Κ. Βαρουφάκη, καλύτερα ασχοληθείτε με την ποίηση

Με την παρουσίαση δύο απλών πειραμάτων και με τεράστια λογικά άλματα, ο κ. Βαρουφάκης σε τελευταίο του άρθρο με τίτλο “Αμοραλισμός και Ανεντιμότητα” που…

μπορείτε να βρείτε εδώ, αφού είδε τις θεωρίες του και προβλέψεις του να διαψεύδονται ακόμα και στις ΗΠΑ πρόσφατα και παρατηρώντας το γεγονός ότι η ίδια του η επιστήμη τον ξεπερνάει, αποφασίζει με έναν ελιγμό να στραφεί κατά αυτής,δείχνοντας επιτέλους τα εγχώρια αρνητικά χαρακτηριστικά που όξυναν την κρίση και παραβλέποντας αυτή τη φορά την αναφορά σε θεωρίες συνωμοσίας. Σκέφτηκα να παραθέσω εδώ όλο το άρθρο, αλλά μάλλον ολόκληρο το κείμενο μαζί με το σχολιασμό μου θα ήταν αποκρουστικό λόγω όγκου. Έχοντας λοιπόν ως αναφορά την πηγή, θα εστιάσουμε σε κάποια συγκεκριμένα σημεία:

1) Πώς ένα πείραμα, σχεδιασμένο ως πείραμα και το βασικό, εν γνώσει των ατόμων που συμμετέχουν μπορεί να συγκριθεί με τις αποφάσεις ενός νοικοκυριού; Πώς η σοβαρότητα μιας απόφασης αναφορικά με την οικονομική συμπεριφορά μίας μονάδας μπορεί να συγκριθεί με την αίσθηση σημαντικότητας που μπορεί να προσδοθεί σε ένα πείραμα από τον συμμετέχοντα; Με το ίδιο σκεπτικό θα αντιδράσει μία οικογένεια κι ένας επιχειρηματίας, όπως αντιδρά ο ίδιος σε ένα τεστ ερωτήσεων;


2) Πώς μία δεδομένη συμπεριφορά για ένα συγκεκριμένο εύρος χρηματικού οφέλους, όπως αυτού που κυμαίνεται η ανταμοιβή στο πείραμα, μπορεί να γενικευτεί και για μεγέθη που αφορούν χιλιάδες ή και εκατομμύρια ευρώ; Το γεγονός ότι στο πείραμα η “παρανομία” είναι ισοπίθανη για όλα τα επίπεδα κέρδους, δε σημαίνει ότι ακολουθείται η ίδια κατανομή στο σύνολο μιας οικονομίας. Πώς επίσης, τα ίδια τα εκατό ή χίλια ευρώ στο πείραμα, ως αντικείμενο διεκδίκησης του συμμετέχοντα μπορούν να συγκριθούν με το ίδιο ποσό, όταν αυτό γίνεται αντικείμενο διεκδίκησης ενός ατόμου χαμηλού εισοδήματος ώστε να θρέψει την οικογένειά του;


3) Πώς μπορεί ο κ. Βαρουφάκης και περιγράφει τόσο ανενδοίαστα την ανθρώπινη συμπεριφορά ως ανεξάρτητης της σχέσης οφέλους και κόστους; Ίσως η θανατική καταδίκη να μην αποτρέπει το έγκλημα περισσότερο σε σχέση με την ποινή της φυλάκισης, αλλά η θανατική ποινή δεν είναι παρά μία ακραία τιμωρία και συνήθως, στα όρια μίας συνάρτησης, οι ιδιότητές της αλλάζουν. Είναι δυνατό να πειστούμε πως, παρά τη σύνθετη ανθρώπινη συμπεριφορά, το ύψος της τιμωρίας δε δρα αποτρεπτικά; Παρατηρήσατε πολλές φορές στην οικονομία όταν μία κατάσταση να χειροτερεύει, να γίνεται ταυτόχρονα και πιο επιθυμητή;


4) Οι οικονομικές μονάδες όντος, δε συμπεριφέρονται σα μηχανές οι οποίες να κάνουν ακριβείς υπολογισμούς ώστε να παίρνουν πάντα τη βέλτιστη απόφαση. Είναι αλήθεια πως το μοντέλο που έχει ο οικονομολόγος ώστε να προβλέπει τη συμπεριφορά της οικονομίας, δε θα είναι το ίδιο με το μοντέλο που θα έχει ένα νοικοκυριό ή μια επιχείρηση. Αυτό όμως ισχύει στα επιμέρους του μοντέλου και όχι στις δυναμικές που δημιουργούνται μέσα από ένα σύνολο οικονομικών μονάδων που, όσο και να διαφέρουν, είναι αδύνατο στο σύνολό τους να μην επιθυμούν το βέλτιστο γι’ αυτές οριζόμενο βάσει κάποιων κριτηρίων. Είναι σαν να υποθέτω πως, όταν ένα προϊόν ακριβαίνει, ο καταναλωτής θα συνεχίσει να αυξάνει τη ζήτησή του, ή ότι τέλος πάντων θα μου είναι αδύνατο να προβλέψω την κατεύθυνση της μεταβολής. Όσο ποικιλότροπα κι αν φέρονται τα επιμέρους, δε μπορεί παρά η συνισταμένη να δράσει προς την προβλεπόμενη κατεύθυνση.


5) Μιλώντας για συνισταμένη, θα μπορούσαμε να πούμε πως, αφού σύμφωνα με τον κ. Βαρουφάκη, οι αιτίες που κάνουν τους ανθρώπους να παρανομούν και να έχουν αδυναμία αίσθησης κοινωνικής συνοχής είναι άλλες από το όφελος και την τιμωρία (πράγμα στο οποίο βέβαια συμφωνώ για την περίπτωση της ελληνικής κοινωνίας, στην οποία ίσως μεγαλύτερη βαρύτητα στην ανομία έχουν οι αιτίες που αναφέρει), δε μπορώ να μη κάνω τη σκέψη πως, κρατώντας αυτό τον παράγοντα σε όλες τις χώρες σταθερό, στις υπόλοιπες αιτίες που καθορίζουν το επίπεδο της ανομίας, δε θα μπορούσαν να μην ανήκουν και οι μηχανισμοί κόστους και οφέλους.


Θέλω να πω πως, σε ένα σύστημα όπου οι οικονομικές μονάδες συμπεριφέρονται κατά ένα μέρος βάσει τυχαίων και ιδιοσυγκρασιακών μηχανισμών, και κατά ένα άλλο μέρος βάσει προβλέψιμων και ντετερμινιστικών μηχανισμών, μέσα στο θόρυβο συμπεριφορών που παρατηρείται, δε μπορεί να μη διακρίνουμε στη συνισταμένη κάποια χαρακτηριστικά που περιγράφονται. Όταν οι υπόλοιπες αιτίες συμπεριφέρονται με τυχαίο τρόπο και μη ελέγξιμο βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, το μόνο ελέγξιμο που έχουμε στα χέρια μας για άμεση παρέμβαση είναι η περιγραφή μίας μονάδας βάσει κόστους και οφέλους και η αναγωγή όσων απορρέουν από αυτό στο σύνολο. Αν η ελληνική κοινωνία δε σκεφτόταν ωφελιμιστικά, δε θα ήταν στο σύνολό της δυσαρεστημένη από την κρίση.


6) Η ανάλυση κόστους και οφέλους στα οικονομικά περιέχεται στο λεγόμενο utility function. Υπάρχει ολόκληρη βιβλιογραφία, η οποία συνεχίζει να ενισχύεται στις μέρες μας και στην οποία περιγράφονται συστήματα μη γραμμικών εξισώσεων και στα οποία, η συνάρτηση που ζητείται η μεγιστοποίησή της είναι η συνάρτηση χρησιμότητας (utility). Απ’ όσο γνωρίζω, μέρος των επιστημόνων που συντέλεσαν στην άνθιση αυτών των μεθόδων ανάλυσης της μακροοικονομίας, βασιζόμενοι σε micro-foundations, πχ στα λεγόμενα welfare economics, είναι αυστηρά κεϋνσιανοί, όπως νομίζω δηλώνει και ο κ. Βαρουφάκης.


7) Τέλος, νομίζω ο εν λόγω είναι τόσο δημοφιλής στο εσωτερικό, καθώς ως Έλληνες και έχοντες την τάση να αναζητούμε συνήθως την ευθύνη έξω από εμάς, θεωρούμε πως για τα δεινά της κρίσης, φταίει μία επιστήμη, η οποία είναι λάθος, και ευτυχώς δεν είναι η επιστήμη που γνωρίζουμε και ασχολούμαστε εμείς. Νιώθουμε ότι μπορεί να είμαστε στην απ’ έξω αναφορικά με την επεξήγηση των δεινών που συμβαίνουν, όμως καλώς είμαστε, διότι οι γνώστες, οι οικονομολόγοι δηλαδή, δεν ήταν κι αυτοί γνώστες. Σαν να κατηγορούν όλοι αυτοί την ανεπάρκεια της ορθοδοντικής επειδή συνεχίζουν και υφίστανται οι παράγοντες που οδηγούν σε ανωμαλίες της γνάθου.


8) Οι οικονομολόγοι της έρευνας, απάντησαν σαν οικονομολόγοι. Απάντησαν αυτό που θα έπρεπε να αποδώσουν σαν μία πιθανή αιτία, αν τους επέβαλαν να βρουν την αιτία. Αυτό που λείπει ίσως από τις σπουδές τους είναι μία βάση κατανόησης του τυχαίου. Δίνουν μεγάλη έμφαση στις τάσεις και τα μοτίβα, απαξιώνοντας το τυχαίο. Γι’ αυτό και οι περισσότερες κρίσεις ήρθαν σαν αποτέλεσμα λάθους εκτίμησης του κινδύνου. Οι των άλλων επιστημών, χωρίς να έχουν ανάλογη εμμονή, θα μπορούσαν ευκολότερα να υποθέσουν πως ο φόνος της αδερφής θα μπορούσε να είναι άσχετος με το ενδιαφέρον προς τον άνδρα.

Αλλά αυτό απέχει πολύ κ. Βαρουφάκη από το να μιλήσουμε για ανάγκη απεξάρτησης από τον ωφελιμισμό. Ανάγκη περισσότερου σκεπτικισμού σχετικά με τις μεθόδους εκτίμησης και την εφαρμογή τους ναι, όσο βέβαια αυτό επιτρέπεται από την επιτακτικότητα των αποφάσεων που πρέπει να λαμβάνονται σε ατομικό και πολιτικό επίπεδο αναφορικά με την οικονομία.

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *