Δεν θα πεθάνουμε ποτέ, κ@φ@λ@ νεκροθάφτη!

Τι θα γινότανε άραγε, αν σε μια χώρα 10εκατ. ανθρώπων, με το που έμπαινε ο πρώτος μήνας του έτους, ο θάνατος αποφάσιζε ξαφνικά να κηρύξει στάση –όχι πληρωμών-, αλλά θερίσματος και ξεπαστρέματος;

Η πρώτη αντίδραση των ανθρώπων θα ήταν φυσικά η αγαλλίαση και η ανακούφιση. ‘’Επιτέλους’’, θα έλεγαν οι θνητοί, απαλλαγήκαμε από τον θανάσιμο εναγκαλισμό των εταίρων, ή μάλλον του εταίρου μας, αυτού που μας ακολουθεί από την πρώτη στιγμή της γέννησής μας, και ο οποίος όταν έλθει η ώρα , μας ζητά πίσω, όχι τα δανεικά, αλλά την ζωή μας, που έτσι κι αλλιώς είναι δανεική κι επιστρεφόμενη.
Παρόλο που αυτό φαίνεται τελείως παράδοξο και απίθανο να συμβεί, εντούτοις η αριστοτεχνική πένα του αθεόφοβου –μακαρίτη τώρα- Ζοζέ Σαραμάγκου(1922-2010), στο βιβλίο του ‘’ΠΕΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ’’, αναλύει εμβριθώς, με μια υποψία σαρκασμού, τις παραμέτρους και τις επιπτώσεις από ένα τέτοιο γεγονός.
Πρώτα πρώτα, οι ασθενείς που ήταν στο κατώφλι της εξόδου από τον μάταιο τούτο κόσμο, ξαπλωμένοι στο κρεβάτι του πόνου, με τα σωληνάκια να τους σταλάζουν την δόση, κόμπο κόμπο, παρέμεναν διά παντός σε αυτό το κατώφλι. Ούτε ζωντανοί, ούτε νεκροί, κάτι σαν την οικονομία μας που έχει μπει σ΄αυτό το ατέρμονο σπιράλ του θανάτου. Εν τω μεταξύ σ΄αυτή την φανταστική χώρα, οι ασθενείς πολλαπλασιάζονταν γεμίζοντας τα δωμάτια και τους διαδρόμους των νοσοκομείων, χωρίς κανείς να γιάνει, αλλά ούτε και να αναχωρεί, μιας και όπως προείπαμε ο θάνατος αποφάσισε να μην βγει σεργιάνι, (ευτυχώς όμως που έχουμε έναν Γιάνη, κι ας έχει ένα νι).
Ένας κλάδος που κτυπήθηκε από αυτό το γεγονός ήταν φυσικά οι νεκροθάφτες, των οποίων η δουλειά είχε πάθει καθίζηση, κάτι σαν ποσοστό κόμματος ,που έχασε τις εκλογές. Αναγκάστηκαν έτσι να στείλουν επιστολές στην κυβέρνηση ζητώντας να επιβάλλει να θάβονται τουλάχιστον τα ζώα με τις πρέπουσες τιμές, που ξεχάσαμε να αναφέρουμε, ότι πέθαιναν κανονικά όπως πάντα. Έτσι θα είχαν πελατεία έστω από σκύλους, γάτες, σαύρες και καναρίνια. Κοντά στους νεκροθάφτες, άρχισαν να έχουν κεσάτια και οι κατασκευαστές φερέτρων, αλλά και τα λεγόμενα κοράκια, που δεν σταύρωναν ή μάλλον που δεν μετέφεραν πελάτη, και που άρχιζαν να βγάζουν ο ένας τα μάτια του άλλου για να απασχολούνται.
Άλλος κλάδος που χτυπήθηκε ήταν οι ασφαλιστικές εταιρείες, μιας και οι ασφαλισμένοι άρχισαν να ακυρώνουν τα ασφαλιστήρια ζωής. Οι οίκοι ευγηρίας τώρα , που είναι κατά κάποιο τρόπο νεκροταφεία ζωντανών, γέμιζαν μεν από απόμαχους της ζωής, αλλά χωρίς ελπίδα ανανέωσης , ή ελάττωσης των θαμώνων, για την φροντίδα των οποίων χρειαζόταν περισσότερο προσωπικό , περισσότερα κτήρια, περισσότερο χρήματα από τους οικείους για την συντήρησή τους.
Σε μια συνεδρίαση όπου προσήλθαν εκπρόσωποι όλων των θρησκειών και των δογμάτων, καθώς και φιλόσοφοι όλων των τάσεων, οι μεν φιλόσοφοι βρέθηκαν διχασμένοι όπως πάντα – σαν τις συνιστώσες-, σε απαισιόδοξους και αισιόδοξους και δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν αν η απουσία θανάτου σημαίνει ότι το ποτήρι είναι μισογεμάτο ή μισοάδειο. Οι εκπρόσωποι των θρησκειών από την άλλη- ως άλλοι σύνεδροι eurogroup- κατέληξαν ότι η κατάσταση βρίσκεται σε αδιέξοδο καθόσον χωρίς θάνατο δεν υπάρχει ανάσταση, οπότε δεν έχει νόημα να υπάρχει εκκλησία. Όπως παρατήρησε ένας φιλόσοφος: οι θρησκείες όλες τους, δεν έχουν άλλη δικαιολογία ύπαρξης παρά τον θάνατο. ‘’ Έχετε δίκιο, κύριε φιλόσοφε’’, ανταπάντησε ένας ιερέας. ‘’Γι αυτό ακριβώς υπάρχουμε, για να ζουν οι άνθρωποι μια ζωή με το φόβο να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους και , όταν έρθει η ώρα τους, να υποδεχτούν τον θάνατο ως σωτηρία.
Τα ασφαλιστικά ταμεία από την άλλη, καθώς αυξάνονταν οι συνταξιούχοι,’’ οι οποίοι ζουν πολύ’’ , κατά την γνωστή ρήση απελθόντος πολιτικού, χωρίς ελπίδα κακάρωσης, δεν μπορούσαν να παρέχουν συντάξεις, έστω πείνας και βούλιαζαν κάτω από το βάρος των άδειων ταμείων τους.
Οι απλοί άνθρωποι μετά από την ευφορία των πρώτων ημερών, ότι επιτέλους απηλλάγησαν από τον βραχνά του θανάτου, όπως συμβαίνει συνήθως και μετά από αλλαγή κυβέρνησης, βλέποντας την κατάσταση, άρχισαν να το σκέφτονται: ‘’εντάξει, απαλλαγήκαμε από την μώρα και τον βραχνά , αλλά να μην πέσουμε και στα βράχια’’.
Μην βλέποντας λοιπόν προκοπή και λύση στα προβλήματά τους, άρχισαν μόνοι τους να οργανώνονται σιγά σιγά . Όσοι είχαν βαριά αρρώστους ή παππούδες που ψυχορραγούσαν και βασανίζονταν, χωρίς προοπτική λύτρωσης και ανάπαυσης, τους μετέφεραν κρυφίως από τις Αρχές, στις όμορες χώρες, που ξεχάσαμε να αναφέρουμε ότι εκεί, τα πράγματα κυλούσαν ομαλά και στην συνηθισμένη ρουτίνα. Δηλαδή , στις γειτονικές χώρες οι άνθρωποι ζούσαν και πέθαιναν κανονικά στην ώρα τους. Δούλευαν , χωρίς τον κίνδυνο απόλυσης, κυκλοφορούσαν στον δρόμο χωρίς να τους σφάξει κανείς λάθρο και φύγουν πρόωρα από την ζωή και, το κυριότερο , τους δάνειζαν οι πιστωτές χρήματα χωρίς να τους βάζουν το μαχαίρι στο λαιμό. Στις όμορες αυτές χώρες, διλήμματα του τύπου ‘’να ζει κανείς, ή να μη ζει’’ δεν υπήρχαν. Μάλιστα σε μια χώρα πιο βόρεια, η απάντηση σε αυτό το δίλημμα , ήταν καταφατική: ΄΄Ναζί και πάλι ναζί!’’
Με το που πέρναγαν τα σύνορα, έστω και λίγα μέτρα, ο βαριά ασθενής και οι οικείοι του, ο πρώτος αναχωρούσε για τας αιωνίας μονάς, ενώ οι οικείοι , τον έθαβαν όπως όπως στην ξένη γη και έπειτα έπαιρναν το δρόμο της επιστροφής, στενάζοντας από την απώλεια.
Όταν αυτό πήρε μεγαλύτερη έκταση και τα πέρα δώθε στα σύνορα συνεχώς και αυξάνονταν, οι κυβερνήσεις των άλλων κρατών, διαμαρτυρήθηκαν στην κυβέρνηση των απέθαντων. ‘’Τι το κάνατε εδώ, μπάτε σκύλοι αλέστε, για πεσμένο φράχτη;Τα σύνορά μας δεν είναι Αμυγδαλέζα, να μπαινοβγαίνει ο πάσα εις όποτε του σφυρίξει’’. Κι ευθύς ανέπτυξαν στρατεύματα κατά μήκος των συνόρων, για να μη γίνουν χωματερή ανθρώπων και μάλιστα νεκρών.
Όπου υπάρχει δυσχέρεια και δυσαρμονία και το κράτος αδυνατεί να προσφέρει λύσεις, τότε ως γνωστό αναλαμβάνει την κατάσταση το παρακράτος, που στο βιβλίο του ο Σαραμάγκου αναφέρει με το όνομα μαφφία, με δύο φ για να του προσδώσει περισσότερη δύναμη. Η μαφφία λοιπόν, σε συμφωνία με την κυβέρνηση να κάνει τα στραβά μάτια, αναλαμβάνει να μεταφέρει τους υποψήφιους νεκρούς, έξω από τα σύνορα, και αφού πεθάνουν , να τους επαναφέρει για ταφή στην πατρίδα. Έτσι αποφεύγεται η σύρραξη με τους γείτονες και η μαφφία κερδίζει χρήμα με ουρά. Κάτι ανάλογο εξάλλου δεν γίνεται και με κεφάλαια που φεύγουν και επαναπατρίζονται, ή με μετανάστες που μπαινοβγαίνουν και παίρνουν την υπηκοότητα, ή μην ξεχάσουμε και τα κοπάδια που μόλις μπουν στα εδώ σύνορα, βαφτίζονται Ελληνικά;
Πέρασαν έτσι κάμποσοι μήνες, ώσπου ξαφνικά κάνει την εμφάνισή του πάλι ο θάνατος, στέλνοντας μάλιστα και μια επιστολή- τελεσίγραφο στο πρωθυπουργικό γραφείο. ‘’ Απόψε τα μεσάνυχτα’’ γράφει,’’ αναλαμβάνω πάλι τα καθήκοντά μου και απαιτώ να το γνωστοποιήσετε μέσω της τηλεόρασης στους κατοίκους. Μόνο που τώρα θα δίνω διορία μιας εβδομάδας, στους υποψηφίους, ούτως ώστε να κανονίζουν την διαθήκη τους, να εξοφλούν τους φόρους, και να περνούν τις τελευταίες τους μέρες με την οικογένειά τους’’.
Με το που έγινε γνωστό το τελεσίγραφο του θανάτου, που ο Σαραμάγκου θέλει να είναι θηλυκού γένους , ως η θάνατος, τα πλήθη τρέχουν πανικόβλητα ,άλλοι να πάρουν τα λεφτά τους από τις τράπεζες , κι άλλοι να κρυφτούν στα σπίτια τους, ξεχνώντας ότι κανείς δεν γλυτώνει από το δρεπάνι και την κόσα. Καθότι η γκιόσα είναι υπεράνω νόμων και θεσμών, λογικής και αισθημάτων. Έτσι μόλις το ρολόι κτυπά μεσάνυχτα, αρχίζει το θανατικό και το ξεπάστρεμα. Μέσα σ΄αυτό τον χαλασμό, κανείς δεν σκέφτηκε να κάνει διαθήκη, ή να πληρώσει τους φόρους. Εδώ δεν σκέφτηκαν να μονοιάσουν με τους δικούς τους, αλλά έγινε ‘’ο σώζων εαυτόν, σωθήτω’’, με την θάνατο να αναρωτιέται ‘’τι επιτέλους θέλουν αυτοί οι θνητοί’’.
Αμέσως αρχίζουν πάλι οι συσκέψεις , οι συζητήσεις και οι συνεδριάσεις. Από την πλευρά της η κυβέρνηση αποφάνθηκε ότι καλύτερα ένας ξαφνικός θάνατος, παρά μια ημιθανής, τελματώδης κατάσταση, όπως αυτή που επικρατούσε τους τελευταίους μήνες .Εξάλλου από τον θάνατο αρχίζει η αναγέννηση, η ανασυγκρότηση, η ανασύσταση κι η ανατύπωση.
Η μείζων αντιπολίτευση υπεραμύνεται της ύπαρξης της θανάτου, λέγοντας ότι είναι σταθεροποιητικός παράγοντας της ζωής στην χώρα .Ενώ η αξιωματική ,τρίβει τα χέρια της λέγοντας: ‘’Το λέγαμε ότι αυτό ήταν μια ολιγόμηνη παρένθεση’’.
Όλα αυτά είναι μια μορφή ανακύκλωσης δηλώνουν οι οικολόγοι, ενώ οι φυσιοδίφες αναφέρονται στην μετάλλαξη, φέρνοντας το παράδειγμα της κάμπιας, που βρίσκεται κλεισμένη στο κουκούλι της σαν νεκρή, αλλά όταν έρθει ο καιρός το σπάει και μεταμορφωμένη σε πεταλούδα, πετά ελεύθερη κι ωραία. ‘’Μακάριοι οι τεθνεώντες, ότι αυτοί θα εισέλθουν στην Βασιλεία του ουρανού’’, αναφωνούν οι ιερείς όλων των δογμάτων, για να τους ανταπαντήσουν οι κυνικοί φιλόσοφοι: ‘’Σε δουλειά να βρισκόμαστε’’, ενώ οι απαισιόδοξοι άρχισαν να γράφουν ποιήματα του στυλ: ‘’Τούτη η γης που την πατούμε, όλοι μέσα θε να μπούμε’’.
Όσο για μας τους υπόλοιπους, εεε…δεν θα πέσουμε και του θανατά, η απάντησή μας στην τρομοκρατία της θανατερής γκιόσας , είναι ότι: ’’Δεν θα πεθάνουμε ποτέ, κ@φ@λ@ νεκροθάφτη!’’
Με εκτίμηση
Αγγελική Π.

olympia.gr

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *