία και θεσπίζεται μία προσωρινή φοροαπαλλαγή. Όμως τα νέα αυτά προνόμια καταπατούνται ύστερα από την αποτυχημένη επανάσταση του 1889, που έχει και πάλι αίτημα την Ένωση με την Ελλάδα. Η Τουρκία, με διάφορα προσχήματα, ανακαλεί τη Σύμβαση της Χαλέπας, επαναφέρει το παλιό καθεστώς, θεσπίζει καινούριους περιορισμούς και επιβάλλει νέες βαρύτατες φορολογίες. Με την “τυχερή” επανάσταση του 1895 και με αφορμή της βιαιότητες του τουρκικού στοιχείου, αναγκάζονται οι Μ. Δυνάμεις να επέμβουν. Πιέζουν έτσι την Πύλη και παραχωρεί στους Χριστιανούς πληρεξουσίους το Νέο Οργανισμό της Κρήτης. Με τον Οργανισμό αυτό εξασφαλίζουν το διορισμό Χριστιανού διοικητή, την οργάνωση κρητικής χωροφυλακής με ευρωπαίους αξιωματικούς και την οικονομική και διοικητική της αυτοτέλεια. Οι θέσεις των χριστιανών υπαλλήλων είναι διπλάσιες από τις θέσεις των Οθωμανών. Πρόεδρος της επαναστατικής επιτροπής είναι ο Σφακιανός πολιτευτής Μανούσος Κούνδουρος.
Οι άγριες σφαγές των χριστιανών στα Χανιά το 1897 από τον τουρκικό όχλο και η απόφαση των Μ. Δυνάμεων να προβολούν στη διεθνή κατοχή του νησιού, προκαλούν την επίσημη επέμβαση της Ελληνικής Κυβέρνησης, που στέλνει το συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο με εκστρατευτικό σώμα 1500 ανδρών. Σκοπός του είναι να καταλάβει την Κρήτη και να κηρύξει την Ένωσή της με την Ελλάδα.
Αποβιβάζεται με επιτυχία στο Κολυμπάρι. Η νέα αυτή επανάσταση απλώνεται γρήγορα και σκληρές μάχες διεξάγονται σΥ ολόκληρη την Κρήτη, με κέντρα την Αγιά, τα Λιβάδια, τις Βουκολιές, τις Αρχάνες κ.α. Οι ξένες Δυνάμεις ειδοποιούν το Βάσσο πως έχουν καταλάβει τις μεγάλες πόλεις και, αν προχωρήσει προς αυτές, θα τις βρει αντιμέτωπες.
Προτείνουν παράλληλα ως λύση την αυτονομία, που όμως απορρίπτεται κατηγορηματικά. Με την έκρηξη του άτυχου ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, η Ελλάδα αναγκάζεται να ανακαλέσει τις δυνάμεις της από την Κρήτη. Οι επικεφαλείς της κρητικής επανάστασης δέχονται τη λύση της αυτονομίας υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου, που προηγουμένως έχουν απορρίψει, αφού το όνειρο της Ένωσης αρχίζει να πομακρύνεται.
Ο αθηναϊκός τύπος της εποχής ασχολείται εκτενώς με το Κρητικό ζήτημα και δημοσιεύει καθημερινά άρθρα, σχόλια και ανταποκρίσεις που διεκτραγωγούν την κατάσταση στην Κρήτη και τη σκληρότητα των αγώνων του Κρητικού λαού.
Ο τελευταίος κρίκος της αλυσίδας των κρητικών επαναστάσεων είναι η επανάσταση των ετών 1895-1898. Η Μεταπολιτευτική Επιτροπή, που οργανώνει και διεξάγει την επανάσταση αυτή, στέκεται πιο τυχερή από τις προηγούμενες, γιατί κατορθώνει και απελευθερώνει την Κρήτη από τον τουρκικό ζυγό.
Το νικηφόρο τέρμα της Επανάστασης περιγράφει ο γερμανικός τύπος το Νοέμβριο του 1898, δημοσιεύοντας σχετικό σχόλιο του ανταποκριτή του στην Κρήτη Μαχ: “Η εκ Κρήτης απέλευσις των Τούρκων στρατιωτών και υπαλλήλων είναι πλέον τετελεσμένον γεγονόν και τη 23η Οκτωβρίου (4 Νοεμβρίου) ε. έτους κατελύθη πράγματι το επί της νήσου κράτος της ημισελήνου. Επί των Χανίων εκυμάτισεν η τουρκική σημαία από τας 20 Αυγούστου 1645, ήτοι εν όλω 253 έτη, επί του Ηρακλείου 229 έτη, επί του βράχου της Γραμβούσης 195 και επί του Πύργου της Σπιναλόγγας και της Σούδας 171. Οι έξ πελέκεις, οι σωζόμενοι επί των τειχών του Ηρακλείου εις ανάμνησιν της εφόδου της 27 Σεπτεμβρίου 1669, κατερρίφθησαν, εξηφανίσθησαν τα εμβλήματα του κυριάρχου και οι μαρμάρινοι λέοντες οι επισκοπούντες από των χρόνων των Ενετών τας υπό τους πόδας των μεταβολάς, δεν βλέπουσιν πλέον ενόπλους τους μουσουλμάνους, τους νικήσαντας ποτέ την υπερήφανον δημοκρατίαν”.
Έτσι, με σκληρούς αγώνες και αιματηρές θυσίες και με την ενεργοποίηση επιτέλους των Μ. Δυνάμεων, ανοίγει ο δρόμος της αυτονομίας και της Ένωσης. Οι πρεσβευτές της Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας και Ιταλίας ζητούν από το βασιλιά Γεώργιο της Ελλάδας να εγκρίνει το διορισμό του Πρίγκιπα Γεωργίου ως ύπατου Αρμοστή των Μ. Δυνάμεων υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Στις 9 Δεκεμβρίου 1898 και παρά τη διαμαρτυρία της Πύλης, φτάνει στα Χανιά, ως πρώτος Ύπατος Αρμοστής, ο Πρίγκιπας Γεώργιος και γίνεται δεκτός με απερίγραπτο ενθουσιασμό, ζωηρές επευφημίες και πρωτοφανείς εκδηλώσεις από το λαό της Κρήτης. Ο Πρίγκιπας διαβάζει από τον εξώστη του Διοικητηρίου Χανίων, το διάγγελμά του, με το οποίο καλεί το λαό σε πειθαρχία στους νόμους και σε ειρηνική συμβίωση. Η Κρητική Πολιτεία αποτελεί πια μια πραγματικότητα. Μια και μοναδική σημαία από λευκοσίδερο, τοποθετημένη στο ερημονήσι της Σούδας, συμβολίζει τα σκιώδη δικαιώματα του Σουλτάνου πάνω στην Κρήτη. Οι Μ. Δυνάμεις θέτουν το νησί υπό την υψηλή προστασία τους. Οι Ιταλοί τα Χανιά, οι Ρώσοι το Ρέθυμνο, οι Αγγλοι το Ηράκλειο και οι Γάλλοι το Λασίθι. Την επόμενη μέρα φεύγουν από την Κρήτη οι ναύαρχοι των Μ. Δυνάμεων. Το μεγάλο έργο της ανασυγκρότησης και οργάνωσης της Κρητικής Πολιτείας, που ψηφίζεται από τη Γενική Συνέλευση, μπαίνει αμέσως σε εφαρμογή. Λίγες μέρες αργότερα, στις 29 του Απρίλη, ο Πρίγκιπας σχηματίζει την πρώτη του κυβέρνηση, με την ακόλουθη σύνθεση Συμβούλων: (Υπουργοί) Ελευθ. Βενιζέλος της Δικαιοσύνης, Μανούσος Κούνδουρος των Εσωτερικών και της Συγκοινωνίας, Νικόλαος Γιαμαλάκης της Δημόσιας Εκπαίδευσης και των Θρησκευτικών, Κων. Φούμης των Οικονομικών και Χασάν Σκυλλιανάκης της Δημόσιας Ασφάλειας.
Η πρώτη αυτή κυβέρνηση επιδίδεται με ζήλο και ενθουσιασμό στο έργο της περισυλλογής και της οργάνωσης. Εκδίδει νόμους και διατάγματα, κόβει και κυκλοφορεί νόμισμα, ιδρύει και λειτουργεί την Τράπεζα Κρήτης. Προσκαλεί Ιταλούς αξιωματικούς και υπαξιωματικούς που οργανώνουν την ντόπια Χωροφυλακή και κυκλοφορεί τα πρώτα γραμματόσημα.
Μπορεί να πει κανείς πως τα πρώτα χρόνια της Αρμοστείας του Πρίγκιπα “υπήρξαν έτη ευδαίμονα διά την Κρήτην , υπό έποψιν δημοσίας τάξεως, διοργανώσεως και εργασίας εκπολιτιστικής”, σημειώνει στο Ημερολόγιό του ο Μαν. Κούνδουρος. Με τις οργανωτικές όμως αδυναμίες του Συντάγματος δίνονται υπερεξουσίες στον ηγεμόνα, με αποτέλεσμα να ασκεί κατά τρόπο απολυταρχικό και αδιάλλακτο την εξουσία.
Σημειώνονται έτσι τα πρώτα απολυταρχικά συμπτώματα. ΣΥ αυτό συντελεί και η άποψη των Κρητών, που δέχονται το καθεστώς της αυτονομίας ως εντελώς μεταβατικό, που διευκολύνει τη χωρίς καθυστέρηση Ένωση.
Το επίμαχο εθνικό θέμα της Ένωσης, δημιουργεί διαφορετικές εκτιμήσεις μεταξύ του Πρίγκιπα και του Συμβούλου της Δικαιοσύνης Ελ. Βενιζέλου, του οποίου ξεχωρίζει η ηγετική φυσιογνωμία και η πολιτική διορατικότητα. Το γεγονός αυτό καταλήγει στην απόλυση του Βενιζέλου από το αξίωμά του. Ύστερα από διαφωνίες και συνεχείς προστριβές, που καταλήγουν σε ανοιχτή σύγκρουση του Βενιζέλου με τον Ύπατο Αρμοστή, εκδηλώνεται η γνωστή ως επανάσταση Θερίσου (1905), με αρχηγούς τον Ελ. Βενιζέλο, τον Κων/νο Φούμη και τον Κων/νο Μάνο. Η επανάσταση διαρκεί ως το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. Ο Βενιζέλος οργανώνει στο Θέρισο την προσωρινή Κυβέρνηση Κρήτης. Η επανάσταση κηρύσσει την Ένωση και ζητεί να φύγει ο Πρίγκιπας από την Κρήτη. Οι ξένες δυνάμεις, θορυβημένες από την κατάσταση που διαμορφώνεται στην Κρήτη, κινούνται για την εξομάλυνση του θέματος με διαπραγματεύσεις, που καταλήγουν στην παραίτηση του Γεωργίου, αφού το κίνημα του Θερίσου και η πολιτική του Βενιζέλου δικαιώνονται.
Ο πρίγκιπας Γεώργιος υποβάλλει την παραίτησή του στις 12 Σεπτεμβρίου 1906 και αναχωρεί από την Κρήτη. Με υπόδειξη του βασιλιά Γεωργίου, εκλέγεται ως Αρμοστής Κρήτης ο πρώην πρωθυπουργός, έμπειρος και μετριοπαθής πολιτικός, Αλέξανδρος Ζαΐμης, που έρχεται στο Νησί και αναλαμβάνει τα καθήκοντά του το Σεπτέμβρη του 1906. Ψηφίζεται περισσότερο φιλελεύθερο Σύνταγμα και νέοι νόμοι. Η οικονομία αρχίζει να αναλαμβάνει γρήγορα. Ξεχωριστό ενδιαφέρον επιδεικνύεται για τη βελτίωση της εκπαίδευσης και την αναβάθμιση της δημόσιας υγείας.
Τον Ιούλιο του 1908 ένα μεγάλο μέρος από τα στρατεύματα των Μ. Δυνάμεων αποσύρεται από την Κρήτη. Αναλαμβάνουν ακόμα την υποχρέωση να αποχωρήσει μέσα σΥ ένα χρόνο και ο τελευταίος ευρωπαίος στρατιώτης.
Η εξέλιξη στο μεταξύ διαφόρων διεθνών γεγονότων ενισχύει τον πόθο των Κρητών για την Ενωση. Το Σεπτέμβριο του 1908, κι ενώ ο Ζαΐμης απουσιάζει στην Αίγινα, πραγματοποιείται παγκρήτια συγκέντρωση στα Χανιά, που κηρύσσει την κατάργηση της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας και την Ένωσή της με την Ελλάδα. Η Κρητική Βουλή επικυρώνει τη λαϊκή αυτή θέληση και συγκροτεί προσωρινά Κυβέρνηση διακομματικού χαρακτήρα, με πρόεδρο τον Α. Μιχελιδάκη, που αναλαμβάνει και διοικεί το Νησί στο όνομα του βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου Α.
Η ελληνική κυβέρνηση, για να αποφύγει την τουρκική, αλλά και τις διεθνείς αντιδράσεις, δεν προχωρεί στην επίσημη αναγνώριση της Ένωσης.
Οι Μ. Δυνάμεις δεν φαίνεται να αντιδρούν στις νέες εξελίξεις.
Με την ύψωση όμως της ελληνικής σημαίας στο φρούριο του Φιρκά, στην είσοδο του λιμανιού των Χανίων, αρχίζει η αντίδρασή τους και απαιτούν αμέσως την υποστολή της.
Δεν βρίσκεται όμως Κρητικός, για να αναλάβει τέτοιο ρόλο και αποβιβάζεται μεικτό άγημα που αποκόβει τον ιστό της σημαίας. Η ελληνική κυβέρνηση, ανήμπορη για οποιαδήποτε δράση και βλέποντας τον κίνδυνο τουρκικής απόβασης στο Νησί, προβαίνει σε συστάσεις στους Κρητικούς, προς το σκοπό να ακολουθούν τις υποδείξεις των Μ. Δυνάμεων.
Το 1911 οργανώνονται ένοπλες λαϊκές συγκεντρώσεις, που επιτείνονται με την άρνηση του Πρωθυπουργού της Ελλάδας Ε. Βενιζέλου να δεχτεί την είσοδο των Κρητών βουλευτών στην Ελληνική Βουλή, πράγμα που δεν επιτρέπουν φυσικά οι τότε κρατούσες συνθήκες, παρά την επιμονή τους. Με την έκρηξη των Βαλκανικών πολέμων του 1912, το Ελληνικό Κοινοβούλιο ανοίγει τις πύλες του και οι Κρήτες βουλευτές γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό και θερμές εκδηλώσεις.
Η οριστική λύση του Κρητικού ζητήματος δίδεται στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, το Φλεβάρη του 1913. Με τη συνθήκη του Λονδίνου, το Μάη του 1913, παραχωρείται η Κρήτη στην Ελλάδα.
Οι Κρητικοί αφαιρούν την τουρκική σημαία από το νησάκι της Σούδας, που είναι το τελευταίο σύμβολο της τουρκικής επικυριαρχίας στην Κρήτη.
Η αφαίρεση της Τουρκικής σημαίας από το νησάκι της Σούδας στοίχισε πολλά στους Τούρκους. Αυτό συνάγεται μεταξύ των άλλων και από τον απαρηγόρητο μουσουλμάνο λόγιο της εποχής, που δημοσίευσε στα φύλλα του τουρκικού τύπου της Κωνσταντινούπολης, ολόκληρο γορεό θρήνο, με τίτλο το ένδυμα της Μεσογείου.
Την σημαίαν μου, ήτις επί των αποκρήμνων βράχων ψηλά είχε μείνει παντόρφανη, την κατεβίβασαν! Το είδες; Και τώρα στείλε μου τους αφρούς, οι οποίοι μέσα στΥ αφρόεντα κύματά σου κλαίουν την συμφοράν, ίνα από τα ερυθρά των ματιών μου μαργαριτάρια κατασκευάσω το πένθος της…
Εγώ πια δεν κλαίω με δάκρυα. Κλαίω με αίμα. Τόσο βαρύ μου φαίνεται αυτό, και τόσον βουίζει το κεφάλι μου, όπου θέλω βράχον να τον κτυπήσω και να τον κάμω θρύμματα.
Τραβήξου από μπροστά μου, άσπρη μου θάλασσα!!… Διότι το τελευταίο ποτήρι των δηλητηρίων που εποτίστηκα επιθυμώ να το πιω κοντά εις το μέρος της ορφανής σημαίας μου, την οποίαν κατεβίβασαν, και το οποίον τώρα έμεινε λάκκος. Εκάησαν τα σπίτια μου κι εγώ έτρεμα με οργήν. Εστραγγαλίσθησαν τΥ αδέλφια μου κι εγώ άφρισα από μίσος. Τα τζαμιά μου αντήχησαν από τους κώδωνας κι εγώ ελύσσαξα από εκδίκησιν.
Αλλά κανένα από αυτά δεν με επριόνισε τόσον, όσον η καταβίβασις της σημαίας μου! ναι, της σημαίας μου εκεί κάτω στην Κρήτην. Αυτό μου έκοψε την πνοήν μου, αυτή κατέστησεν αδυνάτους και αυτούς τους παλμούς της καρδίας μου…
Ύψωσα τας τρεμούσας χείρας μου προ του ιερού βωμού των τεμενών σου και εις Σε προσατενίζω και αναφωνώ. Κατεβίβασιν την εν Κρήτη σημαίαν μου, κατέστρεψαν το σύμβολον μιας ζώσης θρησκείας· εξεμηδένισαν την αίγλην και το μεγαλείον ενός Έθνους αγωνιζομένου υπέρ Σου! Κατεβίβασαν την εν Κρήτη σημαίαν μου σημαίνει κατεσπίλωσαν την τιμιωτέραν των τιμών, κατεπάτησαν την περιουσίαν των ορφανών· κατεκηλίδωσαν τον ουράνιον στέφανον. Σημαίνει ότι με κατεκρήμνισαν από τον θρόνον της ανδρείας και του ηρωισμού, με κατέρριψαν από τα βάθρα της χρηστότητος και της αρετής…”.
Την 1η Δεκεμβρίου 1913 γίνεται η επίσημη ανακήρυξη της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Υψώνεται η ελληνική σημαία στο Φιρκά, και ο πόθος της Ένωσης, που πληρώνεται με σκληρούς αγώνες και ποταμούς αίματος, γίνεται πια πραγματικότητα.
Εκ Δ.Σ
Α.Φ.Κ – Ασπίς Ηρακλείου
Use Facebook to Comment on this Post