xOrisOria News

Αναζητώντας τη συνείδηση – Σχέση εγκεφάλου συνείδησης

Αναζητώντας τη συνείδηση - Σχέση εγκεφάλου συνείδησης.
Νευροεπιστήμονες, φιλόσοφοι και επιστήμονες της πληροφορικής μόλις άρχισαν να μας αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός μας γεννά τις πιο μύχιες σκέψεις μας.
Το τηλέφωνο χτυπά επίμονα και σας ξυπνά από βαθύ ύπνο. Απλώνετε το χέρι για να το κλείσετε, όμως δεν αναγνωρίζετε καμιά γνωστή επιφάνεια. Στα τυφλά αναζητάτε το διακόπτη, που εδώ και χρόνια βρίσκεται πάνω από το κεφάλι σας. Στη θέση του υπάρχει ένα άγνωστο κεφαλάρι κρεβατιού. Συνοφρυώνεστε κι αναζητάτε μια εξήγηση, επιστρατεύοντας τη μνήμη σας…

Η αγωνία σας φουντώνει. Μα πού πήγαν; Πού βρίσκονται; Κάτι τέτοιες στιγμές μπορεί ακόμα και ν’ αναρωτηθείτε Ποιος είμαι;. Λίγο αργότερα, με τη βοήθεια της μνήμης καταφέρνουμε να συνειδητοποιήσουμε το ξύπνημά μας σε κάποιο άγνωστο δωμάτιο ξενοδοχείου.

“Αυτή η κατάσταση περιορισμένης συνείδησης, που όλοι μας έχουμε βιώσει κάποια στιγμή στη ζωή μας, διαρκεί μόνο μερικές στιγμές. Όμως αρκεί για ν’ αντιληφθούμε το πώς θα ήταν η ζωή μας αν απουσίαζε η συνείδηση”, επισημαίνει ο Αντόνιο Νταμάζιο, διάσημος νευροεπιστήμονας στο πανεπιστήμιο της Αϊόβα (ΗΠΑ). Τουλάχιστον ένας ορισμένος τύπος συνείδησης – στην καθημερινή γλώσσα, με τον όρο “συνείδηση” περιγράφουμε πολλά και διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα.
Εκτός από τη συνείδηση-επίγνωση υπάρχει και η συνείδηση-αυτεπίγνωση, η οποία σχετίζεται με την προσωπική φυσική και νοητική μας υπόσταση, αλλά και η αυτοβιογραφική συνείδηση, που οικοδομείται από τις μνήμες του παρελθόντος και τα μελλοντικά μας σχέδια. Επίσης υπάρχει η ηθική συνείδηση, το σύστημα αξιών που μας επιτρέπει ν’ αποδεχόμαστε ή να απορρίπτουμε τις πράξεις και τις σκέψεις μας. Η ηθική συνείδηση δεν είναι παγιωμένο σύστημα στο κοινωνικό επίπεδο˙ μεταβάλλεται από εποχή σε εποχή και από πολιτισμό σε πολιτισμό, όπως και με την ηλικία σε προσωπικό επίπεδο. Σήμερα μάλιστα γίνεται πολύς λόγος ακόμα και για υπολογιστικές μηχανές προικισμένες με συνείδηση.
Αν αυτή είναι η τυπική περιγραφή που μας δίνουν τα λεξικά για τη συνείδηση, τότε η εικόνα της συνείδησης που μας προσφέρουν οι φιλόσοφοι είναι πολύ διαφορετική. “Το 17ο αιώνα ο Καρτέσιος και ο Γαλιλαίος έκαναν σαφή διάκριση μεταξύ της φυσικής-υλικής πραγματικότητας, την οποία περιγράφει η επιστήμη, και της άυλης-πνευματικής πραγματικότητας, της ψυχής, την οποία θεωρούσαν ξένη προς τα ενδιαφέροντα της επιστημονικής έρευνας”, συνοψίζει ο Τζον Σιρλ, καθηγητής φιλοσοφίας του νου στο πανεπιστήμιο UCLA (Μπέρκλεϊ, ΗΠΑ). Και προσθέτει: “Αυτή η διάκριση ανάμεσα στην ενσυνείδητη νόηση και στη μη συνειδητή ύλη αποδείχθηκε ωφέλιμη για την επιστημονική έρευνα, γιατί απελευθέρωσε ένα ευρύτατο πεδίο ερευνών από τον ασφυκτικό, εκείνη την εποχή, έλεγχο της εκκλησιαστικής εξουσίας, επιτρέποντας την επιστημονική μελέτη του φυσικού κόσμου”.

Η ύλη του νου
Η διάκριση μεταξύ πνεύματος και ύλης ή σώματος και νου επικράτησε για αιώνες και τροφοδότησε μεγάλες φιλοσοφικές και επιστημονικές διαμάχες. Στις μέρες μας ελάχιστοι επιστήμονες, όπως ο νευροφυσιολόγος Τζον Εκλς και ο μαθηματικός Ρότζερ Πενρόουζ, υποστηρίζουν αυτή τη διάκριση.
Στις μέρες μας η πλειοψηφία των ερευνητών θεωρεί ότι αποτελεί πλέον εμπόδιο για την έρευνα και την πρόοδο των γνώσεών μας. “Η συνείδηση είναι φυσικό, βιολογικό φαινόμενο”, υποστηρίζει ο Σιρλ, “που μπορεί να συγκριθεί με την πέψη – φαινόμενο που θα κατορθώσουμε να κατανοήσουμε πλήρως μόνο όταν καταλάβουμε το πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος”. Ο εγκέφαλος λοιπόν είναι η βιολογική μηχανή που παράγει όλα τα νοητικά φαινόμενα˙ είναι η πραγματική ύλη του νου και της συνείδησης.
Ας δούμε μερικές από τις λειτουργίες αυτής της πολύπλοκης μηχανής, αρχίζοντας από την επίγνωση, το μηχανισμό εκείνο που μας επιτρέπει να επιλέγουμε, δηλαδή να συνειδητοποιούμε μόνο όσα δεδομένα μπορούμε ή μας ενδιαφέρουν από την πραγματικότητα.

Η επίγνωση
“Είναι μια περίπλοκη διαδικασία”, υποστηρίζει ο Τζέραλντ Έντελμαν, νομπελίστας νευροεπιστήμονας που εργάζεται στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Σαν Ντιέγκο, “ικανή να επιλέγει μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου σε ποια περίπτωση ή κατάσταση πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή του το άτομο ανάμεσα στις δισεκατομμύρια καταστάσεις ή σκηνές που γίνονται αντιληπτές από τις αισθήσεις ή δημιουργούνται από τον εγκέφαλο”.
Προσπαθώντας να σκεφτούμε αυτή την εκπληκτική ικανότητα επιλογής της συνείδησης, θα μπορούσαμε να φανταστούμε ένα σκηνοθέτη με την κινηματογραφική του κάμερα. Η συνείδηση λοιπόν μοιάζει με αλληλουχία από καρέ με ηχητική επένδυση. Αντίθετα όμως από τα φιλμ, είναι εμπλουτισμένη με συναισθήματα, αρώματα, αισθήματα αφής, με κάποιες σκηνές που παίζονται σε επανάληψη, με θραύσματα από προηγούμενα επεισόδια που ανασύρθηκαν από τη μνήμη, αλλά και με κάποιες σκηνές που γυρίστηκαν στο μέλλον.
Για παράδειγμα, όταν φανταζόμαστε το πώς θ’ αντιδρούσαν οι γονείς ή ο διευθυντής μας σε κάποια είδηση. Σ’ αυτή την περίπτωση ο θεατής είναι και ο σκηνοθέτης. Ο θεατής-σκηνοθέτης αποφασίζει τι θα βρίσκεται σε πρώτο πλάνο, τι στο φόντο και τι κατά τη διάρκεια των σκηνών. Επιπλέον, επιλέγει ανάμεσα στις εκατομμύρια δυνατές σκηνές που ο εγκέφαλος επιτρέπει να γυριστούν.
Αυτοσυνείδηση
Ένας άλλος τύπος συνείδησης είναι η επίγνωση που έχει κάθε άτομο για τον εαυτό του ως υποκείμενο. Επιστρέφουμε στο παράδειγμα του φιλμ˙ εφόσον είσαι ο σκηνοθέτης, η κάθε σκηνή θα έχει τη δική σου οπτική γωνία. Το φιλμ της συνείδησης είναι υποκειμενικό, και η ίδια σκηνή θα ήταν πολύ διαφορετική αν γυριζόταν από διαφορετικούς σκηνοθέτες. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο: το δάγκωμα ενός σκύλου. Η αντίδρασή του δεν είναι συνειδητή˙ δεν έχει επίγνωση του εαυτού ή του εγώ που δέχεται την επίθεση.
Αυτό αποδεικνύουν τριάντα χρόνια έρευνας στην αυτοσυνείδηση των ζώων, την οποία πραγματοποίησε ο Γκόρντον Γκάλαπ, ψυχολόγος στο State University της Νέας Υόρκης. “Ο σκύλος δεν έχει αυτοσυνείδηση, ούτε το δελφίνι, ο γορίλας ή άλλα πρωτεύοντα”, υποστηρίζει ο Γκάλαπ. Απόδειξη; Μπροστά στον καθρέφτη ο σκύλος γαβγίζει στο είδωλό του, το μυρίζει, μετά από λίγο το αγνοεί και δεν καταλαβαίνει ποτέ ότι ήταν το είδωλό του.
Την ικανότητα αναγνώρισης του εαυτού, που υποδηλώνει την ύπαρξη αυτοσυνείδησης, έχουν μόνο οι χιμπατζήδες, οι ουρακοτάγκοι και οι άνθρωποι. Για να μελετήσει την αυτοσυνείδηση, ο Γκάλαπ νάρκωσε τα ζώα και ζωγράφισε μια κόκκινη βούλα στο πρόσωπό τους. Μόνο οι χιμπατζήδες, βλέποντας το σημάδι στο είδωλό τους, έβαλαν το χέρι πάνω στο σημάδι και μύρισαν τα δάχτυλα για να καταλάβουν τι συμβαίνει.

Νεογέννητα χωρίς ψυχή;
Οι άνθρωποι κατά τη γέννησή τους δε διαθέτουν αυτοσυνείδηση. Αυτή εμφανίζεται μόνο 18-24 μήνες μετά τη γέννηση και αντιστοιχεί χρονικά με την περίοδο ωρίμανσης του προμετωπιαίου φλοιού του εγκεφάλου.
“Πριν απ’ αυτή την ηλικία τα βρέφη κοιτάζουν το είδωλό τους στον καθρέφτη όπως και τα υπόλοιπα ζώα, δηλαδή σαν να είχαν απέναντί τους κάποιο συνομήλικο”, επισημαίνει ο Γκάλαπ. “Μετά τα δεύτερα γενέθλιά τους όχι μόνο μπορούν ν’ αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη, αλλά αρχίζουν να χρησιμοποιούν τις προσωπικές αντωνυμίες “εγώ”, “εμένα”. Αμέσως μετά αρχίζουν να καταλαβαίνουν την ψυχική κατάσταση των άλλων παιδιών και τα παρηγορούν όταν κλαίνε.
“Το να έχουμε επίγνωση του εαυτού μας και των συναισθημάτων μάς επιτρέπει να χρησιμοποιούμε την εμπειρία μας για να κατανοήσουμε την ψυχική κατάσταση και τις διαθέσεις των άλλων”, εξηγεί ο Γκάλαπ. Επιπλέον, αυτή η ικανότητα συνταύτισης με τα βιώματα των άλλων μας επιτρέπει να προβλέπουμε τις αντιδράσεις τους στη συμπεριφορά μας.
Η αυτοσυνείδηση αποτελεί τη βάση της λεγόμενης αυτοβιογραφικής συνείδησης. Χάρη σ’ αυτή τελειώνει και η βρεφική αμνησία. “Η αυτοβιογραφική συνείδηση εξαρτάται από τις αναμνήσεις των καταστάσεων που έζησε συνειδητά το άτομο κατά το παρελθόν”, εξηγεί ο Νταμάζιο. Και συνεχίζει: “Περιέχει τα ιδιαίτερα ληξιαρχικά μας στοιχεία, τι μας αρέσει και τι όχι, αλλά και το πώς αντιδρούμε στα προβλήματα. Χάρη στην αυτοσυνείδηση υπάρχει στο προσωπικό συναίσθημα ο πόνος, η εμπειρία, το ημερήσιο φιλμ της προσωπικής μας ζωής”.

Γκρίζο χορτάρι
Τα ανθρώπινα μάτια μπορούν να δουν το κόκκινο, αλλά όχι το υπεριώδες. Για μας το χορτάρι είναι πράσινο και οι μαργαρίτες κίτρινες. Η μέλισσα δε βλέπει το κόκκινο, αλλά μπορεί να συλλάβει το υπεριώδες. Έτσι βλέπει το χορτάρι γκρίζο και τις μαργαρίτες σε χρώμα πορφυρό. Πράγματι, τα χρώματα είναι η μετάφραση που κάνει ο εγκέφαλός μας στις πληροφορίες που φτάνουν από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού.
Οι ήχοι είναι επίσης η εγκεφαλική μετάφραση των δονήσεων του αέρα – όπως ακριβώς και η αφή δεν είναι παρά η μετάφραση της διαφοράς πίεσης πάνω στο δέρμα. Επίσης τα συναισθήματα και ο πόνος είναι “τεχνητές” κατασκευές του νευρικού συστήματος και του εγκεφάλου μας.
Η συνειδητή εικόνα που έχουμε για τον κόσμο δεν είναι προϊόν παθητικής αντανάκλασης, αλλά δημιουργία του εγκεφάλου μας, ενός υλικού οργάνου που παράγει την άυλη νόηση – βιολογικού οργάνου που εξελίχθηκε και εξελίσσεται για να εξασφαλίσει την επιβίωση του ανθρώπου.

Οι ψηφίδες του μωσαϊκού
Για να ερμηνεύσει την πραγματικότητα, ο εγκέφαλός μας πρέπει πρώτα να τη συλλάβει μέσω των αισθήσεων και κατόπιν να την αποδομήσει σε μικρότερα κομμάτια, σαν να μην ήταν κάτι ενιαίο, αλλά ένα μωσαϊκό αποτελούμενο από πολλές ψηφίδες. Κάθε ψηφίδα αντιστοιχεί σε μια εξειδικευμένη ομάδα νευρικών κυττάρων, τους εγκεφαλικούς πυρήνες. Οι οπτικές πληροφορίες αποτυπώνονται στον αμφιβληστροειδή, ο οποίος τις αποδομεί και τις στέλνει με τη μορφή νευρικών σημάτων στο θάλαμο, περιοχή στο κέντρο του εγκεφάλου όπου βρίσκονται οι οπτικοί πυρήνες.
Εκεί τα σήματα διαχωρίζονται και ερμηνεύονται από τους πυρήνες που είναι υπεύθυνοι για τα χρώματα είτε ως χρώματα είτε ως οριζόντιες ή κατακόρυφες γραμμές, ανάλογα με το αν διεγείρονται οι αντίστοιχοι πυρήνες. Πρόκειται για έναν από τους πολλούς διαχωρισμούς που συντελούνται στο θάλαμο. Σ’ αυτό τον ενδιάμεσο σταθμό επεξεργασίας των νευρικών πληροφοριών διαχωρίζονται επίσης οι ήχοι και τα δεδομένα της αφής.
Ο εγκέφαλος αποκωδικοποιεί τόσα είδη αισθητικών πληροφοριών όσες είναι και οι θύρες εισόδου που διαθέτει -η όραση, η ακοή, η γεύση, η όσφρηση, η αφή-, καθώς και τις εσωτερικές αισθήσεις, όπως ο πόνος ή η πείνα. Ο Μπέντζαμιν Λάιμπετ, νευροεπιστήμονας στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, ανακάλυψε ότι ο εγκέφαλος χρειάζεται πεντακόσια χιλιοστά του δευτερολέπτου για να επεξεργαστεί συνειδητά πληροφορίες από την εξωτερική πραγματικότητα, ενώ του αρκούν εκατόν πενήντα για τον αισθητηριακό εντοπισμό χωρίς συνειδητή επεξεργασία.
Για παράδειγμα, όταν βλέπουμε κάποια αδιάφορα πράγματα, όπως έναν πεζό τη στιγμή που οδηγούμε. Η διαδικασία της συνειδητοποίησης κάποιων πραγμάτων προκαλεί μια ανεπαίσθητη χρονική καθυστέρηση ανάμεσα σ’ αυτό που βλέπουμε ή αισθανόμαστε και σ’ εκείνο που έχουμε επίγνωση ότι είδαμε ή αισθανθήκαμε.
Πώς καταφέρνουν όμως οι οπτικές πληροφορίες που σχηματίζονται στις ινιακές περιοχές του εγκεφάλου -πίσω και χαμηλά στο κεφάλι- ν’ αναμειγνύονται και να συνδυάζονται με τις ακουστικές πληροφορίες που προέρχονται από τον κροταφικό λοβό, την περιοχή του φλοιού πάνω από το αφτί, αλλά και τις συναισθηματικές πληροφορίες που προέρχονται από την αμυγδαλή (σημαντικό εγκεφαλικό πυρήνα); Πώς καταφέρνει το θέατρο της συνείδησης να δημιουργεί συνεκτικές και ενοποιημένες σκηνές; Για ολόκληρες δεκαετίες, οι ερευνητές αναζητούσαν μια μοναδική κεντρική αυλαία στην οποία υποτίθεται ότι εκτυλίσσονται όλες οι συνειδητές πράξεις. Σήμερα είναι σχεδόν βέβαιοι ότι δεν υπάρχει καμιά κεντρική αυλαία μέσα στον εγκέφαλό μας. Η συνείδηση δεν είναι κάποιος χώρος ή τόπος, αλλά μια σύνθετη διαδικασία που παράγει μια καθορισμένη συχνότητα κύματος.

Κύματα σαν αυτά των ραντάρ
Ο πρώτος που υποστήριξε αυτή τη θεωρία ήταν ο μεγάλος νευροφυσιολόγος Ροδόλφος Λίνας, διευθυντής του Κέντρου Φυσιολογίας και Βιοφυσικής στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Ο Λίνας υποστηρίζει ότι στη συνείδηση εισέρχονται μόνο οι πληροφορίες που τα νευρικά κύτταρα επαναμεταδίδουν στο θάλαμο με τρόπο συγχρονισμένο και συντονισμένο σε μια βασική κυματική συχνότητα σαράντα Χερτς, δηλαδή σαράντα κύκλων ανά δευτερόλεπτο.
Η υπόλοιπη αδιάκοπη φλυαρία των κυττάρων που μεταδίδεται σε διαφορετικό μήκος κύματος μένει έξω από τη συνείδηση. Σύμφωνα με τον Λίνας, η συλλογή αυτών των πληροφοριών πραγματοποιείται από έναν κυτταρικό δακτύλιο, το λεγόμενο πολυπέταλο πυρήνα του θαλάμου. Σ’ αυτό το σημείο γεννιέται ένα κύμα νευρικών ώσεων παρόμοιο με μια δέσμη κυμάτων ραντάρ. Αυτό το κύμα διατρέχει το σύνολο του εγκεφάλου, κάνοντας έναν πλήρη γύρο κάθε 12,5 χιλιοστά του δευτερολέπτου.
Σε κάθε πλήρη γύρο περισυλλέγει τις πληροφορίες που καταφθάνουν απ’ όλες τις εξειδικευμένες περιοχές του εγκεφάλου, οι οποίες όμως γίνονται αντιληπτές ως ένα μοναδικό και ενιαίο φωτόγραμμα – η αποκρυστάλλωση της συνείδησης σε μια δεδομένη στιγμή.

Σαν φιλμ σε επιτάχυνση
Όταν μια νέα ομάδα νευρικών κυττάρων ενεργοποιείται, δηλαδή συντονίζεται στη συχνότητα των σαράντα Χερτς, ένα νέο φωτόγραμμα διαμορφώνεται, ενώ η ομάδα κυττάρων που είχε ενεργοποιηθεί πριν, τώρα σωπαίνει και το φωτόγραμμά της σβήνει. Τα φωτογράμματα του φιλμ της συνείδησης διαδέχονται το ένα το άλλο σε διαλείμματα των 12,5 χιλιοστών του δευτερολέπτου – δηλαδή με ογδόντα φωτογράμματα το δευτερόλεπτο, ενώ στις κινηματογραφικές ταινίες η διαδοχή είναι 24 το δευτερόλεπτο.
Η διαδοχή τους είναι λοιπόν αρκετά γρήγορη, ώστε να γίνονται αντιληπτά ως κάτι συνεχές. Η συνείδηση λοιπόν, όπως και κάθε άλλη ανώτερη λειτουργία του νου, δεν ανήκει στο άυλο βασίλειο της ψυχής, ούτε όμως εντοπίζεται κάποιο καθορισμένο κέντρο του εγκεφάλου˙ δεν είναι ουσία, είναι διαδικασία. Μια τρομερά πολύπλοκη διαδικασία που αναδύεται από την απέραντη ζούγκλα από νευρώνες, συνάψεις και μικροκυκλώματα που υπάρχουν μέσα στο κρανίο μας.
Πόσο προφανή έχουν καταστήσει οι νευροεπιστήμες, στις μέρες μας, τη σχέση του εγκεφάλου με τη συνείδηση; Δεκατρείς επιστήμονες διαφόρων πεδίων συναντήθηκαν στο Ξυλόκαστρο, με τη συμμετοχή του Focus, και απάντησαν στο ερώτημα.

Ο Ανδρέας Παπανικολάου (Καθηγητής και Διευθυντής του τμήματος Κλινικών Νευροεπιστημών, Κέντρο Επιστημών Υγείας του Χιούστον, Παν/μιο του Τέξας) έθεσε το αρχικό ερώτημα του συμποσίου:
“Ο πληροφορημένος πολίτης του 21ου αιώνα για των μεν θεολόγων το αλάθητο πάντα αμφιβάλλει για των δε νευροεπιστημόνων σπανίως. Όσο για τους νευροεπιστήμονες, στην πλειοψηφία τους, με την αφέλεια (ή και την οίηση) των απολύτως πεπεισμένων προτείνουν ως επιστημονικό πόρισμα ότι ο εγκέφαλος παράγει συνείδηση – μια πρόταση με προφανώς τεράστιες επιπτώσεις. Αναρωτήθηκα λοιπόν αν όντως έχουμε, εμείς οι νευροεπιστήμονες τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία θα έπειθαν τον όποιο καλοπροαίρετο άνθρωπο που δεν συμμερίζεται την πεποίθησή μας – τον Πλατωνικό Σωκράτη, ας πούμε – ότι ο εγκέφαλος παράγει συνείδηση όπως μια κιθάρα μουσική ή τα νεφρά ούρα, και έθεσα το ερώτημα αυτό στους Έλληνες συναδέλφους…”

Να ποιες ήταν οι απαντήσεις των ειδικών:
Κώστας Κριμπάς (Ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας και Ιστορίας της Βιολογίας Παν/μίου Αθηνών, Επίτιμος Καθηγητής Γενετικής Γεωπονικού Παν/μίου Αθηνών, Ακαδημαϊκός)
Τάχθηκε “Εις υπεράσπισιν του μονισμού”. Παρατηρεί: “… οι νοητικοί μηχανισμοί δεν είναι τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο από τους αντιστοιχούντες σε αυτούς βιολογικούς μηχανισμούς” και παραφράσοντας τον Carl Vogt, σημειώνει: “Όπως τα κύτταρα του νεφρού παράγουν ούρα και του ήπατος χολή έτσι και οι νευρώνες παράγουν σκέψη. Τα νευρικά κύτταρα έχουν ως ρόλο την μεταφορά πληροφορίας, μηνυμάτων και εντολών. Μεταφέρουν πληροφορές από ένα δίκτυο που παρακολουθεί την εσωτερική κατάσταση του οργανισμού, τι συμβαίνει σε κάθε τμήμα του, όπως και τι συμβαίνει στον εξωτερικό του χώρο. Στον άνθρωπο η κατηγοριοποίηση και η νοηματοδότηση, η αποβλεπτικότητα και η συναισθηματική επένδυση αποτελούν εξελικτικές επινοήσεις, εφόσον τα ένστικτα δεν αρκούσαν για την αντιμετώπιση των απρόβλεπτων καταστάσεων που είχε να αντιμετωπίσει. Το θέμα της συνείδησης βεβαίως δεν έχει λυθεί”, ωστόσο αποτελεί άποψή του: “ότι είναι δυνατή μια πρόταση λύσεως και ως εκ τούτου το πρόβλημα δεν είναι εξ υπαρχής άλυτο”.

Στέλιος Κερασίδης (Φυσικός, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Παν/μίου της Κρήτης)
Και μόνο το γεγονός πως τα ψυχονοητικά φαινόμενα γίνονται αντιληπτά από το υποκείμενο και είναι παντελώς ανύπαρκτα για κάθε εξωτερικό παρατηρητή, αρκεί για να δείξει το πόσο διαφορετικά είναι από όλα τα γνωστά φυσικά φαινόμενα (συμπεριλαμβανομένων και των νευρωνικών), για τα οποία όλοι οι παρατηρητές μπορούν να συμφωνήσουν με τη χρήση μόνο ορισμένων συνθηκών μετατροπής.
Τα μοντέλα των νευρικών κυττάρων που διεγείρονται ή αναστέλλονται, μπορούν να περιγράψουν έναν εγκέφαλο-αυτόματο με αντανακλαστικές αποκρίσεις, αλλά όχι έναν εγκέφαλο που βιώνει, που έχει επίγνωση, αφηρημένη σκέψη και φαντασία.
Οι προτεινόμενες “λύσεις” του προβλήματος της συνείδησης είναι πολύ μακριά από του να αποτελούν λύση του, πιθανώς γιατί λείπουν ακόμα θεμελιώδεις γνώσεις-κλειδιά γι αυτό. Με τα σημερινά δεδομένα, είναι απολύτως ανεδαφική κάθε σκέψη αναγωγής της ψυχολογίας στη νευροεπιστήμη, με την έννοια του να συνάγονται τα ψυχονοητικά αντικείμενα από τις δραστηριότητες των νευρώνων, όταν ούτε στο απλοϊκότατο μοντέλο του ιδανικού αερίου η θερμοκρασία δεν εξάγεται μετρώντας τις ταχύτητες των μορίων (η μέση κινητική ενέργεια των μορίων είναι μια μακροσκοπική κι όχι μικροσκοπική μεταβλητή, όπως συνήθως λαθεμένα αναφέρεται).

Αντώνης Μοσχοβάκης (Καθηγητής Φυσιολογίας, Ιατρικό Τμήμα του Παν/μίου της Κρήτης)
Μολονότι λεπτομερής απάντηση στην ερώτηση “πώς η νόηση παράγεται από ηλεκτροχημικές διεργασίες του εγκεφάλου” δεν είναι προς ώρας δυνατή, το περίγραμμά της αρχίζει να διαφαίνεται.
Οι Νευροεπιστήμες προελαύνουν σε ένα ευρύ μέτωπο που περιλαμβάνει τον αστακό και την κουκουβάγια, την ακρίδα και τον πίθηκο, τον βάτραχο και τον άνθρωπο, κλπ. Χάρις σε αυτές καταλαβαίνουμε εγκεφαλικές διεργασίες που εξυπηρετούν την όραση και την ακοή, την όσφρηση και την ισορροπία, την κίνηση των ματιών, της βάδισης κ.λ.π.
Πληροφρορίες από τη νευροανατομία και τη νευροφυσιολογία, από την ψυχολογία και τη νευρολογία ενσωματώνονται σε υπλογιστικά μοτέλα που αναπαράγουν ψυχοφυσικούς νόμους, τις κυματομοφές εκφόρτισης νευρώνων, καθώς και τα αποτελέσματα βλαβών και ηλεκτρικού ερθισμού του εγκεφάλου. Δεδομένων όλων αυτών, είναι εύλογη η προσδοκία διαθεωρητικής αναγωγής της Ψυχολογίας σε Νευροεπιστήμες που με τη σειρά της συνεπάγεται οντολογική αναγωγή του νου στον εγκέφαλο.
Εκτός από την ανάπτυξη του επιχειρήματος αυτού, η τοποθέτησή μου περιλαμβάνει μια θεωρία της “αναγωγής” παραδείγματα Νευροεπιστημονικών εξηγήσεων φαινομένων qualia (π.χ. ζώνες του Mach από τον Hartline) και σχόλια σχετικά με το επιστημονικό status της Ψυχολογίας και τον ανώμαλο μονισμό.

Ειρήνη Σκαλιώρα (Διδάκτωρ Νευροβιολογίας, Ερευνήτρια στο Παν/μιο της Οξφόρδης)
Το ερώτημα του κατά πόσο ο εγκέφαλος είναι σε θέση να παράγει τη συνείδηση, για την ώρα τουλάχιστον, παραμένει έξω από τα όρια της νευροεπιστημονικής έρευνας. Η νευροεπιστήμη μπορεί να το προσεγγίσει, αλλά αδυνατεί να το αναλάβει εξ ολοκλήρου. Η συνείδηση δεν μπορεί παρά να είναι προϊόν του εγκεφάλου γιατί:
1.      Κάθε άλλη απάντηση οδηγεί σε κάποια μορφή δυϊσμού και καταλήγει σε ανέφικτη διχοτόμηση της πραγματικότητας σε οργανικά και νοητικά καθιστώντας αδύνατη οποιαδήποτε σχέση εξήγησης μεταξύ τους.
2.      Γνωρίζουμε ήδη ότι ο εγκέφαλος παράγει όραση, ακοή, μνήμη, κλπ, καθώς και συνθετικά προϊόντα αυτών-με άλλα λόγια αυτό που συχνά αποκαλούμε πρωτογενή συνείδηση.
3.      Συγκεκριμένες και συχνά εντοπισμένες διαταραχές του εγκεφαλικού ιστού προκαλούν συγκεκριμένες διαταραχές συνείδησης. Τέτοιου είδους επιχειρηματολογία, καθώς και τα εντυπωσιακά ευρήματα των νευροεπιστημών, δύσκολα θα πείσουν έναν εκ πεποιθήσεως δυϊστή γιατί δεν καταλήγουν σε κάποιο παραγωγικό μόντελο για την αιτιακή σχέση εγκεφάλου-συνείδησης. Τέτοιο μοντέλο ίσως να μην υπάρξει ποτέ και άλλωστε δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της υποκειμενικής εμπειρίας. Για τέτοιου είδους ζητήματα, αρμοδιότερες είναι επιστήμες όπως η ψυχολογία και η ψυχανάλυση, που έχουν σαν αντικείμενο τους τα όσα συμβαίνουν μεταξύ εγκεφάλων.

Γιώργος Ζαρκαδάκης (Μηχανικός Αυτομάτων Συστημάτων, Διδάκτωρ Τεχνητής Νοημοσύνης, διευθυντής του περιοδικού Focus)
Υπάρχει μόνο ένας τρόπος για την επιστημονική επιβεβαίωση της κυρίαρχης αντίληψης ότι ο εγκέφαλος παράγει ή εγείρει την συνείδηση: Η ανάπτυξη μιας πειραματικής διάταξης η οποία θα επιβεβαιώνει, ή θα διαψεύδει, μια επιστημονική θεωρία της συνείδησης.
Τα υπάρχοντα μέσα, π.χ. τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων, δεν αρκούν διότι είναι σχεδιασμένα με βάση άλλου τύπου επιστημονική γνώση π.χ. μεταβολισμός γλυκόζης σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου.
Μια βιολογική θεωρία του νου οφείλει να συνθέτει τα πορίσματα της έρευνας των νευροεπιστημόνων με εκείνα των επιστημόνων των συστημάτων, των βιολόγων, των ψυχολόγων και των κοινωνιολόγων. Το «συνειδησιόμετρο» του μέλλοντος θα είναι μια μάλλον απρόβλεπτη σήμερα μηχανή.

Ηλίας Κούβελας (Καθηγητής Φυσιολογίας, Τμήμα Ιατρικής του Παν/μίου Πατρών)
Η συνείδηση είναι χαρακτηριστικό του φυσικού κόσμου στον οποίο ζούμε και εκφράζεται με την λειτουργία του εγκεφάλου. Στην συνείδηση εντάσσεται η κατάσταση του να έχει κανείς επίγνωση των πραγμάτων μέσα στον κόσμο, να έχει νοητικές εικόνες του παρόντος. Πρόκειται για ό,τι, χάριν συντομίας, ονομάζουμε «πρωτογενή συνείδηση» και υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός δεδομένων που υποστηρίζουν ότι αυτό το είδος της συνείδησης εκπορεύεται απο τις λειτουργίες του εγκεφάλου.
Αυτό όμως που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο είναι η «συνείδηση ανώτερης τάξης», η οποία περιλαμβάνει την αναγνώριση απο ένα σκεπτόμενο υποκείμενο των πράξεων και των συναισθημάτων του. Ενσαρκώνει ένα μοντέλο της προσωπικότητας στο παρελθόν το παρόν και το μέλλον.
Η παλαιοανθρωπολογία μας παρέχει δεδομένα που υποστηρίζουν ότι η ικανότητα του ανθρώπου να αναγνωρίζει τον εαυτόν του στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον αναδύεται στο φυσικό κόσμο απο την στιγμή που ο εγκέφαλος αποκτά ένα ορισμένο μέγεθος και εμφανίζονται ορισμένες εγκεφαλικές δομές όπως η περιοχή Broca, η οποία στον Ηomo sapiens σχετίζεται με τις λειτουργίες της γλώσσας.

Θανάσης Καράβατος (Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχιατρικής, Διευθυντής της Α΄ Ψυχιατρικής Κλινικής του ΑΠΘ)
Η ενότητα της φύσης ερείδεται στην εξελικτική (μη ιεραρχική) στρωμάτωση ανόργανο-οργανικό-βιολογικό-ψυχολογικό-κοινωνικό. Ο «ψυχισμός» δεν είναι ά-υλος αλλά υλικότατος, διακριτός πάντως και μη αναγόμενος στα νευρωνικά κυκλώματα. Όντας ένα σκαλί παραπάνω, απαιτεί ξεχωριστή γλώσσα για να περιγραφεί, ανάλογα προς ό,τι -λίγο παραπάνω- συμβαίνει με το «κοινωνικό» ή –λίγο παρακάτω—συμβαίνει με το «βιολογικό» [προσοχή, η γνωστική ψυχολογία είναι μία όχι η ψυχολογία].
Συναισθηματικές επενδύσεις, αντιληπτικές διαδικασίες, αναπαραστάσεις και δράση [με τη γλώσσα γίνεται πράξη] συνδιαμορφώνουν σταδιακά το δίπολο υποκειμενικότητα – κοινωνικότητα, επιβάλλοντας και τη διάκριση σώμα-αντικείμενο / βιούμενο-σώμα. Η δυαδικότητα αυτή [όχι δυϊσμός] αντιστοιχεί στην ανάλογη δυαδικότητα του σημαίνοντος – σημαινόμενου, που θυμίζει την άλλη και γνωστότερη του σωματιδίου-κύματος.
«Γλώσσα σημαίνει να σημαίνεις την εμπειρία, όχι να τη ζεις», τόνιζε ο αξέχαστος φίλος Μάριος Μαρκίδης. Αμφίβολο το «παραγωγικό πρότυπο», πλην όμως βρίσκω χρήσιμο τον διάλογο μεταξύ νευροεπιστήμης και ψυχανάλυσης που, χωρίς εκατέρωθεν αλαζονείες, ίσως και προσεγγίσει κάπως την αμφίπλευρη κατάσταση των πραγμάτων που διαπιστώνουμε όταν επισκοπούμε τον εγκέφαλο και τη συνείδηση.

Ελένη Σαββάκη (Καθηγήτρια Φυσιολογίας, Ιατρικό Τμήμα του Παν/μίου της Κρήτης)
Τα εύκολα προβλήματα που αφορούν τη συνείδηση, π.χ. η εστίαση της προσοχής, η ανακοίνωση κάποιων νοητικών καταστάσεων και ο έλεγχος της συμπεριφοράς μπορεί να εξηγηθούν επιστημονικά με αναφορά σε νευρωνικούς και υπολογιστικούς μηχανισμούς.
Ωστόσο, το δύσκολο πρόβλημα, δηλαδή η υποκειμενική άποψη της εμπειρίας, παρουσιάζει ένα εξηγητικό χάσμα ανάμεσα στο φυσικό υπόστρωμα (τον εγκέφαλο) και τη φαινομενική εμπειρία (το νου). Με τα σημερινά δεδομένα, δεν δικαιολογείται η οντολογική αναγωγή του νου στον εγκέφαλο, ούτε και η επιστημολογική αναγωγή της ψυχολογίας στη βασική νευροεπιστήμη, διότι δεν γνωρίζουμε τα νευρωνικά σύστοιχα της συνείδησης, δεν μπορούμε να μιλήσουμε για αιτιότητα και κατά μείζονα λόγο για εξίσωση ή ταύτιση.
Είναι θεμιτό να αμφισβητείται η τρέχουσα μεθοδολογική προσέγγιση. Αλλωστε, είναι αμφίβολο εάν η συνείδηση (οντολογικά υποκειμενική) μπορεί να μελετηθεί με επιστημολογικά αντικειμενικό τρόπο. Προς το παρόν, όπως οι νοησιοκράτες (μενταλιστές) δεν μπορούν να παρουσιάσουν ένα ελέγξιμο μοντέλο που να δείχνει πώς ο «νους» αλληλεπιδρά με τον «εγκέφαλο», έτσι και οι υλιστές δεν μπορούν να εξηγήσουν πώς τα «νευρωνικά κυκλώματα» γεννούν το «νου».

Γιώργος Παπαδόπουλος (Διδάσκει Φαρμακολογία στην Ιατρική Σχολή και Ιστορία της Ιατρικής στο Τμήμα Μ.Ι.Θ.Ε. του Παν/μίου Αθηνών)
Οι νευροεπιστήμες δεν είναι σε θέση να αποδείξουν ότι ο εγκέφαλος παράγει τον ψυχισμό, ούτε να αποφανθούν, κατά οποιονδήποτε τρόπο, περί αυτού, το οποίο παραδοσιακά στη φιλοσοφία (αλλά και στην κοινή γλώσσα) ονομάζεται ψυχή ή πνεύμα.
Κι αυτό κυρίως γιατί έχουν αρνηθεί (με παραδειγματικό τρόπο) να ασχολούνται με αυτούς τους χώρους – και στρέφονται αποκλειστικά σε όσα είναι συμβατά με την υλιστική και, κυρίως, θετικιστική ιδεολογία τους. Και όταν συζητούν για ψυχικά φαινόμενα (μάλλον για να τα χαρακτηρίσουν ως «επιφαινόμενα» αναφέρονται σε μια «ψυχή» Καρτεσιανού δυϊσμού, ενώ αρνούνται πεισματικά (ή αδυνατούν) να λάβουν υπ’ όψιν τους τις πραγματικές θέσεις που κυριαρχούσαν στη φιλοσοφία και την επιστήμη από την αρχαία Ελλάδα μέχρι το τέλος της Αναγέννησης και που χαρακτηρίζονταν από την ιδέα της ενότητας της φύσης με πρωτοκαθεδρία του πνεύματος.

Θανάσης Τζαβάρας (Καθηγητής Ψυχιατρικής και Νευροεπιστημών στο ΜΙΘΕ)
Το ζήτημα για τις πιθανές σχέσεις εγκεφάλου και του συνειδέναι- σχέσεις λειτουργιών του Νευρικού Συστήματος με την ποικιλία των λειτουργικών εκφάνσεων- αντίληψη- μνήμη- μάθηση- εγρήγορση- προσοχή- νόηση- συναίσθημα κλπ εν ολίγοις το συμπεριφέρεσθαι, παραμένει ζήτημα και ερώτημα ανοικτό, γιατί οι πιθανές απαντήσεις συστηματικά “μολύνονται” από φιλοσοφικές ή και ψυχολογικές προκαταλήψεις των ερευνητών.
Με τα μέχρι τούδε δεδομένα των νευρο- και ψυχο- επιστημών, το μόνο που μπορούμε να δεχτούμε είναι ότι το Σώμα (το ΚΝΣ) και η Ψυχή (το συνειδέναι και το συμπεριφέρεσθαι) διαθέτουν πιθανότατα διαφορετική ΥΦΗ αλλά έχουν κοινή υπόσταση. Θα πρέπει εν τέλει, να ληφθεί υπόψη ότι τα δεδομένα σε αυτά τα πεδία παραμένουν ανεπαρκή και αποσπασματικά, τα δε πρότυπα ανάλυσής τους δεν έχουν επαρκώς ενσωματώσει καινούργιες λογικές συμπερασμού έξω από παραδοσιακές αναζητήσεις γραμμικών αιτιακών σχέσεων.

Κώστας Πόταγας (Λέκτορας Νευρολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών)
Δεν μπορεί να είναι βέβαιο πως τίποτε δεν υπάρχει στη βιβλιογραφία των νευροεπιστημών που να δίνει κάποια απάντηση στο ερώτημα, αν και σίγουρα όχι συγκροτημένα. Η πολυπλοκότητα του εγκεφάλου, το γεγονός δηλαδή πως πολύπλοκων λειτουργιών υπόκεινται πολύπλοκες δομές, αφήνει και τις δυο εκδοχές ανοικτές ενώ επιτρέπει και τη δυνατότητα πρόβλεψης πως ποτέ, καμιά απάντηση δεν θα είναι εφικτή.
Η μελέτη της ίδιας της υποκειμενικότητας (ή ατομικότητας) θα μπορούσε να αποτελέσει το κλειδί μιας αρχής ανοίγματος στο ερώτημα. Για παράδειγμα στην όσφρηση η αναπαράσταση του ερεθίσματος είναι κάτι σαν δακτυλικό αποτύπωμα, χαρακτηριστικό του κάθε ατόμου. Η μοναδική αυτή κυτταρική διάταξη, για ένα και μόνο άτομο και για μια και μόνη ουσία, είναι που καθορίζει την αίσθηση που τελικά παράγεται. Έχουμε εδώ μια ένδειξη πως ο εγκέφαλος, με την όποια διάταξη κυττάρων του, είναι εκείνος που παράγει την αίσθηση του ερεθίσματος, έστω κι αν γι’ αυτό του χρειάζεται το ερέθισμα.
Ναι, ο συγκεκριμένος Σωκράτης, με το γέρικο σκαρί του, την πολιτική του εμπειρία, τη γνώση των συμπολιτών του, τα δόγματά του και τη συνεπαγόμενη κυτταρική του δομή, κάτω από αυτές τις συγκεκριμένες συνθήκες, θα νοιώσει αυτό το συγκεκριμένο συναίσθημα, όπως μια συγκεκριμένη λύρα, με το παλιό της καβούκι, με τη συγκεκριμένη πίεση στις παλιωμένες και τις καινούργιες της χορδές, κάτω από αυτή τη θερμοκρασία και την υγρασία, θα βγάλει μια ορισμένη μουσική. Θα ήταν ωστόσο εξαιρετικά κακοπροαίρετο να προσπαθεί κανείς να τον πείσει γι’ αυτό.

Παναγιώτης Πεφάνης (Φυσικός, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας της Επιστήμης ΕΜΠ):
Ο εγκέφαλος υποκαθορίζει το νου. Από την άλλη, δεν είναι δυνατό κάποιος να πειστεί από εμπειρικά τεκμήρια και αυτό όχι μόνο επειδή δεν υπάρχουν καθαρές από θεωρία εμπειρίες, αλλά και γιατί η φύση του θέματος συνδέεται με καθοριστικές για την υποκειμενικότητα του καθένα επιλογές.
Όσον αφορά τη δυνατότητα συγκρότησης προτύπου για τη σχέση συνείδησης – εγκεφάλου αναδεικνύεται ως καίριο πρόβλημα η μοναδικότητα της ανθρώπινης αίσθησης πρακτικής δηλαδή της υποκειμενικής συνείδησης την οποία διαμορφώνουν οι πολυσχιδείς και διαπλεκόμενες νοητικές διαδρομές που συνθέτουν το προσωπικό ύφος του κάθε ανθρώπου όταν αντιμετωπίζει μια συγκεκριμένη συγκυρία.
Από αυτή τη μοναδικότητα πηγάζει μια συνεχής αβεβαιότητα που εμποδίζει την πραγμάτωση ενός παραγωγικού ιδανικού προτύπου το οποίο όμως δεν είναι αναγκαίο ως προοπτική. Προτείνω προσανατολισμό σε σειρές από στοχαστικά πρότυπα που διασυνδέονται και συγκροτούν ποικίλης εμβέλειας και στόχευσης εξηγητικές γενικεύσεις σε συνδυασμό με μια ευρύτερη εκδοχή υλικότητας σε ένα διεπιπεδικό, πολυμορφικό πλαίσιο που θα μπορεί να περιέχει εκτός από τις συμβατικές μορφές ύλης και όσα μορφώματα θεωρούνται προϊόντα της, με εγγενή ιδιότητα να επαναπροσδιορίζεται στο διηνεκές.
Ο Ανδρέας Παπανικολάου συνοψίζοντας το ηλεκτρονικό συμπόσιο ανέφερε:
Πρώτον, φαίνεται πως όλοι οι συμποσιαστές συμφωνούν στο ότι δεν υπάρχει πρότυπο περί ου ο λόγος, αν και κάποιοι διατείνονται ότι θα προκύψει αργά ή γρήγορα, πράγμα που σημαίνει ότι οι σχετικές εξαγγελίες των νευροεπιστημόνων δέον να προσεγγίζονται με την ίδια κριτική στάση που αντιμετωπίζονται αυτές των θεολόγων.
Διαφορετικά μεροληπτούμε και δείχνουμε λογική ασυνέπεια η οποία στην επιστήμη είναι ανάλογη του αμαρτήματος στη θεολογία. Δεύτερον, κάποιοι υποστηρίζουν πως δεν χρειαζόμαστε παραγωγικό πρότυπο για να στηρίξουμε ή να δικαιώσουμε την πεποίθησή μας ότι ο εγκέφαλος παράγει ψυχισμό, στην οποία περίπτωση πάλι διερωτώμαι πού τότε να την στηρίξουμε, δεδομένου ότι ως επιστήμονες δεν μπορούμε να επικαλεστούμε το «πίστευε και μη ερεύνα». Άλλοι, τέλος, υποστηρίζουν, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, ότι είναι φύσει αδύνατο να προκύψει το εν λόγω πρότυπο και συμφωνώ.
focusmag.gr

http://gerasimos-politis.blogspot.gr/2011/11/blog-post_24.html

Use Facebook to Comment on this Post