Ω οι ωραίες μέρες!


της Γιούλας Ράπτη

Ναι. Ήταν μια Κυριακή αλλιώτικη. Η ελληνική οικογένεια δεν πήγε στην εκκλησία, δεν κάθισε γύρω από το κυριακάτικο τραπέζι, δεν πήγε βόλτα με τ αμάξι, με ανοιχτά παράθυρα, τραγουδώντας «κάνε υπομονή κι ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός» και δεν μαζεύτηκε μετά στηνκοινή αυλή που βγάζουν τα χαμηλά σπίτια για να σιγοψιθυρίσει τους καημούς της..
Κρίμα. Γιατί αυτή η επιστροφή στη δεκαετία του 60 θα ταίριαζε γάντι στη μέρα, θα προσέδιδε και μια νότα νοσταλγίας για τις παλιές καλές μέρες, τότε που έλειπε το χρήμα αλλά περίσσευε η καλή καρδιά, το φιλότιμο, και τα παλικάρια. Τότε που ο Ξανθόπουλος δεν ήταν διαφήμιση, αλλά έλιωνε στην οικοδομή για τη φουκαριάρα τη μάνα του, η Αλίκη είχε παιδιά να θρέψει και χαρωπή φώναζε «άλλος με τη βάρκα μου» και η θεία από …

… το Σικάγο, πέταγε γλάστρες για να πετύχει γαμπρό στις 3 ανηψιές..
Μελό; Του κερατά… Αλλά αφού πάμε ολοταχώς πίσω, πρέπει να βρούμε ξανά από πού ξεκινήσαμε, από πού περάσαμε και γιατί καταλήξαμε να χρειαζόμαστε νέα σχέδια Μάρσαλ, Μηχανισμούς να μας στηρίξουν, πλάνα ανοικοόμησης της χώρας.

Καθ΄οδόν, πέφτουν δάκρυα αυτοκριτικής, κατάρες για τους ιθύνοντες, μοιρολόγια γιατί μας έβαλαν στο σημάδι, εκρήξεις ξεχασμένης επαναστατικότητας για το παρόν, κρίσεις πανικού για το τι μας περιμένει αύριο στη γωνία.

Μια χώρα μουδιασμένη χτες, με τα ηρεμιστικά στο χέρι, έτοιμη να λιθοβολήσει και να αυτομαστιγωθεί. Μα πώς φτάσαμε ως εδώ; Πού είμασταν εμείς; Ποιοί είμαστε εμείς και ποιοί οι άλλοι; Ποιό είναι το νέο «μαζί». Το Ιντερνετ πήρε φωτιά. Εκκλήσεις να κατέβουμε όλοι στο Σύνταγμα αυτη την Κυριακή στις 6, σε καθιστική διαμαρτυρία. Μπορούμε να καθίσουμε με τέτοια οργή; Να σηκωθούμε, αλλά τι να πούμε, πώς να το πούμε και σε ποιόν; Απο ποιόν να ζητήσουμε τα ρέστα; Υπάρχουν ρέστα;

Μόνο ερωτήσεις υπήρχαν χτες. Με κεφαλαία, με πεζά, στα ελληνικά, στα greeklish. Ερωτήσεις και ατέλειωτα ερωτηματικά να περιμένουν, σαν σημεία στίξης, ένα θαυμαστικό, μια τελεία. Αλλά είμαστε στην παύση, στην άνω τελεία, κι ας καταργήθηκαν τα σημεία στίξης. Εκεί, που κόβεις τη ροή, δεν σταματάς ακριβώς, αλλά ούτε και είσαι σίγουρος πώς να συνεχίσεις. Πώς αλήθεια;

Ο ποιητής Μανόλης Πολέντας μιλάει για αυτά που πρέπει «Να λήξουν τώρα», ο δημοσιογράφος Νίκος Ξυδάκης μετά τη «βόμβα ψυχοτρονίων» που φώτισε τον πρότερο, δανεικό, έκλυτο βίο, βλέπει αισιοδοξία από το μέλλον, γιατί «οι καλύτεροι έλληνες δεν μίλησαν ακόμη».

Κι εγώ, αφού είδα, διάβασα, σχολίασα, αγριεύτηκα, όπως όλοι, νιώθοντας ότι ο έρπης ζωστήρας στο στόμα του Γιώργου Παπανδρέου, έλεγε περισσότερα για τα μαύρα φίδια που μας έζωσαν, πήρα το αυτοκίνητο, πήγα στη θάλασσα, έκανα το πρώτο παγωμένο μπάνιο για να συνέλθω.

Στα διόδια, από το διπλανό αυτοκίνητο ακούγεται τέρμαΓρηγόρης Μπιθικώτσης, «είμαι αητός χωρίς φτερά». Χαμογελάμε με τον οδηγό και γκαζώνουμε…

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *