Τρόποι καταπολέμησης της ανεργίας

Χωρίς αμφιβολία η ανεργία, της οποίας τα πρωτεία κατέχει η χώρα μας επί μεγάλο χρονικό διάστημα, αποτελεί οικονομική, κοινωνική αλλά και ψυχολογική μάστιγα…

του Κώστα Χριστίδη

Είναι βαθειά η πλύση εγκεφάλου που υφίσταται ο ελληνικός λαός από διάφορους αυτιστικούς υπουργούς, μέλη κάποιας αριστερής ή κομμουνιστικής πλατφόρμας, που περιφέρονται νυχθημερόν στα τηλεοπτικά κανάλια (ή στις πλατείες, όπως συνέβη την ημέρα της Πρωτομαγιάς), προβάλλοντας τις ανυποχώρητες “κατακόκκινες γραμμές” τους ως προς εργασιακά ή ασφαλιστικά θέματα, τις ιδιωτικοποιήσεις κλπ. Επίκουροι στην προσπάθειά τους αυτή είναι πολλοί εργατολόγοι, ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, συνδικαλιστές κ.ά., οι οποίοι άπαντες προσπαθούν να μας πείσουν πόσο κακό πράγμα είναι οι “ομαδικές απολύσεις” (χωρίς, όμως, να μας λέγουν πόσο καλό πράγμα είναι… οι προσλήψεις, ατομικές ή ομαδικές, με εξαίρεση αυτές που πραγματοποιούνται ή εξαγγέλλονται στον δημόσιο τομέα)!

Χωρίς αμφιβολία η ανεργία, της οποίας τα πρωτεία κατέχει η χώρα μας επί μεγάλο χρονικό διάστημα, αποτελεί οικονομική, κοινωνική αλλά και ψυχολογική μάστιγα. Πώς, όμως, μπορεί να μειωθεί η ανεργία και να δημιουργηθούν νέες, παραγωγικές θέσεις εργασίας (και κατ’ επέκταση να ενισχυθεί η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος); Από τί εξαρτάται η ύπαρξη αξιοπρεπών μισθών; Πολύ απλά, όταν δύο εργαζόμενοι τρέχουν πίσω από έναν εργοδότη για μία θέση εργασίας, οι μισθοί πέφτουν (και η ανεργία αυξάνεται). Ενώ όταν δύο εργοδότες τρέχουν πίσω από έναν εργαζόμενο, οι μισθοί ανεβαίνουν (και η ανεργία μειώνεται).

Σε πιο επιστημονικούς όρους, η απασχόληση και το ύψος των μισθών διαμορφώνονται από την ζήτηση και την προσφορά εργασίας. Η ζήτηση εργασίας εξαρτάται από τα κεφάλαια που είναι διαθέσιμα προς επένδυση, τα οποία τοποθετούνται βάσει των προσδοκιών για το κέρδος που μπορεί να πραγματοποιηθεί και της πιθανότητας με την οποία αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί. Κάθε τι που συμβάλλει στην αύξηση της αβεβαιότητας (π.χ. πολιτική και νομισματική αστάθεια, διαρκώς μεταβαλλόμενο φορολογικό καθεστώς, απρόβλεπτες αντιδράσεις της γραφειοκρατίας) δρα αποτρεπτικά για επενδύσεις και, επομένως, για δημιουργία θέσεων εργασίας. Ως προς την προσφορά εργασίας, αυτή εξαρτάται από δημογραφικούς κυρίως παράγοντες και, σε κάποιο βαθμό, από την κατάλληλη μεταναστευτική πολιτική.

Η προσέλκυση επενδύσεων επηρεάζεται, μεταξύ πολλών άλλων, και από την εργατική νομοθεσία που ισχύει σε κάθε χώρα. Επί του θέματος είναι χαρακτηριστικά τα σχετικά συγκριτικά στοιχεία μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας που παραθέτει το περιοδικό Economist (25.04.15). Ο γαλλικός εργατικός κώδικας σήμερα ανέρχεται σε 3.809 σελίδες, 45% περισσότερες από ό,τι προ μίας δεκαετίας! Το έτος 2001 η ανεργία σε Γαλλία και Γερμανία ήταν περίπου ίση και δεν υπερέβαινε το 8%. Σήμερα στην Γερμανία είναι κάτω του 5% και στην Γαλλία άνω του 10%. Οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις που θέσπισε το 2003 ο Γερμανός (σοσιαλιστής) καγκελάριος Σραίντερ περιελάμβαναν μείωση της διάρκειας λήψεως του επιδόματος ανεργίας, διευκόλυνση των απολύσεων και ευελιξία σε μισθούς και ωράρια που επέτρεψαν την δημιουργία πολλών νέων θέσεων εργασίας, ιδίως στον τομέα χαμηλόμισθων υπηρεσιών. Αντιθέτως στην Γαλλία, η έμφαση δόθηκε στην “προστασία” των ήδη απασχολούμενων (insiders), πράγμα που απέτρεψε την δημιουργία νέων, αορίστου χρόνου θέσεων εργασίας και οδήγησε τους εργοδότες να προσφέρουν απασχόληση, στο 80% των περιπτώσεων, μόνο για ορισμένη βραχεία διάρκεια (τριών μηνών ή λιγότερο). Σήμερα η γαλλική κυβέρνηση υπό τον νέο, μεταρρυθμιστή πρωθυπουργό Μανυέλ Βαλς, προσπαθεί να εισαγάγει μεγαλύτερη ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις, ενθαρρύνοντας τις ενδο-επιχειρησιακές συμβάσεις και μειώνοντας τις ασφαλιστικές εισφορές, ωστόσο κινείται με αργό ρυθμό και διστακτικότητα, πράγμα που μπορεί να καταστήσει το όλο εγχείρημα όψιμο και ανεπαρκές. Αντίθετα, άλλες χώρες, και μάλιστα του Ευρωπαϊκού Νότου (Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία), προχωρούν με ταχύτερους ρυθμούς στην κατάργηση δήθεν προστατευτικών διατάξεων για τους μισθωτούς (περιλαμβανομένης της μείωσης ή και της πλήρους κατάργησης του κατώτατου μισθού), με αποτέλεσμα οι ευνοϊκές επιπτώσεις επί της ανεργίας να είναι ήδη ορατές.

Σε πρόσφατη διάλεξή του στην χώρα μας ο νομπελίστας οικονομολόγος Χριστόφορος Πισσαρίδης (στην οποία, εξ όσων αντιλήφθηκα, ουδείς κυβερνητικός παράγων παραβρέθηκε) τόνισε από την πλευρά του την σημασία της διευκόλυνσης της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού για την δημιουργία μίας “κοινωνικά βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης”. Πέραν των ρυθμίσεων της εργατικής νομοθεσίας, όπως αυτές που προαναφέρθηκαν, ο διακεκριμένος ομιλητής υπογράμμισε την σημασία και άλλων παραγόντων που ασκούν επίδραση, όπως η οικιστική πολιτική, που πρέπει να διευκολύνει την ύπαρξη “αγοράς” ενοικιαζόμενων κατοικιών, η εκπαιδευτική πολιτική, που πρέπει να λαμβάνει υπόψη την διαρκή διόγκωση του τομέα των υπηρεσιών καλλιεργώντας τις κατάλληλες για την εξέλιξη αυτή δεξιότητες (π.χ. επικοινωνιακές), η δημιουργία παιδικών σταθμών, κλπ. Τέτοιες πολιτικές, άλλωστε, εφαρμόζουν οι σκανδιναβικές χώρες με πρώτη την Σουηδία, όπου ενισχύεται με κάθε τρόπο η κινητικότητα του εργατικού δυναμικού με ταυτόχρονη παροχή ικανοποιητικής ασφάλειας μέσω της κατάλληλης κοινωνικής πολιτικής (flexicurity).

Όλα αυτά, όμως, αποτελούν “ψιλά γράμματα” για τους δέσμιους των μαρξιστικών δοξασιών σημερινούς κυβερνήτες μας – και τους συνεργάτες τους. Υπό τις συνθήκες αυτές, όσες ελαφρύνσεις του χρέους ή ενέσεις ρευστότητας και αν συμβούν, ο αριθμός των ανέργων θα παραμένει σε ύψη-ρεκόρ και σημαντικός αριθμός νέων, πολλά υποσχόμενων επιστημόνων μας θα διαρρέει στο εξωτερικό.

uropeanbusiness.gr

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *