H σημασία του Δελφικού Έψιλον

1Ή αλλιώς το «Έψιλον εν Δελφοίς» είναι σήμερα ένα πολύ παρεξηγημένο σύμβολο που οι αδαείς θέλουν να το ταυτίζουν, από άγνοια βέβαια, με μυστικές ομάδες, συνομωσίες και άλλου είδους φανταστικές θεωρίες. Αντιθέτως το Δελφικό Έψιλον, δηλαδή το σύμβολο αυτό που ήταν τοποθετημένο (σύμφωνα με τα αρχαία κείμενα και τα ευρήματα), στην κορυφή τού Αετώματος τού Ναού τού Απόλλωνος στους Δελφούς, είχε για τον αρχαίο κόσμο την δικιά του σημαντική αξία και φιλοσοφία.

Να λοιπόν ποιο ήταν και τι σήμαινε το ΔΕΛΦΙΚΟ ΕΨΙΛΟΝ:

Το Γράμμα Έψιλον σαν σύμβολο σχετίζεται άμεσα με την Δελφική Ηλιακή μυσταγωγία, την μύηση του ανθρώπου στο ΦΩΣ. Η τοποθέτησης του στο αέτωμα του Δελφικού Ναού του ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ (θεού του Φωτός – Ηλιακή λατρεία) δηλώνει την αέναη σχέση του με το Φως, την τελείωση και ως εκ τούτου σαν Έψιλον υποδηλώνεται ο Φωτεινός. Το γράμμα Ε είναι σαν σχήμα η έκφανση της τριαδικότητας εξ ου και η τρείς φορές τοποθέτηση του εις το αέτωμα του Απολλώνιου ναού μια σε ξύλο, δεύτερη σε χαλκό και τρίτη σε χρυσό.Το γράμμα Ε ως αριθμός συμβολίζεται με τον αριθμό 5. Τα 4 κοσμογονικά στοιχεία της Γής, του Αέρα, του Νερού και του Πυρ με την πεμπτουσία του Ουράνιου – Αιθέρα. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν τον Άνθρωπο. Ομοίως γνωρίζουμε ότι το ιερό πεντάγραμμο (πεντάλφα) συμβολίζει τον άνθρωπο και παράλληλα τα 5 στοιχεία που τον αποτελούν κατά τους Πυθαγόρειους μύστες όπου το είχαν σαν ιερό σύμβολο.

Τρείς φορές τοποθετήθηκε ένα Ε (ΕΨΙΛΟΝ) στην κορυφή τού Αετώματος τού Ναού τού Απόλλωνος στους Δελφούς, κατάντικρυ σε όποιον πλησίαζε την κεντρική, ανατολική Πύλη του, πάντοτε συνοδευόμενο από το ΓΝΩΘΙ Σ’ΑΥΤΟΝ στην κάτω αριστερή γωνία και το ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ στην κάτω δεξιά τού ιδίου Αετώματος. Ήταν γνωστά σαν ”Δελφικά παραγγέλματα”, το δε Ε το ”προεδρεύον” αυτών. Το παλαιότερο από αυτά (τα Ε) ήταν ξύλινο κι αναφέρεται σαν ”Ε των Σοφών ”, γιατί αφιερώθηκε από τον Σόλωνα κατά μία εκδοχή, κατά δε άλλη από όλους μαζί τούς τότε αναγνωρισμένους Σοφούς. Όταν αυτό εφθάρη, οι Αθηναίοι ανέθεσαν στο Ναό το δεύτερο, το οποίο ήταν χάλκινο. Σε αντικατάσταση και αυτού, η Λιβία Δρουσέλλα, σύζυγος τού Αυγούστου, αφιέρωσε το τρίτο και τελευταίο, από καθαρό χρυσό. Η μοναδική πληροφορία για το Ε των Δελφών προέρχεται από τον Πλούταρχο (46-127 μ.Χ.), ο οποίος ως Ιερεύς διά βίου τού Απόλλωνος, πρέπει να ήταν κοινωνός και γνώστης των Μυστηρίων.

Το ότι λοιπόν ένα γράμμα τού Αλφαβήτου, είναι το αποκλειστικό αντικείμενο μιας ολόκληρης διατριβής του, δείχνει, όπως και τα γραφόμενα, την μεγάλη σημασία πού ένας συγγραφέας της ολκής του, απέδιδε σ’ αυτό. Το ότι κανείς άλλος δεν έγραψε γι’ αυτό, αλλά κι ο τρόπος (σε μορφή διαλόγου) πού ο ίδιος ο Πλούταρχος το παρουσιάζει, συνηγορούν ότι πρόκειται για κλείδα των Δελφικών Μυστηρίων, γιατί ως γνωστόν η αποκάλυψη στοιχείων τους στους αμύητους, αποτελούσε ηθικό και ποινικό αδίκημα.

Στον διάλογο αυτόν, προβάλλονται διάφορες ερμηνείες από τούς διαλεγόμενους, σαν προσωπικές τους απόψεις, μερικές αδύναμα τεκμηριωμένες, άλλες ισχυρά, πολλές αλληλοαναιρούσες. Σε κάποιες επεμβαίνει ο ίδιος ο Πλούταρχος, με πληθώρα αναλύσεων, μη παίρνοντας ρητή θέση, αλλ’ ωστόσο καθοδηγώντας διακριτικά τον αναγνώστη. Δεν μπορεί έτσι να κατηγορηθεί ότι αποκαλύπτει τα των Μυστηρίων, αλλά προτρέπει σε συλλογισμούς προσέγγισής τους, τηρώντας το ρηθέν από τον Ηράκλειτο ότι : “Ο ΑΝΑΞ Ο ΕΝ ΔΕΛΦΟΙΣ, ΟΥΤΕ ΛΕΓΕΙ, ΟΥΤΕ ΚΡΥΠΤΕΙ, ΑΛΛΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ”. Τα δε σημαίνοντα διαφέρουν ως προς την προσέγγισή τους, ανάλογα με την πνευματική, την ποιοτική και την μυητική διαβάθμιση των πιστών. Γιατί κι ο ίδιος ο Θεός έχει ανάλογα ονόματα προς αυτούς: είναι ΛΟΞΙΑΣ για τούς μη νοούντας, ΠΥΘΙΟΣ για εκείνους που αρχίζουν να μαθαίνουν, να ερωτούν, να ενημερώνονται και ΔΗΛΙΟΣ και ΦΑΝΑΙΟΣ σε όσους φανερώνεται και διαφαίνεται κάποια Αλήθεια. Είναι ΙΣΜΗΝΙΟΣ σ’ αυτούς που γνωρίζουν την αλήθεια και ΛΕΣΧΗΤΟΡΙΟΣ σ’ εκείνους που μεταχειρίζονται αυτήν την Αλήθεια, φιλοσοφώντας. Η πρώτη άποψη στο διάλογο, δηλωμένη από τον αδελφό τού Πλουτάρχου Λαμπρία, είναι πώς οι πέντε από τούς επτά Σοφούς – οι Χίλων, Θαλής, Σόλων, Βίας και Πιττακός θέλοντας να διαχωριστούν από τούς άλλους δύο, τον Κλεόβουλο τον Λίνδιο και τον Περίανδρο τον Κορίνθιο, οι οποίοι με πλάγια μέσα εξεπόρθησαν τη φήμη τού Σοφού – αφιέρωσαν το Ε (δηλαδή τον αριθμό 5) στον Θεό, δηλώνοντας έτσι το πραγματικό πλήθος τους. Άλλος είπε πως το Ε, όντας το δεύτερο των γραμμάτων, των εχόντων Φωνήν (φωνηέντων), δηλώνει τον Απόλλωνα, τον δεύτερο τη ταξει, μετά τον Δία, Θεόν. Η τρίτη άποψη τού Ιερέως Νικάνδρου είναι ότι, επειδή το Ε γράφεται και ΕΙ (βλ. Δειπνοσοφιστού βιβλ. β’.5: ” πάντες οι Αρχαίοι τώ ΟΥ αντί τού Ο μακρού στοιχείου προσεχρώντο, παραπλησίως και τώ ΕΙ αντί τού Ε μακρού. Ώσπερ ορώμεν καν τή Ιλιάδι το πέμπτον βιβλίον σημειούμενον διά τού ΕΙ.), είναι χαρακτηριστικό των προς χρησμοδότησιν ερωτημάτων (εάν), αλλά και μόριο ευχής ή παράκλησης (ΕΙ-θε). Η άποψη τού Θέοντος, πού ακολουθεί, είναι πως ο Θεός ευνοώντας την Διαλεκτική, παραδέχεται αυτό το μόριο (ΕΙ) τού συλλογισμού και χρησιμοποιώντας το συχνά στους Χρησμούς του, προτείνει τή χρήση του στους Φιλοσόφους. Γιατί Φιλοσοφία είναι η έρευνα της Αλήθειας και φώς της Αλήθειας η απόδειξη και της απόδειξης αρχή ο συναπτόμενος συλλογισμός. Και κανένα πράγμα δεν υπάρχει χωρίς αιτία και κανένας συλλογισμός δίχως λογική προϋπόθεση.

Ο Έυστροφος ο Αθηναίος υποστηρίζει πως το Ε δηλώνει την έννοια των αριθμών ως Πεμπάς, αφού οι Σοφοί το αριθμείν ονομάζουν ”πεμπάζειν”. Εκφράζει έτσι την Πυθαγόρεια θέση ότι ο αριθμός είναι πρώτη και απόλυτη αιτία των πάντων κι ότι ο Θεός αεί γεωμετρεί. Την άποψη αυτή συμπληρώνει ο ίδιος ο Πλούταρχος, λέγοντας ότι οι αριθμοί διαιρούνται σε άρτιους και περιττούς και η Μονάδα είναι κοινή κατά τη δύναμη και στα δύο είδη, αφού προστιθέμενη, κάνει τον άρτιο περιττό και τον περιττό άρτιο. Το δύο είναι ο πρώτος άρτιος και το τρία ο πρώτος περιττός. Το άθροισμα αυτών των δύο δίνει αριθμό εξαιρετικής τιμής, γιατί πρώτος αυτός αποτελείται από πρώτους και έχει ονομασθεί από τούς Πυθαγόρειους Γάμος, λόγω της ομοιότητάς του με την ενωτική σχέση τού άρτιου προς το θήλυ και τού περιττού προς το άρρεν. Γιατί από καμιά ανάμιξη τους δεν γεννιέται άρτιος, μα πάντα περιττός και ποτέ άρτιος όταν προστεθεί σε άρτιο δεν γεννά περιττό, ούτε βγαίνει από τή φύση του, από αυτήν ακριβώς την αδυναμία του να γεννήσει άλλον. Αντίθετα, περιττοί όταν προστεθούν σε περιττούς, γεννούν πολλούς άρτιους, γιατί πάντα αποτελούν το γόνιμο στοιχείο. Το πέντε (Ε) λέγεται και φύσις γιατί με τον πολλαπλασιασμό επί τον εαυτό του τελειώνει πάντα στον εαυτό του. Γιατί και η φύση – πού από το σπόρο μετά από διάφορες μεταμορφώσεις, αποδίδει πάλι σπόρο – πάντα τελειώνει στον εαυτό της. Κι όταν αυτό (το Ε) προστίθεται στον εαυτό του, γεννά εκ περιτροπής ή τον εαυτό του ή την δεκάδα, κι αυτό γίνεται επ’ άπειρον. Η ένωση λοιπόν της Πεμπάδος (Ε) με τον εαυτό της δεν γεννά τίποτε ατελές ή αλλιώτικο, αλλ’ έχει καθορισμένες μεταβολές. Γεννά ή τον αριθμό τού είδους της ή τον τέλειο αριθμό. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κοινόν με τον Απόλλωνα, γιατί ο Θεός υμνείται ως αιώνιος και άφθαρτος από την ίδια του την φύση, και άλλοτε ως πυρ τα πάντα εξομοιώνει προς τα πάντα (ΠΥΡΟΣ Τ’ ΑΝΤΑΜΕΙΒΕΣΘΑΙ ΠΑΝΤΑ), άλλοτε δε καταφεύγει σε μεταμορφώσεις τού εαυτού του ως προς τή μορφή, τή διάθεση και τή δύναμη, όπως ακριβώς κι ο Κόσμος. Αλλά και στη Μουσική πού τόσο αρέσει στον Θεό, η Πεμπάς έχει την σημασία της. Γιατί πέντε είναι οι ορθές συμφωνίες και αν και υπάρχουν πολλά διαστήματα μεταξύ των τόνων, η Μελωδία, πέντε μόνο χρησιμοποιεί: τή Δίεση, το Ημιτόνιο, τον Τόνο, το Τριημιτόνιο και το Δίτονο. Μα και κατά τον Πλάτωνα, αν υπάρχουν περισσότεροι από έναν κόσμοι, τότε αυτοί είναι πέντε. Αλλά κι αν υπάρχει μόνο ένας, όπως λέγει ο Αριστοτέλης, αυτός αποτελείται από πέντε: τον κόσμο της Γής, τον κόσμο τού Ύδατος, αυτόν τού Πυρός, τον τέταρτο τού Αέρος και τον πέμπτο που άλλοι ονομάζουν Ουρανό, άλλοι Φώς, άλλοι Αιθέρα και άλλοι Πέμπτη Ουσία ή Πεμπτουσία. Αρκετοί Φιλόσοφοι συσχετίζουν με αυτούς τούς πέντε κόσμους, τις πέντε αισθήσεις, γιατί θεωρούν ότι η αφή είναι σκληρή και γεώδης, η γεύση από την υγρότητά της αποκτά αντίληψη για τις ποιότητες γευστών. Η όσφρηση επειδή είναι αναθυμίασης και άρα γεννάται από την θερμότητα, έχει τή φύση τού πυρός. Ο αέρας όταν προσκρούει στο αυτί γίνεται φωνή και ήχος. Και τέλος η όρασης διαλάμπει από το φώς και τον Αιθέρα. Ο διάλογος κλείνει με την άποψη τού Αμμωνίου που υποστηρίζει ότι ούτε αριθμό, ούτε τάξη, ούτε σύνδεσμο, ούτε κάποιο άλλο ελλίπον μόριο λέξεως, δηλώνει το Ε. Αλλά ότι είναι αυτοτελής τού Θεού προσαγόρευσης και προσφώνησης. Ο Θεός όταν πλησιάζει κάποιος στο Ναό, τον χαιρετά και τον προσαγορεύει με το ”Γνώθι σ’αυτόν”, κι αυτός ανταπαντά ” ΕΙ ” (είσαι), αναγνωρίζοντας και ομολογώντας ότι πραγματικά Αυτός υπάρχει. Και ”ΕΙ ΕΝ”, γιατί είναι Ένας (ΕΝ ΔΕ ΑΠΟΛΛΩΝ) – γι’ αυτό λέγεται Α-πολλών – αρνούμενος τα πολλά και το πλήθος. Λέγεται και Ιήϊος γιατί είναι Ένας και μόνος, και Φοίβος γιατί οι Αρχαίοι έτσι ονόμαζαν κάθε καθαρό κι αγνό. Ο Πλούταρχος τελειώνει εδώ τον διάλογο, με την τελευταία άποψη να αναιρεί όλες τις προηγούμενες, χωρίς κάποιο συμπερασματικό επίλογο ή σχόλιο, μη κλείνοντας ουσιαστικά το θέμα κι αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπάρχουν πιθανώς και άλλες πτυχές της Αλήθειας. Τηρεί έτσι ως Μύστης και Ιερεύς, τις Μυστηριακές επιταγές, κάνοντας συγχρόνως ένα άνοιγμα προς τούς έξω και αμύητους. Άνοιγμα που έχει από μια μεριά σκοπιμότητα – σε μια εποχή παρακμής τού Μαντείου και ανταγωνισμού του από άλλες θρησκείες και Θεούς που εισήγαγαν οι Ρωμαίοι από τα πέρατα της Αυτοκρατορίας – αλλά και ανάγκη της προβολής και δικαίωσης τού Κοσμικού και Νοητικού χαρακτήρα της Απολλώνιας Θεοσέβειας.

Από τούς νεότερους συγγραφείς μόνο δύο έχουν γράψει για το Ε των Δελφών. Ο Στέφ. Καραθεοδωρής, Ιατρός και ο Γ. Λευκοφρύδης, Δικηγόρος (Αθήνα 1977), οι οποίοι αφού αναφέρονται στα τού Πλουτάρχου, διατυπώνουν ο καθένας κι από μια δική του άποψη. Ο μεν πρώτος επισημαίνοντας ότι το Ε συμβολίζει τον Θεό, το συνδέει με το γράμμα (συλλαβή) τού Εβραϊκού αλφαβήτου, που επίσης συμβολίζει το Θείον, υποστηρίζοντας ότι είναι μετάφρασή του και συνεπώς αποτέλεσμα μαθητείας κι αποδοχής της Εβραϊκής Θρησκείας. Ο δε δεύτερος, Λευκοφρύδης, συνδέοντας το Δελφικό Ε με την κατά την άποψή του αποκωδικοποίηση τού έργου τού Αριστοτέλη ” Οργάνων Όργανον”, υποστηρίζει ότι πρόκειται για διακριτικό σύμβολο ενός Πλανητικού συστήματος στον αστερισμό τού Λαγού και τού συνωνύμου του Κοσμοσκάφους. Αν και η λογική της αποκωδικοποίησης τού έργου είναι ισχυρή, εναπόκειται στην κρίση τού κάθε ερευνητή να καταλήξει για το ακραίο ή όχι της θέσης αυτής. Η δική μου άποψη για το γράμμα αυτό τού Ελληνικού Αλφαβήτου, είναι ότι αποτελεί σε Κοσμικό επίπεδο, καθαρό συμβολισμό τού Ενούντος Θείου.

Στη Σαμοθράκη έχουν βρεθεί κεραμικά πιάτα που χρησιμοποιούνταν σε τελετές των Καβειρίων Μυστηρίων. Τα μισά από αυτά είχαν χαραγμένο ένα Ο (Θήτα) και τα υπόλοιπα ένα Ε. Και τα δύο συμβολίζουν το Θείον. Το πρώτο σαν Κέντρο τού Σύμπαντος Όλου, το δεύτερο σαν Ενωτικό των Πάντων στοιχείο. Η Ελληνική γλώσσα δεν είναι απλά μια γλώσσα επικοινωνίας. Είναι το παράγωγο μιας Κοσμικής, Συμπαντικής γεωμετρικής Μήτρας κωδικοποιημένων Εννοιολογήσεων.

Ο Φιλόστρατος αναφέρει ότι: ” Παλαμήδης εύρε τα γράμματα ουχ υπέρ τού γράφειν μόνον, αλλά και υπέρ τού γιγνώσκειν ά δεί μή γράφειν”. Κατά τον Λουκιανό, ο Παλαμήδης – υιός τού Ναυπλίου, Ομηρικός ήρως και εφευρέτης τού Αλφαβήτου- ”… πρώτος ημίν τούς νόμους τούτους διατυπώσας, ου τή ταξει μόνον καθ’ ήν προεδρίαν βεβαιούνται, διώρισεν τί πρώτον έσται ή δεύτερον, αλλά καί ποιότητας άς έκαστον έχει καί δυνάμεις συνείδον”. Χαρακτηριστικά δηλαδή τού Αλφαβήτου εκτός από τή σειρά των γραμμάτων είναι και οι ποιότητες αυτών, αλλά και οι δυνάμεις. Τί σημαίνει όμως, τα γράμματα έχουν ποιότητες και δυνάμεις; Δυνάμεις να κάνουν τί, ή δυνάμεις τίνων; Η Ελληνική γλώσσα είναι Λόγος, και ο Λόγος είναι πρώτιστα αναλογία. Κι εκφράζεται πολυσήμαντα και κατ’ αναλογία σε άπειρα διαβαθμιστικά επίπεδα. Από τα πλέον Γήινα σαν επικοινωνία, έως τα πλέον Κοσμικά σαν Κοσμικές, Συμπαντικές έννοιες. Έτσι το Ν είναι Νόησης. Το Λ είναι Λόγος. Ο Λόγος όταν αποκτά βάση (-), γίνεται -Δ- Δραστηριοποιείται, αποκτά Διαστάσεις. Το Ο είναι μία Ολότητα, ένα Πάν. Το Όλον με το Κέντρο του, ο Δημιουργός και η Δημιουργία, αδιαίρετα μαζί, είναι το Θ (Θήτα) το Θείον, το Σύν-Πάν. Το Ε είναι τα τρία στοιχεία (οι τρείς παράλληλες γραμμές) τού Τρισυπόστατου Θείου, ενωμένα. Εξ ου και Ένωσης= ώσις πρό τό ΕΝ = ώθηση προς τή Θεία Νόηση.

Τό Ε δηλώνει, τον Ενωτικό χαρακτήρα τού Τρισυπόστατου Θείου και γι’ αυτό αφιερώθηκε, μαζί με τα ”Γνώθι σ’αυτόν” καί ”Μηδέν Άγαν”, που είναι επίσης Ενωτικά παραγγέλματα – αφού δεν νοείται Ένωσης χωρίς την βαθιά, Νοητική γνώση τού Εγώ, αλλ’ ούτε και προσέγγισης της με παραθλαστικές λειτουργίες υπερβολής- στον Θεό τού Φωτός και της Αρμονίας. Αυτό το στοιχείο της Ένωσης συνηγορεί προς την ονομασία ”Γάμος”, που έδωσαν στο Ε, οι Πυθαγόρειοι.

 

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *