ΕΝ ΟΛΙΓΟΙΣ

Η ξανθιά κυρία μαλώνει πάλι με τα κηδειόχαρτα στους στύλους. Δηλαδή παλιά ήταν ξανθιά. Τώρα έχει άσπρα μαλλιά, αλλά από εκείνα που φωνάζουν ότι κάποτε ήταν ξανθά. Φοράει πάντα ένα άσπρο φουστάνι. Μερικές φορές έχει και…..
λουλούδια ραμμένα πάνω του. Αληθινά λουλούδια. Όσο αληθινά μπορούν να είναι τα κομμένα.

Δεν περνάω ούτε πιο κοντά της, ούτε πιο μακριά της απ’ ότι θα περνούσα αν επρόκειτο για κάποια κυρία που δε θα μάλωνε με κηδειόχαρτα. Παλιότερα είχα προσπαθήσει ν’ ακούσω τι έλεγε στους καβγάδες της. Σταμάτησα να το κάνω όταν φοβήθηκα ότι μπορεί να άκουγα τα κηδειόχαρτα να απαντάνε στις βρισιές και τις κατηγορίες της. Ποτέ δεν ξέρεις ποια είναι η στιγμή που το μυαλό σου θ’ αρχίσει να ακούει φωνές που δεν πρέπει.

Ύστερα χαϊδεύω τον γάτο με το κομμένο μπροστινό πόδι. Περιμένει σα σκύλος στην είσοδο. Τρίβεται στα πόδια μου για να αφήσει τη μυρωδιά του. Έχω στην τσέπη μου ένα φακελάκι με τροφή. Κάθε βράδυ πρέπει να έχω. Εκείνος υποκρίνεται ότι με αγαπάει. Ξέρω ότι αγαπάει το φακελάκι, αλλά υποκρίνεται τόσο καλά τον πιστό γάτο που το κερδίζει με την αξία του. Τρώει και φεύγει δίχως να κοιτάξει πίσω. Όμως του έχω πει τα νέα της μέρας. «Ο χρόνος μας τελείωσε. Αύριο θα συνεχίσουμε». Έχω δει σε ταινίες που το λένε οι ψυχοτέτοιοι στους ασθενείς τους ή σε όσους νομίζουν ότι είναι ασθενείς. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Ο γάτος πληρώνεται λιγότερα.

Μερικές φορές άνοιγα την τηλεόραση. Τώρα δεν έχω τηλεόραση. Ήθελα να τη δώσω, όμως δεν είναι σωστό να δίνεις την τηλεόρασή σου σε κάποιον που δεν έχει. Δεν είμαι αυτό που λέμε «καλός άνθρωπος» όμως δε θέλω να κάνω κακό σε άλλους. Κι όταν δίνεις τηλεόραση σε κάποιον που δεν έχει κάνεις κακό. Την άφησα στο δρόμο. Όχι στα σκουπίδια. Στο δρόμο. Την έδιωξα.

Τώρα ανοίγω το παράθυρο. Όταν βρέχει ανοίγω όλα τα παράθυρα. Νομίζω ότι μπαίνει περισσότερο οξυγόνο στο σπίτι. Έχω μία καρέκλα που όταν γέρνω πίσω ακουμπάει στον τοίχο και είμαι άνετα. Δεν είναι σπαστή καρέκλα από εκείνη με τους μοχλούς. Είναι σπασμένη. Όταν έσπασε έπεσα. Μετά με βόλεψε να κάθομαι έτσι. Κλείνω τα μάτια μου κι ανοίγω τ’αυτιά μου. Δε μπορώ να εξηγήσω πώς γίνεται να ανοίγεις τ’ αυτιά σου αλλά γίνεται. Ξέρω ότι η κυρία με τα πρώην ξανθά και τώρα άσπρα μαλλιά έχει σταματήσει τέτοια ώρα να μαλώνει με τα κηδειόχαρτα. Είναι ο φόβος που έλεγα. Δεν ξέρω ποιο βράδυ θ’ αρχίσω ν’ ακούω τις βρισιές της ενώ θα λείπει. Γι’ αυτό και πατάω το κουμπί αφήνοντας το φως της οθόνης του υπολογιστή να μου κλείνει τα μάτια.
Και τα αυτιά μου ανοίγουν.

http://kartesios.com/

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *