Υφιστάμενες καταθέσεις σε Ευρώ και τα δάνεια σε εθνικό νόμισμα

Ανδρέας Θεοφάνους*
30/05/2013

Αφήνοντας κατά μέρος τη σκόπιμη διαστρέβλωση θέσεων, τη δαιμονοποίηση της αντίθετης άποψης και ένα υπερβάλλοντα, σχεδόν ιδεολογικοθρησκευτικό φανατισμό για το Ευρώ, οι αντιδράσεις στην πρόσφατη μελέτη μου με τίτλο «Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΕ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ – Πως θα εξέλθουμε από την κρίση»…συνέβαλαν στην ουσιαστική έναρξη ενός απαραίτητου δημόσιου διαλόγου. Η καλόπιστη κριτική είναι καλοδεχούμενη καθώς συμβάλλει σε ένα γόνιμο διάλογο και στην ενίσχυση των προτάσεων.

Το παρόν κείμενο επεξηγεί γιατί η πρόταση για τη διατήρηση των υφιστάμενων καταθέσεων σε Ευρώ και τη μετατροπή των δανείων στο κυπριακό εθνικό νόμισμα είναι όχι μόνο εφικτή αλλά και επιβεβλημένη. Κατ’ αρχήν να υπενθυμίσω τις συναφείς προτάσεις όπως έχουν κατατεθεί:

(1) Διατήρηση των καταθέσεων σε Ευρώ με τους υφιστάμενους περιορισμούς οι οποίοι σταδιακά θα αρθούν.

(2) Τα δάνεια νοικοκυριών και επιχειρήσεων θα μετατραπούν σε Λίρες/Κυπριακά Ευρώ. Η Κεντρική Τράπεζα θα καταβάλλει σταδιακά στις Τράπεζες και στα Συνεργατικά τα αντίστοιχα ποσά τα οποία θα απολεσθούν από την αναμενόμενη υποτίμηση.

Ήδη η Κύπρος είναι de facto εκτός Ευρωζώνης και το τραπεζικό σύστημα σε πολύ δεινή θέση. Ένα από τα ζητήματα που έχουν εγερθεί είναι κατά πόσον η υλοποίηση των συγκεκριμένων εισηγήσεών μου θα οδηγήσει σε έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Είναι σημαντικό να τοποθετηθούμε επί του θέματος ολοκληρωμένα. 

 Η μη συμβατική αυτή πρόταση προκύπτει από το γεγονός ότι η Κύπρος αντιμετωπίζει σήμερα μη συμβατικά δεδομένα τα οποία την έχουν οδηγήσει από μια παρατεταμένη ύφεση σε μια βαθειά κρίση η οποία συνεχώς εμβαθύνεται ολοένα και περισσότερο.

Με την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων η Κύπρος θα οδηγηθεί με μαθηματική ακρίβεια σε συντριβή. Με βάση τους επίσημους υπολογισμούς, το δημόσιο χρέος στο τέλος του 2012 ανήλθε στο 85,8% του ΑΕΠ και το ιδιωτικό χρέος επιχειρήσεων και νοικοκυριών γύρω στο 300% του ΑΕΠ. 

 Με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς, αναμένεται ότι στο τέλος του 2013 το δημόσιο χρέος θα είναι γύρω στο 110% και το ιδιωτικό χρέος γύρω στο 353% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Προφανώς ελλοχεύει ο κίνδυνος της κατάρρευσης καθώς το ψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια στη χρεωκοπία. 
 Η περαιτέρω εκτίναξη του δημόσιου χρέους θα οδηγήσει τελικά στην εκποίηση εθνικού πλούτου περιλαμβανομένων των ενεργειακών πηγών. Σε σχέση με το ιδιωτικό χρέος, η μη αποπληρωμή των δανείων, εκ των πραγμάτων, θα οδηγήσει σε επιπρόσθετα κουρέματα καταθέσεων και σε εκποιήσεις περιουσιών. Η κατάσταση θα είναι συνθλιπτική. Είναι κάτω από αυτά τα δεδομένα που η πρόταση την οποία έχω καταθέσει είναι όχι μόνο εφικτή αλλά και εκ των πραγμάτων επιβεβλημένη η υλοποίησή της.

Με υπόθεση εργασίας ότι τα ιδιωτικά δάνεια είναι γύρω στα €56 δισεκατομμύρια, ότι η υποτίμηση θα είναι 20% και με βάση τη συγκεκριμένη πρόταση η Κεντρική Τράπεζα θα δώσει κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου στα τραπεζικά και συνεργατικά ιδρύματα ένα ποσό ύψους €11,20 δισεκατομμυρίων Λιρών (το συνολικό ποσό που θα απωλεσθεί από την υποτίμηση). 

 Πρέπει να σημειωθεί ότι το ποσό αυτό θα κατανεμηθεί όχι εφάπαξ αλλά, επαναλαμβάνω, κατά τη διάρκεια μίας συγκεκριμένης περιόδου. Για παράδειγμα, αν υπολογίσουμε ότι τα χρέη θα αποπληρωθούν σε μία περίοδο 20 ετών τότε σημαίνει ότι το ποσό το οποίο θα δίνει η Κεντρική Τράπεζα συνολικά στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν θα ξεπερνά το €0,56 δισεκατομμύριο Λίρες ετησίως. 
 Εάν τα χρέη κατά μέσο όρο θα αποπληρωθούν σε μια περίοδο 10 ετών τότε το αντίστοιχο ποσό που θα καταβάλλεται ετησίως θα είναι γύρω στο €1,12 δισεκατομμύριο Λίρες. Αυτό όχι μόνο δεν είναι πληθωριστικό, αλλά ταυτόχρονα ενισχύει την ανάπτυξη καθώς και την προοπτική αποπληρωμής των χρεών. Με βάση αυτή τη μεθοδολογία μπορεί να υπολογισθεί με ακρίβεια ο βαθμός της νομισματοποίησης των τραπεζών και της οικονομίας.

Σημειώνεται επίσης ότι επειδή και ένα μεγάλο μέρος του δημόσιου χρέους είναι εσωτερικό (το τέλος του 2012 ήταν γύρω στα €7,3 δισεκατομμύρια, 48,4% του ΑΕΠ) η μεταβολή νομίσματος θα διευκολύνει την αποπληρωμή του. Εννοείται επίσης ότι ο ελεγχόμενος πληθωρισμός μπορεί να συμβάλει περαιτέρω στην πραγματική του μείωση. 

 Και στην περίπτωση αυτή μπορεί η κυβέρνηση αν το επιλέξει να ετοιμάσει ανάλογα αντισταθμιστικά μέτρα για ιδρύματα και οργανισμούς που θα επηρεαστούν από την υποτίμηση. Όσο πιο μικρή είναι η υποτίμηση τόσο περισσότερο αποτελεσματική θα είναι η αναπλήρωση με την κοπή χρήματος. Να μην λησμονούμε επίσης ότι σε κάθε οικονομία υφίσταται ένα optimum επίπεδο money supply/stock. Οι προτεινόμενες εισηγήσεις σε συνδυασμό με την ευρύτερη αρχιτεκτονική της υπό συζήτηση οικονομικής πολιτικής στοχεύουν σε μια τέτοια επιθυμητή κατεύθυνση.

Εν κατακλείδι, με τα υφιστάμενα δεδομένα ο Κυπριακός Ελληνισμός οδηγείται σε περιπέτειες οι οποίες θέτουν σε δοκιμασία το μέλλον του. Ταυτόχρονα θα κινδυνέψει και η κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η μόνη εναλλακτική πορεία σωτηρίας έγκειται στην υλοποίηση της ολοκληρωμένης πρότασης για προσωρινή έξοδο από την Ευρωζώνη και τον ανάλογο σχεδιασμό εθνικής οικονομικής πολιτικής ούτως ώστε η Κύπρος να εξέλθει από την κρίση το συντομότερο και να ξανακτίσει την αξιοπιστία της.

*Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *