Και τώρα που ήλθε η Μέρκελ, άλλαξε κάτι;

Του Stefan Kaiser (SP)

Οι Έλληνες ήλπιζαν να ακούσουν από την Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ να εκφράζει την αλληλεγγύη της για την κρίση που έχει πλήξει τη χώρα, κατά της χθεσινής της επίσκεψη στην Αθήνα. Η κατάσταση, ωστόσο, παραμένει δύσκολη. Εάν η Ελλάδα είναι να παραμείνει στη ζώνη του ευρώ, θα το πετύχει είτε με την αναγκαία, για την ίδια, λήψη περισσότερης χρηματικής βοήθειας είτε με τη λήψη κάποιου άλλου προγράμματος αναδιάρθρωσης του χρέους της, είτε, ενδεχομένως, και….
με τους δύο τρόπους.

Οι Έλληνες ήλπιζαν από τη Μέρκελ ότι θα επισκεφθεί τη χώρα κάνοντας δηλώσεις αλληλεγγύης και υποσχέσεων στήριξής της για την κρίση από την οποία μαστίζεται. Ωστόσο, το 2013 είναι έτος εκλογών, και τα μέλη του κυβερνητικού της συνασπισμού, για να μην αναφέρουμε ένα μεγάλο μέρος του γερμανικού εκλογικού σώματος, θα προτιμούσε να τη βλέπει να συνεχίζει να παίζει το ρόλο της Σιδηράς Κυρίας – Καγκελάριου επαναλαμβάνοντας τις απαιτήσεις της για μεταρρυθμίσεις και λιτότητα. Απλώς οι Γερμανοί δεν θέλουν να δώσουν και άλλα χρήματα στην Αθήνα.

Η προσπάθεια για να διασωθεί η Ελλάδα από τη χρεοκοπία έχει ξεκινήσει εδώ και δυόμισι χρόνια. Και αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι – περισσότερο από ποτέ άλλοτε – έχουμε φτάσει σε ένα αποφασιστικό σημείο. Τα κράτη – μέλη της ευρωζώνης θα πρέπει σύντομα να αποφασίσουν αν θέλουν να βοηθήσουν ακόμη περισσότερο την Αθήνα για να μπορέσει η χώρα να αποπληρώσει το χρέος της σε περισσότερο χρονικό διάστημα από ό,τι είχε προγραμματιστεί. Ή από την άλλη, εάν θελήσουν να διαγράψουν ένα σημαντικό μέρος της έκτακτης βοήθειας που έχει ήδη λάβει η χώρα. Ή ίσως ακόμη και τα δύο.

Το τρέχον πακέτο βοήθειας ισχύει μέχρι το τέλος του 2014 και προβλέπει ότι η Ελλάδα θα βρεθεί σε θέση να επιστρέψει στις κεφαλαιαγορές το 2015. Προς το παρόν, όμως, λίγοι πιστεύουν ότι το χρονοδιάγραμμα αυτό είναι ρεαλιστικό. Πράγματι, έτσι όπως ευρέως εκτιμάται, η Ελλάδα βρίσκεται στο σημείο να χρειάζεται επιπλέον χρηματοδότηση της τάξης των € 78 δις για την πενταετία 2015 και 2020. Από πού ακριβώς θα εξοικονομηθούν αυτά τα χρήματα, παραμένει ένα θέμα που είναι ασαφές.

Η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας είναι γρήγορη και σε σύντομο χρονικό διάστημα

Εξίσου ασαφές είναι το πώς η χώρα θα μπορέσει να μειώσει το δημόσιο χρέος της στο «ανεκτό» ποσοστό του 120% επί του Α.Ε.Π. της έως το 2020. Ο φετινός προϋπολογισμός της ελληνικής κυβέρνησης εκτιμά ότι έως το τέλος της φετινής χρονιάς το ποσοστό αυτό θα αγγίξει το 169% επί του Α.Ε.Π. ενώ το αντίστοιχο για την επόμενη χρονιά, θα διαμορφωθεί στο 179%. «Το επίπεδο του χρέους είναι εξαιρετικά υψηλό», λέει ο Jens-Boysen Hogrefe του Ινστιτούτου του Κιέλου για την παγκόσμια οικονομία. «Λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες συνθήκες, η χώρα πιθανότατα δεν θα είναι σε θέση να χειριστεί το δημόσιο χρέος της.»

Το σπειροειδές φορτίο χρέους της Ελλάδας είναι κατά κύριο λόγο συνάρτηση της αβυσσαλέας οικονομία της. Κατά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η ελληνική οικονομία έχει πλήρως συρρικνωθεί κατά 20% με τους οικονομολόγους να αναμένουν μία περαιτέρω πτώση ίση με 6,5% για τη φετινή χρονιά. Η Αθήνα αναμένει ότι το 2013 θα δει την ελληνική οικονομία να συρρικνώνεται κατά επιπλέον 3,8%, αλλά οι περισσότεροι οικονομολόγοι παρουσιάζονται ως ακόμα πιο πολύ απαισιόδοξοι.

Όσο πιο πολύ η οικονομία της συρρικνώνεται, τόσο πιο δύσκολο γίνεται για την Ελλάδα να καταβάλει τους τόκους του χρέους της. «Χάρη στα πακέτα λιτότητας, ο ελληνικός προϋπολογισμός, μείον τις πληρωμές τόκων, είναι σε γενικές γραμμές ισορροπημένος», λέει ο Boysen-Hogrefe συνεχίζοντας: «Η χώρα χρειάζεται εξωτερική βοήθεια σχεδόν αποκλειστικά για να εξυπηρετήσει το χρέος της.»

Στις αρχές του 2012, η επιβάρυνση του επιπρόσθετου χρέους δεν ήταν και τόσο βαριά καθώς ένα μεγάλο μέρος των ιδιωτών πιστωτών της χώρας συμφώνησε να διαγράψει περισσότερο από το ήμισυ του ελληνικού χρέους που κατείχαν στα χαρτοφυλάκιά τους. Όμως, τα αποτελέσματα του εν λόγω κουρέματος του ελληνικού χρέους, έχουν από καιρό ξεθωριάσει.

Ως αποτέλεσμα, οι οικονομολόγοι είναι πεπεισμένοι ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί ακόμα περισσότερη βοήθεια. «Είτε με τη χορήγηση ενός νέου πακέτου βοήθειας είτε με τη διαδικασία ενός νέου κουρέματος του ελληνικού χρέους», λέει ο Boysen-Hogrefe συμπεραίνοντας: «Είναι πιθανό ότι θα είναι ένα μίγμα και των δύο τρόπων.»

Ωστόσο, μία δεύτερη χρεοκοπία (με την έννοια της αναδιάρθρωσης του χρέους), θα είναι πολύ πιο επώδυνη για τα κράτη – μέλη της ευρωζώνης από ό,τι το πρώτο. Αυτή τη φορά, δεν θα είναι μόνο οι ιδιώτες κάτοχοι του ελληνικού χρέους που θα υποφέρουν, αλλά και οι πιστωτές του δημόσιου τομέα όπως η Γερμανία και οι φορολογούμενοί της.

Ένα «πλήγμα» ύψους € 63 δις

Μέχρι στιγμής, από τα κράτη της ευρωζώνης, μαζί με το Δ.Ν.Τ., έχει σταλεί περίπου € 149 δις ως χρηματική βοήθεια προς την Ελλάδα. Θεωρείται εξαιρετικά απίθανο ότι το ΔΝΤ θα της «συγχωρήσει» κάποιο μέρος του ποσού που της έχει δώσει, αφήνοντας για την τύχη των € 126,8 δις και των € 34 δις να αποφασίσουν τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ευρωζώνης και η Γερμανία που της έχουν δώσει αντίστοιχα.

Εάν γινόταν από τις αρχές του έτους το ίδιο κούρεμα που έγινε όπως εκείνο των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα (που προέβλεπε απομείωση χρέους ίσο με 50%), τότε οι χώρες του ευρώ θα δεχόντουσαν ένα πλήγμα της τάξης των € 63 δις, ενώ μόνο για τη Γερμανία κάτι τέτοιο θα σήμαινε μία απώλεια στα χαρτοφυλάκιά της ύψους € 17 δις. Στην κορυφή όλων, ξεχωρίζει και το δυναμικό χτύπημα που θα δεχόταν η Ε.Κ.Τ. λόγω των αυξημένων θέσεών της στο ελληνικό χρέος. Στην προσπάθειά της να μειώσει το κόστος δανεισμού της ευρωζώνης, η Ε.Κ.Τ. αγόρασε ελληνικά κρατικά ομόλογα ονομαστικής αξίας € 45 δις, αν και η πραγματική τιμή αγοράς τους ήταν πολύ χαμηλότερη.

Στην περίπτωση που εντασσόταν στο εν λόγω κούρεμα του ελληνικού χρέους και η Ε.Κ.Τ., οι απώλειες της Γερμανίας λόγω της συμμετοχής της θα έφθαναν τα € 3,5 δις διαμορφώνοντας τις συνολικές της απώλειες στην αξία κατοχής του ελληνικού χρέους, στο συνολικό ποσό των € 20 δις. Παρόλα αυτά, να διαγραφεί συνολικό χρέος για την Ελλάδα ίσο με € 170 δις.

Η Ε.Κ.Τ., ειδικότερα, δήλωσε ότι δεν θα λάβει μέρος σε οποιοδήποτε τέτοιο πρόγραμμα «άφεσης» χρέους. Ακόμη και ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του χρέους περιλαμβανόμενης μίας επέκτασης των περιόδων ομολόγων ή της μείωσης των τόκων που οφείλονται από αυτά τα ομόλογα δεν είναι στις άμεσες προθέσεις της.

Μεταθέτοντας τη λύση του προβλήματος στο μέλλον

«Μπορούμε είτε να επιμηκύνουμε τις περιόδους λήξης για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, είτε να μειώσουμε τις πληρωμές των τόκων» δήλωσε ο Γερμανός Jörg Asmussen και μέλος του Δ.Σ. της Ε.Κ.Τ. στην εφημερίδα Bild σημειώνοντας: «Και τα δύο αποτελούν μορφές διαγραφής χρέους και, επομένως, άμεση χρηματοδότηση του ελληνικού κράτους. Νομικά, η Ε.Κ.Τ. δεν έχει τη δυνατότητα να κάνει κάτι τέτοιο.»

Πέρα από τις νομικές ανησυχίες, όμως, υπάρχουν και πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Μέρκελ. Με τις επερχόμενες εθνικές εκλογές στη χώρα της να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, το τελευταίο πράγμα που θέλει να κάνει είναι να διαγράψει ελληνικό χρέος από τα γερμανικά κρατικά χαρτοφυλάκια ύψους € 20 δις επιφέροντας σημαντική ζημιά στα χρήματα των Γερμανών φορολογουμένων κατά τη διάρκεια μία – κατά τα φαινόμενα – δύσκολης προεκλογικής εκστρατείας για την επανεκλογή της. Ως εκ τούτου, φαίνεται πιο πιθανό ότι οι χώρες της ευρωζώνης θα επιλέξουν ένα «μαλακό» πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους που περιλαμβάνει την επέκταση των περιόδων αποπληρωμής των ομολόγων και τη μείωση του επιτοκίου που οφείλεται από αυτά τα ομόλογα. Αυτό, όμως, θα σήμαινε επίσης ότι η Ευρώπη συνεχίζει την πολιτική Μέρκελ που ασκείται εδώ και δυόμιση χρόνια και που προβλέπει τη μετάθεση του προβλήματος στο μέλλον.

Η Μέρκελ, όμως, εξαντλεί τα περιθώρια για περαιτέρω καθυστερήσεις. Το 2014, ακριβώς το ίδιο αίνιγμα θα παρουσιαστεί για άλλη μία φορά. Είτε η Ελλάδα θα χρειαστεί επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ σε βοήθεια είτε οι πιστωτές της θα πρέπει να της σβήσουν χρέος ύψους δισεκατομμυρίων. Ή και τα δύο. Εν τω μεταξύ, η τρίτη εναλλακτική λύση – που υπαγορεύει να μη δοθεί καθόλου βοήθεια στην Ελλάδα οδηγώντας την σε ανεξέλεγκτη χρεοκοπία – γίνεται όλο και πιο ακριβή χρόνο με το χρόνο.

Όποια κι αν είναι η κατάληξη, θα είναι ακριβή για τη ζώνη του ευρώ και για τη Γερμανία επίσης. «Είτε έτσι είτε αλλιώς», λέει ο Boysen-Hogrefe, «θα πρέπει να αναλάβουμε το μερίδιο του κόστους που μας αναλογεί.» Και αυτή είναι μία πραγματικότητα που η επίσκεψη της Μέρκελ στην Αθήνα, αναμφίβολα, δεν άλλαξε και ούτε μπορούσε να αλλάξει.

Επιμέλεια – Μετάφραση : e-FSW

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *