Γύρω-γύρω καπιταλισμός και στη μέση… “Σοβιέτ”;

Μελετώντας την επικαιρότητα στην Ελλάδα δεν μπορείς παρά συνειρμικά να φέρεις στο μυαλό σου το σε πολλούς γνωστό ανέκδοτο με τους μοναχούς και το κρέας «Γύρω γύρω Παρασκευή και στην μέση Κυριακή», αλλά με μία διαφορετική πιο επίκαιρη έννοια…

Αξίζει καμιά φορά να αφήνουμε ίσως λίγο παράμερα την καυτή επικαιρότητα και τις εις βάθος αναλύσεις και να κάνουμε μια ενδοσκόπηση, να σκιαμαχήσουμε προβάλλοντας και αντιπαραθέτοντας επιχειρήματα με τον εαυτό μας, τακτική-συνήθεια χρήσιμη και για κάθε επενδυτή, ο οποίος πρέπει να ανασκοπεί και να αξιολογεί τον τρόπο που κινείται ύστερα από κάθε επενδυτική του κίνηση.
Ας αφήσουμε πίσω την ιδιότητά του εργαζόμενου ή προς αναζήτηση εργασίας πολίτη και ας δούμε λίγο τις εξελίξεις στην χώρα μας από την πλευρά ενός τρίτου – ενός επενδυτή, ξένου ή εγχώριου – δεν διαμηνύουμε άλλωστε προς πάσα κατεύθυνση ότι αναζητούμε επενδύσεις;
Το πρώτο πράγμα που καλούμαστε να αποφασίσουμε συνολικά σαν κοινωνία είναι το μοντέλο ανάπτυξης που θέλουμε να ακολουθήσουμε. Θέλουμε ένα κράτος που να στρέφεται γύρω από τις κρατικές επενδύσεις και να τρέφεται από αυτές ή θέλουμε ένα κράτος που να διευκολύνει το επιχειρείν και να ενθαρρύνει την ιδιωτική πρωτοβουλία; Προσοχή, η απάντηση στο ερώτημα είναι πολύ πιο σύνθετη απ” όσο μπορεί να φαίνεται και χρήζει βαθύτερης ανάλυσης, καθώς εκ της συνεπαγωγής μπορεί να οδηγηθούμε σε μη αναμενόμενα συμπεράσματα.
Αν κάποιος επιλέξει την πρώτη απάντηση, δηλαδή είτε λίγο είτε πολύ συμφωνεί με την διαπίστωση του κ. Φίλη ο οποίος είχε δηλώσει ότι 1 χαμένη δουλειά στο δημόσιο τομέα αντιστοιχεί σε 3 στον ιδιωτικό, ή αντηχούν ευχάριστα στα ώτα του απόψεις σαν και: “Το κράτος πρέπει να είναι επενδυτής, παραγωγός και να κατέχει εξέχουσα θέση μονοπωλίου στην αγορά”, καλείται να απαντήσει ταυτόχρονα και τα ερωτήματα που γεννούνται από αυτή του την απάντηση. Πρώτον, τι γίνεται όταν το κράτος βρίσκεται σε ύφεση και δεν μπορεί να διαθέσει χρήματα για επενδύσεις και δεν μιλάμε για μικρά ποσά – το κράτος πρέπει να διαθέσει τεράστια ποσά για να μπορέσει να επανεκκινήσει-ερεθίσει την οικονομία του. Τι γίνεται όταν ένα κράτος δεν έχει την πλήρη ελευθερία στη διαχείριση της νομισματικής του πολιτικής ώστε να μπορέσει να υποτιμήσει το νόμισμά του ή απλά να αυξήσει την κυκλοφορία του; Υπάρχει κρατικοδίαιτος μηχανισμός που έχει επιτύχει στην εφαρμογή τέτοιου σχεδίου; Αν όχι, γιατί δεν πέτυχε;
Στην δεύτερη περίπτωση, δηλαδή αν κάποιος νιώσει ότι του ταιριάζει περισσότερο η δεύτερη απάντηση: “ Θέλουμε επενδύσεις”, τότε πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με την εξής αλήθεια: “Αν θέλεις να μπεις στον στίβο του ανταγωνισμού, τότε ξεφεύγεις από την τοπική μικρο-οικονομία και έχεις να ανταγωνιστείς τις συνθήκες και το επιχειρηματικό περιβάλλον όλου του υπόλοιπου κόσμου! Αναγκαστικά οι «νόμοι» που επιτάσσουν το αναγκαίο είναι του τύπου: «Τα λεφτά κινούνται προς την ασφάλεια και τις υψηλές αποδόσεις». Αν μια γειτονική σου χώρα προσφέρει χαμηλότερη φορολογία, ο σύγχρονος καπιταλισμός/φιλελευθερισμός υπαγορεύει ότι για να τον ανταγωνιστείς πρέπει είτε να έχεις είτε χαμηλότερη φορολογία είτε να προσφέρεις κάποιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις μας φανερώνουν μια αναπόδραστη πραγματικότητα. Αν θέλουμε να ακολουθήσουμε το δεύτερο μονοπάτι, η οικονομία μας πρέπει να μεταρρυθμιστεί, να εκσυγχρονιστεί. Το θετικό είναι ότι ήδη ξεκινάμε από ένα καλό σημείο καθώς η χώρα μας είναι όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν πολλοί, «φιλέτο» , ενώ έχει να προσθέσει στα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα το υψηλής μόρφωσης (με μεταπτυχιακά & διδακτορικά) ανθρώπινο δυναμικό της.
Αρχίστε τις συναλλαγές forex με τους επαγγελματίες της eToro
Με λίγα λόγια μπαίνεις στην διαδικασία έχεις να ανταγωνιστείς τους όρους φορολόγησης σε αυτή και κάθε άλλη χώρα, αλλιώς πρέπει να αντιπαραθέσεις τα ανταγωνιστικά σου πλεονεκτήματα τα οποία θα σου επέτρεπαν να επιλεγείς από τον υποψήφιο επενδυτή ακόμα και η φορολογία σου ήταν μεγαλύτερη – όπως μεγάλη αγορά – προσφορά εξειδικευμένου προσωπικού. Οι παραπάνω διαπιστώσεις μας οδηγούν σε μια αναπόδραστη πραγματικότητα. Η οικονομία μας πρέπει άμεσα να μεταρρυθμιστεί, να εκσυγχρονιστεί.
Ποιο είναι όμως το κλίμα που δημιουργείται από τις δηλώσεις αξιωματούχων της κυβέρνησης και από τις πολλές έρευνες που έχουν γίνει στην χώρα μας; Πληρούμε τις προϋποθέσεις για προσέλκυση επενδύσεων; Όπως αναφέραμε, τα «λεφτά» συνδέονται άρρηκτα με την εμπιστοσύνη και το περιρρέον αίσθημα ασφάλειας.
Η σημερινή κυβέρνηση μοιάζει να συμμερίζεται μάλλον τις απόψεις των πρώτων, δηλαδή για ένα κράτος επενδυτή διαχειριστή και εργοδότη. Οι κυβερνώντες επαίρονται διαμηνύοντας ότι θα φορολογήσουν τον πλούτο, ότι την κρίση θα την πληρώσουν οι έχοντες – μη ορίζοντας όμως ποιοί είναι οι έχοντες – εκκωφαντική σιγή επί του θέματος. Επενδύσεις που ήδη είχαν πάρει το “ΟΚ”, «παγώνουν», ενώ υπουργοί ευθέως ξεκαθαρίζουν ότι θα ασκήσουν βέτο σε έγκριση νέων ιδιωτικοποιήσεων. Πριν προκαλέσω αρνητικά σχόλια, να σημειώσω ότι δεν εξετάζουμε αν πρέπει να υπάρχει ή όχι και ποιά είναι η ίση κατανομή βαρών, το συμπέρασμα το οποίο προσπαθώ να φτάσω είναι τελείως διαφορετικό. Αυτό που επιθυμούμε να φανεί ακόμα και στον πιο «σοσιαλιστή» αναγνώστη είναι οτι η ασυνέπεια και η «ασυνέχεια» του κράτους έναντι στον επενδυτή κλονίζει ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη του. Ποιος θα έρθει να εναποθέσει χρόνο, χρήμα, δομές σε ένα κράτος που το αίσθημα αβεβαιότητας σχεδόν επιδιώκεται.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να κάνουμε μια παρένθεση για να διευκρινίσουμε κάποια πράγματα σχετικά με τις ιδιωτικοποιήσεις.
Γιατί γίνονται; Γιατί το κράτος σε περίοδο και κατάσταση χρεωκοπίας αδυνατεί να επενδύσει (κεϋνσιανές πολιτικές), ο ιδιώτης όμως μπορεί. Δεν μοιράζεται κοινό ταμείο με το κράτος – είτε εγχώριος είτε ξένος- συνεπώς είναι ένας παράγοντας (ίσως ο μοναδικός) που μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη, στην απόδραση από τον βούρκο της κρίσης. Είναι όμως ξεπούλημα; Για κάθε ιδιωτικοποίηση γίνονται δημόσιοι διαγωνισμοί, εμφανίζονται οι υποψήφιοι επενδυτές και ο πλειοδότης κερδίζει την επένδυση. Μπορεί κάποιες φορές το ποσό που προσφέρεται να θεωρείται χαμηλό, αλλά τι άλλο θα μπορούσε να κάνει το κράτος από την μεριά του; Όπως και να έχει όμως το σημαντικότερο που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι όταν παραχωρείται μια παραλία- ένας δημόσιος οργανισμός ή οτιδήποτε άλλο, δεν «ξεπουλιέται», παραχωρείται προς εκμετάλλευση. Πρέπει να αποσαφηνιστεί και να γίνει ορατή η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των Fiscus και Imperium. Όταν παραχωρείς ένα asset προς εκμετάλλευση, δεν παραχωρείς κυριαρχία, το κράτος παραμένει κυρίαρχο, διατηρεί το δυνατότητα να «πάρει πίσω» κατά μια έννοια την επένδυση, υπάρχει και ειδικός όρος για επενδύσεις εθνικού στρατηγικού χαρακτήρα και άλλων «ευαίσθητων» παραχωρήσεων. Οι ιδιωτικοποιήσεις έχουν περισσότερο ανταποδοτικό χαρακτήρα, το κράτος παραχωρεί και επωφελείται από τον κύκλο εργασιών της επιχείρησης, το ΦΠΑ και τις νέες θέσεις εργασίας.
Παράδειγμα επιτυχούς ανταγωνισμού είναι η αγορά κινητής & σταθερής τηλεφωνίας. Οι συνδρομητές τώρα πια απολαμβάνουν πολύ χαμηλότερες τιμές και καλύτερα πακέτα προσφορών, αποτέλεσμα του αυξημένου ανταγωνισμού και του δίπτυχου προσφορά & ζήτηση.
Πίσω στο κύριο θέμα μας όμως, τι αποθαρρύνει τελικά τους επενδυτές; Θα μπορούσαμε να τα συνοψίσουμε στα εξής:
Συνεχείς αλλαγές στη φορολογία
Κλειστά επαγγέλματα – ανελαστικότητα στην αγορά εργασίας
Αργή κατανομή-απόδοση δικαιοσύνης και τελεσιδικία
Αρτηριοσκληρωτικές διατάξεις και σύνθετη νομοθεσία που αλλάζει συνεχώς
Διαδηλώσεις – υπέρμετρη χρήση του δικαιώματος της απεργίας, πάγωμα της παραγωγής της επιχείρησης.
Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι ότι πέρα από παντελής έλλειψη αξιοπιστίας έναντι των Ευρωπαίων εταίρων, έχει κλονιστεί, ίσως ανεπανόρθωτα και η αξιοπιστία έναντι στην επενδυτική κοινότητα.
Όσο και αν προσπαθούν μερικά μέλη της κυβέρνησης, να καθησυχάσουν και να διαβεβαιώσουν για ιδανικές-φιλικές επενδυτικές συνθήκες μιλώντας σε διεθνή forum επενδυτών, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι δεν φαίνεται να πείθονται ιδιαίτερα. Μάλλον εμείς δεν είμαστε ιδιαίτερα πειστικοί… Δεν πρέπει κανείς να νομίζει ότι θα έρθει κάποιος να επενδύσει χωρίς business plan, χωρίς να έχει κάνει μακροπρόθεσμη πολυπαραγοντική ανάλυση της αγοράς, χωρίς να υπάρχει σταθερή νομοθεσία ώστε να μπορεί να προϋπολογίσει τα έσοδα και τα έξοδά του, χωρίς να έχει μελετήσει ποιος κυβερνά και τι απόψεις έχει. Τα πρόσωπα της κυβέρνησης σε θέσεις κλειδιά δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη και δεν μπορώ να δω πώς αυτό μπορεί να αλλάξει στο μέλλον, κυρίως γιατί φαίνεται να μην θέλουν να το αλλάξουν. Η χώρα μας φαίνεται να προβάλλει συνεχώς ένα προφίλ σοσιαλιστικό, προτείνει λύσεις που ακούγονται τουλάχιστον με καχυποψία από την άλλη πλευρά, διακυρύττει αξίες αναχρονιστικές βγαλμένες από άλλη εποχή. Η χώρα μας μοιάζει να θέλει να πάρει την θέση ενός ιδιόμορφου σοσιαλιστικού φάρου, μέσα σε μια καπιταλιστική θάλασσα. Γύρω γύρω καπιταλισμός και στην μέση…
Αλέξης Μπαλής

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *