Ένας (δυστυχώς εκτός Ελλάδας) ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ήρωας-ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΗΣ.

Ο Λούης Τίκας (Luis Tikas ή Ηλίας Σπαντιδάκης) ήταν Έλληνας συνδικαλιστής από την Κρήτη, που δολοφονήθηκε το 1914 στο Κολοράντο των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια μιας μεγαλειώδους εργατικής απεργίας στα ορυχεία. Η μνήμη του είναι ακόμα ζωντανή στα αμερικανικά συνδικάτα.  Γεννήθηκε στην Λούτρα Ρεθύμνου το 1886 και ο…

πατέρας του ονομαζόταν Αναστάσιος. Το 1906 σε ηλικία 20 ετών μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Πριν φύγει έβγαλε μια φωτογραφία φορώντας την παραδοσια
κή κρητική στολή και την άφησε ως εν – θύμιο στους συγγενείς του.

Δεν επρόκειτο να ξα – νανταμωθούν. Στις ΗΠΑ μετέτρεψε το όνομά του στο αγγλοσαξονικό Λούης Τίκας (Luis Tikas), με το οποίο έμελλε να γραφεί στην ιστορία των συνδικα – λιστικών αγώνων. Από το λιμάνι της Νέας Υόρκης πήγε στο Κολο – ράντο. Εγκαταστάθηκε στο Ντένβερ κι άρχισε να δουλεύει στα χαλυβουργία του Πουέμπλο καμιά τριανταριά μίλια μακριά, με ημερομίσθιο $1,75, για δώδεκα ώρες την ημέρα. Το 1910 ορκίστηκε Αμερικανός πολίτης και άνοιξε καφενείο στην οδό Μάρκετ του Ντένβερ, μια εργατική γειτονιά που έγινε η τοπική Greektown. Την εποχή εκείνη στο Ντένβερ ζούσαν 240 Έλληνες.

 Συμπτωματικά, απέναντι απ’ το καφενείο βρί – σκονταν τα γραφεία της τοπικής οργάνωσης των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (Wobblies). Ο Τίκας, είτε έγινε από την αρχή μέλος των Wobblies είτε όχι, ήταν αποφασισμένος να αφομοιωθεί στην καινούρια χώρα. Αρχικά, προσπάθησε να μπει στο αστυνομικό σώμα αλλά απερρίφθη εξαιτίας της εμπλοκής του με τους Wobblies. Υπάρχουν πλη – ροφορίες ότι ήταν επικεφαλής ενός συνδικάτου λούστρων που το 1910 έκαναν απεργία ζητώντας αύξηση 100% (από πέντε σε δέκα σεντς!).

 Άλλοι λένε πως δούλευε για μια ασφαλιστική εταιρία. Έτσι κι αλλιώς, ο Λούης Τίκας αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή ανάμεσα στους συμπατριώτες του: μιλούσε καλύτερα αγγλικά απ’ οποιονδήποτε άλλον, και έστελνε τα εμβάσματα στην Ελλάδα για λογαριασμό των συμπατριωτών του που δεν ήξε – ραν πώς να φερθούν σε ταχυδρομείο και τράπεζα. Ήταν τζέντλεμαν: οι φωτογραφίες της συλλογής Ντολντ, που υπάρχουν στην πολιτειακή βιβλιοθή – κη του Ντένβερ, δείχνουν έναν Αμερικανό πολίτη χωρίς μουστάκι – κάτι ασυνήθιστο για την κρητική κοινότητα – που δεν θα ξεχώριζε από έναν ντόπιο. Συνδικαλιστής – Ηγέτης Ο Τίκας ήταν συνειδητός ριζοσπάστης. οι εργά – τες του Κολοράντο βρίσκονταν στο έλεος των εται – ριών και των αφεντικών.

Την εποχή που ο Λούης Τίκας έφτασε στο Ντένβερ, το μεγάλο αφεντικό ήταν ο Λεωνίδας Σκλήρης, από τη Σπάρτη, ένα είδος εργατοπατέρα που έλεγχε τους Έλληνες ερ – γάτες όχι μόνο στο Κολοράντο αλλά στη Γιούτα και τη Νεβάδα. Τους εύρισκε δουλειά στα ορυχεία με συνθήκες μεσαιωνικές και αμοιβές χειρότερες από των άλλων εθνοτήτων. Οι «Έλληνες του Σκλήρη» εργάζονταν για $1,75 την ημέρα ενώ οι Γερμανοί και οι Ουαλοί έπαιρναν $2,50.

Η κατάσταση στα ορυχεία ήταν όντως μεσαιωνική. Από το 1910 ως το 1913, 618 ανθρακωρύχοι είχαν χάσει τη ζωή τους σε εργατικά ατυχήματα. Τα ημερομίσθια ήταν τόσο χαμηλά ώστε πολλές οικογένειες ικανοποιούνταν με τις «αποζημιώσεις θανάτου» που έφταναν τα εφτακόσια δολάρια (χώρια το φέρετρο των είκοσι δολαρίων). Ανάμεσά τους δούλευαν 350 περίπου Έλληνες. Η δουλειά τους ήταν πολύ σκληρή, με αποτέλεσμα σε δυο χρόνια να υπάρχουν 13 θάνατοι Ελλήνων και πολλοί τραυματισμοί. Επίσης, ήταν κακοπληρωμένη και γινόταν μεγά – λη εκμετάλλευση από τις εταιρίες σε βάρος των εργατών. Σπίτια και καταστήματα ανήκαν στην εταιρία των ορυχείων, η οποία κοστολογούσε τη χρήση και τα ψώνια 25 % ακριβότερα από την ελεύθερη αγορά. Επιλογή άλλη δεν υπήρχε, αφού οι εργάτες ήταν υποχρεωμένοι να κατοικούν και να ψωνίζουν από την εταιρία, η οποία τους πλή – ρωνε σε κουπόνια ανταλλάξιμα μόνο στα ταμεία των δικών της καταστημάτων. Το 1912, ο Λούης Τίκας εγκατέλειψε το καφενείο.

Το Νοέμβριο του 1912 βρισκόταν στα ορυχεία του Φρέντερικ στο Κολοράντο, που ήταν σκλαβοπάζαρα. Στις 19 Νο – εμβρίου ήταν επικεφαλής των 63 Ελλήνων που κα – τέβηκαν σε απεργία. Τότε αναδείχτηκε η ηγετική κορφή του συνδικαλιστή Τίκα, με αποτέλεσμα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών του, που αναζητούσαν τρόπους να απαλλαγούν από ερ – γατοπατέρες τύπου «Σκλήρη». Στη διάρκεια αυτής της απεργίας συνέβησαν πολλά: όργιο εγκάθετων, προβοκάτσιες (μπήκε φωτιά στο κτίριο δίπλα στο πηγάδι του ορυχείου), συλλήψεις και φυλακίσεις. Ο Λούης Τίκας δεν ανεχόταν την εκμετάλλευση και την αδικία. Ήρθε σε επαφή με την «Ένωση Αν – θρακωρύχων Αμερικής» (United Mine Workers of America), άρχισε να περιοδεύει στις ανθρακοφό – ρες περιοχές του Ντένβερ και του Πουέμπλο και να συγκεντρώνει στατιστικά στοιχεία για ατυχήματα και τραυματισμούς την περίοδο 1912-13. Επίσης, για την πολιτική των εταιριών και τη συμπεριφορά των υπευθύνων. Ενημερώνει πως αν οι συνθήκες δεν αλλάξουν θα ξεκινήσει «βιομηχανικός πόλε – μος», όπως τον ονομάζει.

Ο Τίκας σύντομα αποκτά την εμπιστοσύνη των εργαζομένων και εξελίσσεται σε ηγετική μορφή. Ο «Λούης ο Έλληνας» (Louis the Greek) ή ο «Λίο ο Κρητικός» (Leo the Cretan), όπως τον αποκαλού – σαν έγινε θρύλος. Όμως, οι εταιρίες που ανήκαν κυρίως στον Τζον Ροκφέλερ δεν υποχωρούν. Του – ναντίον καιροφυλακτούν να τον πλήξουν. Η αιματηρή απεργία του Λάντλοου Τελικά στις 23 Σεπτεμβρίου 1913 ξεκινά η μεγάλη απεργία στην πόλη Λάντλοου (Laddlow ή Ludlow), όπου υπήρχαν 13.000 ανθρακωρύχοι. Τα κυριότε – ρα αιτήματα των απεργών του Λάντλοου ήταν τα παρακάτω: Να ψωνίζουν από όποιο κατάστημα προτιμού – σαν οι ίδιοι. Να πηγαίνουν σε όποιον γιατρό επιθυμούσαν και όχι στους γιατρούς της εταιρίας.

Να αναγνωριστεί το συνδικάτο τους. Να καθιερωθεί η οκτάωρη εργασία. Να εφαρμοστούν αυστηρά οι νόμοι της Πολιτεί – ας του Κολοράντο όσον αφορά την ασφάλεια των ορυχείων, να καταργηθεί το script, όπως και το σύστημα φρουρών της εταιρείας που έκανε τους εργατικούς καταυλισμούς να μη διαφέρουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Επικεφαλής της απεργίας ήταν ο Τζον Λόζον και ο Λούης Τίκας, που είχε μια ομάδα στήριξης από Κρητικούς, μερικοί από τους οποίους είχαν πάρει μέρος στις απεργίες του Μπίνγκαμ στη Γιούτα. Στις αρχές της απεργίας, η εταιρεία για να την καταπνίξει προέβη σε έξωση των απεργών από τα οικήματα στα οποία τους στέγαζε και προσέ – λαβε απεργοσπάστες. Οι απεργοί δεν πτοήθηκαν. Έστησαν σκηνές στην περιοχή σε στρατηγικό ση – μείο, ώστε να εμποδίζουν τους απεργοσπάστες να μπουν στα ορυχεία. Τον Οκτώβριο, ο καταυλισμός των απεργών λειτουργούσε σαν πόλη: πεντακό – σιοι άνδρες, 350 γυναίκες, 450 παιδιά, ελληνικός φούρνος, ελληνικό καφενείο.

Η εταιρεία ζήτησε την παρέμβαση της εθνοφρου – ράς και ο κυβερνήτης του Κολοράντο συμφώνησε. Οι συγκρούσεις ήταν βιαιότατες. Τότε η οικογένεια Ροκφέλερ υπέβαλε το αίτημα να ντυθούν με στο – λές της εθνοφρουράς δικά της, έμπιστα πρόσωπα, αποφασισμένα αν χρειαστεί να ρίξουν στο ψαχνό. Ο κυβερνήτης το αποδέχθηκε και αυτό. Αλλά οι απεργοί δεν υποχώρησαν – ακόμη και όταν οι Ροκφέλερ έστειλαν ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο το οποίο έφερε πολυβόλο και οι εθνοφρουροί το αποκαλούσαν Death Special.

Ήταν φανερό ότι στις 20 Απριλίου 1914 η εθνο – φρουρά θα εισέβαλε και θα εκκένωνε τον καταυλι – σμό των απεργών. Ήταν Δευτέρα του Πάσχα και οι περισσότεροι κοιμούνταν αφού την προηγούμενη γιόρταζαν το ελληνικό Πάσχα. Οι πιστολάδες της εταιρίας απαίτησαν από τον Λούη Τίκα να τους παραδώσει δύο Ιταλούς συνδικαλιστές. Ο Τίκας ζήτησε ένταλμα σύλληψης αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε και ο Τίκας αρνήθηκε οποιαδήποτε δι – απραγμάτευση. Λίγο αργότερα έπεσε η πρώτη βολή: μερικοί από τους απεργούς ήταν οπλισμένοι.

Το Κολοράντο αποτελούσε μέρος της Άγριας Δύσης. Ακολούθησε μάχη χαρακωμάτων ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά έτρεξαν να σωθούν στους γύρω λόφους. Σύμφωνα με την μαρτυρία της Μαίρη Χάρρις, γνωστής και ως Mother Jones, πάνω από σαράντα άτομα σκο – τώθηκαν από σφαίρες και από ασφυξία, ενώ ένα αγοράκι δέχτηκε μια σφαίρα στο κεφάλι καθώς προσπαθούσε να σώσει το γατάκι του. Σύμφωνα με την Mother Jones οι πιστολάδες είχαν κατα – ναλώσει πολύ ουίσκι από το κοντινό σαλούν και βρίσκονταν σε έξαλλη κατάσταση. Τα επεισόδιο, που αποτελεί μαύρη σελίδα στην ιστορία των ΗΠΑ, ονομάστηκε «σφαγή του Λάντλοου». Ο θάνατος του Τίκα Ο Τίκας με απαράμιλλο θάρρος, ζήτησε να δει τον επικεφαλής της εθνοφρουράς, λοχαγό Καρλ Λίντερφελντ (Karl Linderfeld) κρατώντας λευκή σημαία. Οι δυο τους συναντήθηκαν στο λόφο και μίλησαν για λίγο. Έπειτα οι αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι ο αξιωματούχος χτύπησε με πρωτοφανή αγριότητα τον Τίκα στο κεφάλι με την καραμπί – να του. Η καραμπίνα έσπασε στα δύο όπως και το κρανίο του Τίκα.

 Οι εθνοφρουροί βάλθηκαν να πυροβολούν το άψυχο σώμα. Ευθύς αμέσως εισέβαλαν στον καταυλισμό, ρίχνοντας αδιακρί – τως εναντίον οτιδήποτε κουνιόταν. Έδιωξαν τους απεργούς, σκότωσαν 18 άτομα, 10 εκ των οποίων ήταν παιδιά από τριών μηνών ως 11 ετών, και έκα – ψαν τις σκηνές τους.

 Όταν οι απεργοί ξαναμπήκαν μερικές ημέρες αργότερα στον καταυλισμό βρή – καν το πτώμα του Τίκα. Η κηδεία του έγινε στις 27 Απριλίου και τη νεκρώσιμη πομπή ακολούθησαν χιλιάδες εργάτες. Μετά τη σφαγή στο Λάντλοου, οι συγκρούσεις των εργατών με την εθνοφρουρά σε όλη την Πολιτεία του Κολοράντο έλαβαν τεράστιες δια – στάσεις. Τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να εξοπλιστούν με «όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά που μπορούσαν να αποκτήσουν νόμιμα» και άρ – χισε πραγματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην εθνοφρουρά και στα συνδικάτα που διήρκεσε δέκα ημέρες. Στο περιοδικό «The Masses» ο αρθρογρά – φος Μαξ Ίστμαν δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο Ταξικός πόλεμος στο Κολοράντο. Το συνόδευε η εικονογράφηση του επίσης γνωστού ζωγράφου Τζον Φρεντς Σλόαν. Οι συγκρούσεις τερματίστηκαν μόνον όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντρο Γουίλσον έστειλε μονάδες του ομοσπονδιακού στρατού στην περι – οχή. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ομο – σπονδιακής κυβέρνησης, σκοτώθηκαν συνολικά 69 άτομα. Στον θλιβερό απολογισμό θα πρέπει να προσθέσουμε και τα εξής: 400 απεργοί συνε – λήφθησαν, 332 από αυτούς παραπέμφθηκαν για φόνο και μόνο ένας, ο Τζον Λόουσον, καταδικά – στηκε αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολορά – ντο αργότερα τον αθώωσε. Από την εθνοφρουρά παραπέμφθηκαν 22 άτομα – ανάμεσά τους και δέκα αξιωματικοί – και σε μια παρωδία δίκης, που ως τέτοια διδάσκεται σήμερα σε διάφορες πανε – πιστημιακές σχολές, αθωώθηκαν όλοι, πλην του λοχαγού Λίντερφελντ, ο οποίος δολοφόνησε τον Τίκα. Όμως, η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν απλή πειθαρχική επίπληξη. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τα γεγονότα του Λάντλοου, διάφοροι μεταρρυθμιστές και σοσια – λιστές οργάνωσαν πικετοφορίες σ’ όλη τη χώρα.

Ο συγγραφέας Άπτον Σίνκλαιρ (που αργότερα έγραψε το μυθιστόρημα «King Coal») στήθηκε επί μέρες έξω από τα γραφεία του Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη σε σιωπηλή διαδήλωση. Στο Σικάγο πραγματοποιήθηκε μεγάλη διαδή – λωση με πρωτοβουλία της εφημερίδας «Masses». Ο Σίνκλαιρ και ο προοδευτικός δικαστής του Ντέ – νβερ, Μπ. Μπ. Λίντσεϊ, ταξίδεψαν μαζί με γυναίκες απεργών σ’ όλη την Αμερική μιλώντας σε συγκε – ντρώσεις για την σφαγή του Λάντλοου. Η μνήμη του Τίκα Το χρονικό της απεργίας δεν γράφτηκε ποτέ. Είχε σχεδόν ξεχαστεί, ώσπου το 1944 ο τραγουδι – στής Γούντι Γκάθρι έγραψε ένα τραγούδι με τίτλο «The Ludlow Massacre».

Το τραγούδι ακουγόταν συχνά στις διαδηλώσεις της δεκαετίας του ’60. Ο ποιητής Ντέιβιντ Μέισον έγραψε ένα ποιητικό μυθιστόρημα 4.800 στίχων με τίτλο: «Ποιος ήταν ο Λούης Τίκας», όπου περιγράφεται η ζωή του Έλ – ληνα πρωταγωνιστή του αμερικανικού εργατικού κινήματος. Τη ζωή του Τίκα επανέφερε στο προ – σκήνιο ο ελληνοαμερικανός συγγραφέας Ζήσης Παπανικόλας το 1991 γράφοντας τη βιογραφία του σε ένα βιβλίο. Επίσης, το 2001 ο Αμερικανός τραγουδοποιός Φρανκ Μάνινγκ (Frank Manning) στηριγμένος στις αναμνήσεις του παππού του που συμμετείχε στην απεργία του Λάντλοου, έγραψε το τραγούδι «Λούης Τίκας», που βραβεύτηκε στο διαγωνισμό «Γούντι Γκάθρι». Το τραγούδησε στις ετήσιες εκδη – λώσεις που διοργανώνονται στο Λάντλοου από την Ένωση Ανθρακωρύχων και το 2007 το τραγούδησε και στην Ελλάδα. Σήμερα το Λάντλοου είναι μια πόλη-φάντασμα. Στον χώρο της σφαγής, στην περιοχή Τρίνινταντ, έχει στηθεί μεγαλoπρεπές μνημείο από γρανίτη στη μνήμη των θυμάτων. Εκεί υπάρχει και ο τάφος του γενναίου Λούη Τίκα. Στο Ρέθυμνο, τόπος κα – ταγωγής του, προς τιμήν του, υπάρχει οδός Ηλία Σπαντιδάκη και στην πλατεία η προτομή του, προ – σφορά της πανΚρητικής Αμερικής.
περισσότερα στην Ημερησια εφημερίδα Ελληνισμού Διασποράς ΠΡΩΙΝΗ.
http://www.proini.us
Διαβάστε:

H Ελλάδα, μέσω του υπουργείου Εξωτερικών, αναγνώρισε έμμεσα το Κόσσοβο
Mε έγγραφό του σε όλες τις διπλωματικές αρχές της Ελλάδας στο εξωτερικό, το υπουργείο Εξωτερικών ζητεί να χορηγούνται από 20 Μαρτίου 2014, κανονικές βίζες σε Κοσσοβάρους, αναγνωρίζοντας έτσι έμμεσα το Κόσσοβο ως ”ανεξάρτητη χώρα”. H εντολή προς τις διπλωματικές αρχές Ελλάδας στο εξωτερικό, έχει αριθμό πρωτοκόλλου 10346 και ημερομηνία 11 Μαρτίου ’14.
…………………………
Η νομικά ανύπαρκτη ΠανΗπειρωτική Αμερικής και τα πονηρά «παιχνίδια» με τα χρήματά της.
Ξεχωριστή εταιρία (Northern Epirοs Benefit Fund) διαχειρίζεται μεγάλα ποσά στο Χρηματιστήριο, χωρίς να έχει τυπικά-νομικά άμεση σχέση με την ΠανΗπειρωτική, ενώ φαίνεται υπεύθυνη αυτή στις φορολογικές δηλώσεις στο IRS.
Η πλούσια, υποτιθέμενη ”μεγάλη και ιστορική Οργάνωση”, δεν υπάρχει έστω ως εταιρία, ουσιαστικά από 2009, ούτε έκανε φορολογική δήλωση γιά τα χρόνια 2011-12.
Αποδεικτικά στοιχεία-έγγραφα, που αποδεικνύουν ότι το κατεστημένο της ΠανΗπειρωτικής Ομοσπονδίας Αμερικής
κοροϊδεύει τα μέλη, την Ομογένεια, τους Ηπειρώτες-ΒορειοΗπειρώτες και παραπλανά την Φορολογική Υπηρεσία ΗΠΑ.
…………………………
H…φτηνή Oμοσπονδία του ”γκέττο” στην Αστόρια, που καταδέχεται να πληρώσει η Ελλάδα τα αεροπορικά εισιτήρια γιά τους εύζωνες της προεδρικής φρουράς, αν και έχει μεγάλο κέρδος από την υποβαθμισμένη παρέλαση γιά 25 Μαρτίου στο Μανχάτταν
…………………………
«’Αγιες μπίζνες» στην Βοστώνη. Ζητούν χρήμα γιά να φιαχτεί…Μοναστήρι.
…………………………
www.proini.us

http://euro-crimes.blogspot.gr/

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *