Το μπούμερανγκ μιας πολιτικής…

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ
Δρ Διεθνών Σχέσεων

 Η Τουρκία δεν είναι έτοιμη για λύση. Αυτή είναι η θέση την οποία υποστηρίζει ο Πρόεδρος Χριστόφιας. Και είναι πολιτικά λογική. Θα μπορούσε δε, κάποιος, να ισχυριστεί και το εξής: Η Άγκυρα όχι μόνο δεν είναι έτοιμη για λύση, αλλά επί του παρόντος διαχειρίζεται τη μη λύση, με στόχο να…..
καταλογιστούν ευθύνες στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Και επί τούτου να προσθέσει: Ακόμη και αν πει ναι σε λύση, αυτή θα είναι διχοτομικού χαρακτήρα. Κλασικό παράδειγμα τεκμηρίωσης της άποψης αυτής αποτελούν οι δηλώσεις του Εγκεμέν Μπαγίς και της τουρκικής κυβέρνησης περί λύσης «δύο κρατών». Υπό αυτές τις συνθήκες γιατί να μην υποψιάζεται ο απλός πολίτης ότι: Η προσεχής τριμερής της Νέας Υόρκης είναι δυνατό να εξελιχθεί σε μια διαδικασία συγκάλυψης των τουρκικών ευθυνών, διευκόλυνσης της τουρκικής ενταξιακής διαδικασίας και παγίδευσης της ελληνοκυπριακής πλευράς στην αλλαγή της υφιστάμενης διαδικασίας. Ακόμη και στον καταλογισμό ευθυνών, καθώς και στην επιβολή ενός οδικού χάρτη λύσης, όπως οι Τούρκοι επιδιώκουν, στην πρακτική μιας έμμεσης επιδιαιτησίας, διά προτάσεων που θα υποβάλλονται από τον ΟΗΕ, και δη από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, μέσω Ντάουνερ, στη λογική της γεφύρωσης των διαφορών.
Ερώτημα λοιπόν: Γιατί να είμαστε αρνητικοί σε υποβοηθητικές προτάσεις προερχόμενες από τον ΟΗΕ; Ο προβληματισμός είναι ορθός. Το ζητούμενο, όμως, δεν είναι εάν θα υποβληθούν τέτοιες προτάσεις, αλλά προς ποιαν κατεύθυνση θα στραφούν και τι θα πρεσβεύουν; Εάν υποθέσουμε ότι η βιωσιμότητα της λύσης είναι συναφής με το δημοκρατικό της χαρακτήρα, ποιες πιθανότητες υπάρχουν να είναι οι εν λόγω παρεμβάσεις προς την ορθή κατεύθυνση και να στηρίζονται επί των αρχών και των αξιών της ΕΕ και του ΟΗΕ, όταν ο κ. Ντάουνερ: 1. Μιλά απαξιωτικά για τους Ελληνοκύπριους. 2. Είναι ένθερμος υποστηρικτικής της επιστροφής του σχεδίου Ανάν με άλλο όνομα. 3. Είναι γνωστές, μέσω άλλων δραστηριοτήτων του, οι σχέσεις του με τους Βρετανούς. Και είναι γνωστές οι διχοτομικές προσεγγίσεις του Λονδίνου.
Υπάρχει, όμως, και κάτι άλλο συναφές: Ποια είναι η βάση των συνομιλιών για να μπορεί να καταθέτει γεφυρωτικές προτάσεις ο κ. Ντάουνερ ή ο οποιοσδήποτε μεσολαβητής; Είναι η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, όπως την εννοεί ο Πρόεδρος Χριστόφιας, ή ένα συνομοσπονδιακό σύστημα «δύο συνιστώντων κρατών», όπως το καθορίζουν Έρογλου και Άγκυρα; Η υποβολή τέτοιων προτάσεων ποιον θα φέρει σε δύσκολη θέση; Την τουρκοκυπριακή ή την ελληνοκυπριακή πλευρά; Μάλλον τη δεύτερη, καθότι, ούτως ή άλλως, η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία ήταν ανέκαθεν λύση διχοτομικού χαρακτήρα. Συνεπώς, τα όριά της με τη συνομοσπονδία, ειδικώς στην περίπτωση της Κύπρου, θα είναι δυσδιάκριτα. Εξού και οι προτάσεις του Προέδρου Χριστόφια για την εκ περιτροπής προεδρία, τη σταθμισμένη ψήφο, την παραμονή 50 χιλιάδων εποίκων και για το περιουσιακό, όπου, μέσω των κριτηρίων, οδηγούμαστε, τελικώς, στο εξής φαινόμενο: Θεωρητικά και μόνο οι Ελληνοκύπριοι θα έχουν το δικαίωμα της επιστροφής. Στην πράξη οι προτάσεις του Προέδρου δημιουργούν την εντύπωση ότι στη λογική της καλής θέλησης τείνουν να προσεγγίσουν την τουρκική αρχή λύσης ότι στο βορρά θα πρέπει να έχουν πλειοψηφία επί του εδάφους και του πληθυσμού οι Τούρκοι (Τουρκοκύπριοι και έποικοι). Ποιο είναι, λοιπόν, το πρόβλημα; Οι προτάσεις του Προέδρου, όντως, προσεγγίζουν τις τουρκικές θέσεις για μια μορφή διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, η οποία εκ της φύσεώς της και μέσω της κατανομής των εξουσιών θα συνιστά πολιτειακό σύστημα συνομοσπονδιακού χαρακτήρα και μια παραλλαγή του απορριφθέντος σχεδίου Ανάν.
Η κεντρική πολιτική του Προέδρου, δηλαδή το δίλημμα ομοσπονδία ή διχοτόμηση, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μπούμερανγκ. Διότι, οι προτάσεις του Προέδρου, δεν βρίσκουν σύμφωνη την πλειοψηφία της κοινής γνώμης, η οποία θεωρεί την υπό συζήτηση λύση και το ενδεχόμενο αποτέλεσμά της άδικο, δυσλειτουργικό και χειρότερο ακόμη και από αυτήν τη διχοτόμηση. Υπό αυτές τις συνθήκες αυξάνονται συνεχώς οι τάσεις προς διχοτόμηση. Γιατί; Διότι, η κοινή γνώμη, αισθάνεται πιο ασφαλής από την υφιστάμενη κατάσταση παρά την επιλογή ενός πολιτειακού πειράματος αμφιβόλου βιωσιμότητας. Συνεπώς, στη βάση ποιας πολιτική λογικής θα μπορούσαν οι προτάσεις Ντάουνερ να γίνουν αποδεκτές, όταν εκ των προτέρων η κοινή γνώμη κατανοεί ότι οδηγούμαστε προς μιαν από τις χειρότερες μορφές διχοτόμησης; Καθώς, λοιπόν, γίνεται λόγος για τον κ. Ντάουνερ, πρέπει να είμαστε δίκαιοι. Ως εκ τούτου, εάν υπάρχει ασάφεια στη βάση των συνομιλιών, η ευθύνη ανήκει πρωτίστως στους ηγέτες των δύο Κοινοτήτων και μετά στον κ. Ντάουνερ. Επειδή δε η τουρκική πλευρά επιδίωκε την ασάφεια, η κύρια ευθύνη ανήκει στην ελληνοκυπριακή πλευρά που αποδέχθηκε και αποδέχεται την ασφάλεια. Εάν ο κ. Ντάουνερ είναι μεροληπτικός υπέρ των Τούρκων και εχθρικός έναντι των Ελληνοκυπρίων, είναι όντως κατακριτέος, διότι ξεπερνά τον ουδέτερο ρόλο του, και υπέχει ευθύνη. Ευθύνη, όμως, έχει και η κυπριακή Κυβέρνηση, η οποία, παρά τις σκανδαλώδεις ενέργειές του, ουδόλως ζητά την αντικατάστασή του. Κανείς δεν θέλει να πιστεύει ότι από τη στάση του κ. Ντάουνερ βολεύεται και η Κυβέρνηση, υπό την έννοια ότι μπορεί να δικαιολογεί, λόγω του αρνητικού κλίματος, τις υποχωρήσεις της!
ΣΤΟ σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε και το εξής: Εάν υπάρχουν κίνδυνοι από την τριμερή, δεν ευθύνεται μόνο ο Γ.Γ. του ΟΗΕ, ο κ. Ντάουνερ και οι Βρετανοί, που την οργάνωσαν, αλλά και η Κυβέρνηση, η οποία, επί τρία σχεδόν έτη, δεν έκανε καλούς λογαριασμούς και δεν έχει θέσει κόκκινες γραμμές. Για να ξέρουν και η ίδια και ο Γ.Γ. του ΟΗΕ πού πατούν και πού πηγαίνουν. Αντιθέτως, οι Τούρκοι ξέρουν καλά τι τους γίνεται. Το είπε για πολλοστή φορά ο Τούρκος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Εγκεμέν Μπαγίς: «Στην Κύπρο υπάρχουν δύο Πρόεδροι, δύο λαοί, δύο πολιτειακά συστήματα». Και πρόσθεσε ότι η λύση θα στηρίζεται επί των «δύο» υφιστάμενων «κρατών». Έχει, λοιπόν, δίκαιο ο Πρόεδρος να τονίζει ότι η τουρκική πλευρά δεν είναι έτοιμη για λύση. Είναι έτοιμη για διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και μπορεί μεν να είναι κυπριακής ιδιοκτησίας ο διάλογος σε επίπεδο δικοινοτικό, όμως το κλειδί για να προχωρήσει η διαδικασία βρίσκεται στην Τουρκία. Πώς, όμως, η Άγκυρα θα αλλάξει πολιτική όταν δεν επωμίζεται πραγματικό κόστος ούτε στον ΟΗΕ ούτε στην Ε.Ε.;
Η Τουρκία θα ήταν δυνατό να επωμιστεί κόστος εάν η πραγματική διάσταση του Κυπριακού, δηλαδή της κατοχής, δεν είχε παγιδευτεί και δεν είχε εξουδετερωθεί στη δικοινοτική του υφή. Η υφιστάμενη πολιτική πρακτική δεν επιτρέπει ουσιαστικές κυρώσεις στην Τουρκία. Ακόμη και αν η έκθεση αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που θα εκδοθεί στις επόμενες μέρες, καταλόγιζε ευθύνες στην Τουρκία λόγω μη λύσης στο Κυπριακό, θα έμενε επιταγή χωρίς αντίκρισμα, διότι δεν θα συνοδευόταν με την επιβολή νέων κυρώσεων, υπό το διπλό πρόσχημα ότι: Αφενός, θα πλήττονταν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις των ισλαμιστών στην Τουρκία ενόψει εκλογών, αφετέρου θα προκαλούνταν προβλήματα στις συνομιλίες. Αντί η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας να χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης για δημοκρατική λύση, χρησιμοποιούνται οι συνομιλίες για να κινείται η Τουρκία χωρίς κόστος εντός της Ε.Ε. Η υφιστάμενη διαδικασία επιτρέπει στον κ. Ντάουνερ και στον κ. Μπαν Κι Μουν να παραγνωρίζουν την κατοχή και τον εισβολέα και τώρα να εγκυμονείται ο κίνδυνος κατά πόσο θα καταλογιστούν ευθύνες και στην ελληνοκυπριακή πλευρά, επειδή δεν αποδέχεται λύση που προσεγγίζει την πλήρη συνθηκολόγηση.
ΕΝΟΨΕΙ της τριμερούς και του ρόλου που έχει το Εθνικό Συμβούλιο, εγείρεται άλλο ένα ζήτημα: Πώς μπορεί να υπάρξει κοινή θέση επί της ουσίας και της λύσης του Κυπριακού μεταξύ των κομμάτων, όταν επί της ουσίας υπάρχει χάσμα ανάμεσα στον Πρόεδρο, από τη μια, και το ΔΗΚΟ, την ΕΔΕΚ, το Ευρωπαϊκό Κόμμα και τους Οικολόγους από την άλλη; Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, πλην του ΔΗΣΥ, καλούν τον Πρόεδρο -ο οποίος αρνείται- να αλλάξει πολιτική και στρατηγική, αρχίζοντας με την απαγκίστρωσή του από τις θέσεις του για την εκ περιτροπής προεδρία, τη σταθμισμένη ψήφο, την παραμονή των εποίκων και το περιουσιακό. Ακόμη και αν στη Νέα Υόρκη δεν αλλάξει η διαδικασία των συνομιλιών, δεν σημαίνει ότι κερδίσαμε. Για να γίνουν βήματα μπροστά, θα πρέπει να έρθει στο προσκήνιο η υφή του Κυπριακού ως εισβολής-κατοχής. Το ζήτημα δεν είναι μόνο εάν θα αλλάξει ή όχι η διαδικασία, αλλά εάν θα καθοριστεί ότι το Κυπριακό δεν είναι μόνο δικοινοτικό, αλλά πρωτίστως πρόβλημα εισβολής-κατοχής. Και είναι πρώτης τάξεως ευκαιρία να καταγράψει ο Γ.Γ. στην έκθεσή του την τουρκική κατοχή και τη συνεχιζόμενη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ερώτημα: Θα είναι τόσο δύσκολο να λάβει μια τέτοια απόφαση το Εθνικό Συμβούλιο και θα είναι τόσο δύσκολο για τον Πρόεδρο να τη θέσει ενώπιον του Γ.Γ. του ΟΗΕ; Ποιο είναι το περί του αντιθέτου επιχείρημα: Ότι θα χαλάσει το καλό κλίμα; Και πού βρίσκεται το καλό κλίμα; Στις προκλήσεις Μπαγίς περί «δύο κρατών» ή στην αδιάλλακτη στάση του Έρογλου; Ή, μήπως, θα προβληθεί ο ισχυρισμός ότι δεν είναι κατάλληλος ο χρόνος για να εγερθεί το θέμα της εισβολής-κατοχής; Εάν δεν είναι ο Γ.Γ. των Ην. Εθνών το κατάλληλο πρόσωπο και ο κατάλληλος θεσμός, τότε ποιος είναι; Και γιατί επενδύουμε τόσα χρόνια στον ΟΗΕ ως χώρο που πρεσβεύει το παγκόσμιο δημοκρατικό σύστημα αρχών και αξιών; Από την άλλη, εάν ισχυριστεί κάποιος ότι είναι ουτοπία να εγερθεί ένα τέτοιο ζήτημα, τότε τι να υποθέσουμε; Ότι η κατοχή, η πιο σκληρή πραγματικότητα, είναι μια ουτοπία ή ότι θα νομιμοποιήσουμε τα διχοτομικά της τετελεσμένα μέσω μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας συνομοσπονδιακού χαρακτήρα, που θα καλυφθεί κάτω από το μανδύα του ΟΗΕ!

 http://www.sigmalive.com/

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *