Πέρασα μια μέρα στη Βουλή

Υπάρχει πάντα κάτι παρακμιακό, όταν βλέπεις πολλά σβησμένα αποτσίγαρα μέσα σε φλυτζανάκια του καφέ. Κάτι πρόχειρο, παράνομο, κάτι θεριακλίδικο, κάτι βρώμικο. Αυτή η αίθουσα είναι γεμάτη με τέτοια.
Στην επίπεδη οθόνη της τηλεόρασης που είναι κολλημένη στον τοίχο, ο Απόστολος Κακλαμάνης φωνάζει από τα έδρανα της Βουλής. Στην πραγματικότητα είναι στη διπλανή αίθουσα, αλλά η…..
ένταση του, οι σφιγμένες του φλέβες, τα βροντερά λόγια του, μοιάζουν όλα τόσο παράταιρα με την χαλαρή ατμόσφαιρα. Δίπλα του μια άλλη οθόνη δείχνει την Ελένη Μενεγάκη να χαριεντίζεται με τον φακό παίζοντας την ανήξερη.
Είναι μεσημέρι Πέμπτης και το εντευκτήριο βουλευτών και ευρωβουλευτών,
στη νότια πλευρά της Βουλής, είναι σχεδόν γεμάτο. Εξω έχει κρύο, μέσα
οι γραβάτες λύνονται από την ζέστη. Τον κακό καιρό, τον καταλαβαίνεις
από την μουντάδα έξω από τα παράθυρα, προς την πλευρά του Εθνικού
Κήπου και από τους ζεστούς καφέδες που έρχονται διαρκώς πάνω σε
φλυτζανάκια- μελλοντικά τασάκια. Οι εφημερίδες είναι διάσπαρτες στα
μεγαλοπρεπή τραπέζια, τα τσιγάρα αναβοσβήνουν δίπλα σε ταμπέλες
<<απαγορεύεται το κάπνισμα>>, δυο τρεις κοινόχρηστοι υπολογιστές
σκονίζονται στην γωνία και οι κουβέντες των βουλευτών για τις καλές
περιοχές της Αθήνας, τον καιρό, τους αγώνες μπάσκετ της ομάδας της
Βουλής,και κάτι διάσπαρτα εσωκομματικά ακούγονται χαμηλόφωνα.

Στη διπλανή αίθουσα, σε ένα πιο ταπεινό καπνιστήριο, στον τοίχο
βρίσκονται κάποιες παλιές σατιρικές γελοιογραφίες από το περιοδικό
<<Νέος Αριστοφάνης>>. Κάποια σχέδια του τέλους του 19ου αιώνα για τους
αφόρητους φόρους του Τρικούπη, τα ψέματα των πολιτικών και το αδιέξοδο
του κοινοβουλευτικού βίου, μοιάζουν να περιγελούν, ή ίσως να εξηγούν,
την πραγματικότητα. Εδώ, στο πιο ταπεινό εντευκτήριο ορισμένοι από
τους λιγότερο τηλεοπτικούς βουλευτές του ΠαΣοΚ κάνουν τα τελευταία –
όχι και τόσο αγχωμένα – τσιγάρα τους, προτού μπουν στην αίθουσα της
Γερουσίας. Στις 3.30, λέει το πρόγραμμα, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του
ΠΑΣΟΚ θα κάνει την αυτοκριτική της. Κάτι προφανώς δεν πάει καλά στο
κόμμα, πρέπει να βρεθεί τι γίνεται. Θα μιλήσει και ο Γιώργος
Παπανδρέου, στη σκιά της συμφωνίας του Ευάγγελου Βενιζέλου και του
Ανδρέα Λοβέρδου, με διάφορα εσωκομματικά, δελφίνους, διαφωνίες και
αδιάβαστα μνημόνια να κρέμονται πάνω από το κεφάλι όλων. Τα
φλιτζανάκια γεμίζουν με τσιγάρα. Η ώρα έχει περάσει είναι τέσσερις
παρά, αλλά κανείς δεν βιάζεται ιδιαίτερα. Ο χρόνος μοιάζει να έχει
άλλη σημασία στο κέντρο των αποφάσεων. Χαλαρά και μια ώρα
καθυστέρησης, δεν είναι ιδιαίτερο θέμα.

Γύρω στις 4.30 όλοι έχουν κάτσει στα έδρανα της αίθουσας της
Γερουσίας. Αν τους παρακολουθείς από ψηλά, από τα θεωρεία βλέπεις τις
λεπτομέρειες. Τα παρεάκια, τα σχόλια, τα πειράγματα, τις <<όμορφες παρουσίες>>, τις ψυχρές σχέσεις, τα iPad, τα σχόλια για τα ρούχα, την
ανθρωπογεωγραφία των βουλευτών και υπουργών. Το wifi της Βουλής είναι
ανοιχτό, χωρίς κωδικό και το timeline στο Twitter και το Facebook – το
μέρος στο οποίο η ώρα περνά λιγότερο βασανιστικά περιμένοντας την
έναρξη της κουβέντας- είναι γεμάτο με τη συνηθισμένη κουβέντα:
Άστεγοι, αγανάκτηση κατά της πολιτικής, βίντεο και φωτογραφίες κακά
μοντάζ, πολιτικής απαξίωσης, λεκτική βία και ταξικό μίσος. Εδώ μέσα
όμως έχει έρθει η ώρα της κουβέντας, μιας άλλης κουβέντας. Ο Γιώργος
Παπανδρέου μπαίνει στην αίθουσα τελευταίος. Από ψηλά, μοιάζει σχεδόν
μια ποδοσφαιρική είσοδος. Ακούγεται ένα χειροκρότημα, οι φωτογράφοι
συνωστίζονται για μια καλή λήψη, ο κύριος που είναι υπεύθυνος για το
νερό των ομιλητών είναι στις επάλξεις. <<Ωχ, πολλές σημειώσεις έχει>>,
λέει ένας έμπειρος κοινοβουλευτικός συντάκτης δίπλα. Πιο δίπλα, μια
κυρία χειροκροτεί ενθουσιασμένη. Μόλις ξεπερνιέται η αμηχανία, η
στοιχειώδης ευγένεια και αναγκαστικά όλοι γυρνούν για να δουν ποια
είναι, χαμογελάει πλατιά και δείχνει τον Γιώργο Παπανδρέου. Το
ταμπελάκι της γράφει <<επισκέπτης>>. Θα μπορούσε να γράφει και <<οπαδός>>.
Οι παλάμες της μάλλον πονάνε μετά από λίγο, σταματάει να χειροκροτεί
αλλά δείχνει πως θα μπορούσε να συνεχίσει για πάντα.

Ο Γιώργος Παπανδρέου βγάζει μια καραμέλα για τον λαιμό, αφήνει το iPad
πάνω στο έδρανο και αρχίζει την ομιλία του από τις – πράγματι δεκάδες
– σελίδες των σημειώσεων του που βρίσκονται σε ένα ,ασφαλώς πράσινο,
ντοσιέ. Μοιάζει λίγο με ταξιδιωτική διήγηση στην αρχή: Περιγραφή των
συνομιλιών στην Κόστα Ρίκα στη <<Σοσιαλιστική Διεθνή>>, αναφορά στο πόσο
ψηλά ήταν η Ελλάδα στην ατζέντα των συνομιλιών. Γρήγορα καθώς το
μονότονο του λόγου του απλώνεται σε όλη την αίθουσα, λίγα πράγματα
ακούγονται. Οι βουλευτές παρακολουθούν στη αρχή αμίλητοι, μετά
δημιουργώντας κάποια πηγαδάκια, μια κουβέντα που γρήγορα μοιάζει με
ατάκες προπονητή προς τους παίκτες του. Ένα λεκτικό ντοπάρισμα που
τους καλεί να μην αφεθούν <<στην απαξίωση και τη μιζέρια>>, να μην
νιώθουν άσχημα για <<όλον αυτόν τον λαϊκισμό>>, επίθεση στην αριστερά
που <<γκρεμίζει αντί να δημιουργεί>> και στο τέλος ένα κάλεσμα να
νιώσουν <<περήφανοι>>. Περήφανοι γιατί κάνουν το δύσκολο για να
βοηθήσουν το μέλλον.

Υπάρχει ένα μικρό κόλπο προφανώς, όταν ο πρόεδρος θέλει να ακουστεί
χειροκρότημα, ανεβάζει λίγο την ένταση της φωνής, επαναλαμβάνει την
κατακλείδα όπως το <<δεν είμαστε μαριονέτες>> και κάπου εκεί το
χειροκρότημα φουντώνει. Αν κοιτάξεις προσεκτικά, αν προσπεράσεις το
δυνατό χειροκρότημα της <<επισκέπτριας>> από δίπλα θα δεις ότι δεν
χειροκροτούν ακριβώς όλοι. Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, σκυμμένος πάνω στο
δικό του iPad κοιτάει βλοσυρά την οθόνη, την ώρα που οι περισσότεροι
παραληρούν. Η ομιλία έχει και συνέχεια: Επίθεση στην ΝΔ, παραδοχή και
για <<δικά μας λάθη>>, αποθέωση για τα όσα έχουν γίνει επί ΠαΣοΚ τα
τελευταία χρόνια, άρνηση της γερμανικής πρότασης περί επιτρόπου,
αναφορά στον <<ηρωισμό μας που πήραμε δύσκολες αποφάσεις>>, κλείσιμο
ματιού προς τον <<σύντροφο Βαγγέλη>>, κοιτώντας προς τον Βενιζέλο και
μια μικρή διακοπή από μια δυνατή φωνή του πάντα οργισμένου Απόστολου
Κακλαμάνη που ρώτησε κάτι για το <<πού πήγαν τα λεφτά οι τράπεζες>>.
Κανείς δεν απάντησε, λίγο μετά η φωνή του προέδρου συνέχιζε σε μια
επίθεση κατά των λαϊκιστών. Η ομιλία ξεκίνησε στις 4.32 και στις 5.31
είχε τελειώσει. Ακολούθησε και δευτερολογία, λίγο αργότερα, όταν η
αίθουσα ήταν πιο άδεια από κουρασμένους βουλευτές. Εκεί ακούστηκαν πιο
συγκεκριμένα πράγματα, ναι, με παρόμοιο χειροκρότημα.

Μόλις η ομιλία τελείωσε, μόλις το χειροκρότημα σταμάτησε, ο πρόεδρος
επέστρεψε στην θέση του, άνοιξε το iPad και η διαδικασία συνεχίστηκε.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε ανέβει στο βάθρο. <<Έρχεται ο εθνάρχης>>,
σχολιάζουν (σχεδόν) χαμηλόφωνα οι κοινοβουλευτικοί συντάκτες. Σε αυτή
την περίπτωση δεν υπάρχουν ούτε gadget της Apple, ούτε χαρτιά, ούτε
καν νερό από τον κύριο που αλλάζει τα ποτήρια. Όλα είναι περιττά, μόνο
λέξεις χρειάζονται. Μια ομιλία 35 λεπτών, by heart, ένας μονόλογος με
ευφράδεια για τη μυθολογία, την ιστορία, την πολιτική, το σθένος των
βουλευτών, τη δύσκολη συνέχεια και άλλα πολλά, χωρίς καμία σελίδα,
χωρίς καμία σημείωση. Ολοι μοιάζουν να παρακολουθούν με προσήλωση,
αλλά οι οθόνες των iPad (πολλών iPad!) που λαμπυρίζουν σε όλη την
αίθουσα λένε κάτι διαφορετικό. Κάποιοι είναι στο twitter και
παρακολουθούν τις πολιτικές εξελίξεις μακριά από το επίκεντρο τους.
Κάποιοι άλλοι διαβάζουν τις ομιλίες τους. Κανείς δεν παίζει παιχνίδια,
ούτε σελίδα του facebook εντοπίστηκε.

Αλλά η βροντερή φωνή του Βενιζέλου έχει σκεπάσει όλα τα πηγαδάκια,
ακόμα και ο Χρυσοχοϊδης που πριν έμοιαζε αναστατωμένος και επιλεκτικός
στα χειροκροτήματα του, μοιάζει να έχει χάσει το ενδιαφέρον του για
ομιλίες με τους διπλανούς του. Ο Βενιζέλος κάποια στιγμή τελειώνει. Οι
περισσότεροι σηκώνονται, μοιάζει με το τέλος του αγώνα ή το ημίχρονο
τέλος πάντων, πάνε για τσιγάρο στη διπλανή αίθουσα, μια σχεδόν σχολική
χάβρα απλώνεται στην αίθουσα, καθώς οι βουλευτές (και όχι οι υπουργοί,
προς μεγάλη απογοήτευση του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη) παίρνουν τον λόγο.
Κάποια αυτοκριτική, μια μικρή εσωστρέφεια, παραδοχή λαθών αλλά όλα στο
πνεύμα του <<πρέπει να συνεχίσουμε>>, ακολουθεί για αρκετή ώρα. Η
αίθουσα αδειάζει, άλλη μια ημέρα στη δουλειά τελειώνει, το <<πρόβλημα>>
συζητήθηκε που στον μικρόκοσμο της Βουλής, μοιάζει να είναι το
συνώνυμο του <<λύθηκε>>.

Βγαίνοντας απο τη Βουλή προς την Βασιλίσσης Σοφίας, η εικόνα είναι
περίεργη, όχι και τόσο συνηθισμένη για την σύγχρονη, ασυνάρτητη Αθήνα.
Είναι μια όμορφη εικόνα, μιας μάλλον άσχημης πόλης. Από το υπερυψωμένο
κράσπεδο έξω από το Κοινοβούλιο, έχεις μια φευγαλέα ειδυλλιακή εικόνα
. Εχει μόλις βραδιάσει, φαίνεται το κτήριο του ξενοδοχείου <<Μεγάλης Βρετανία>>, η νοτισμένη άσφαλτος της Βασιλίσσης Σοφίας, κάποια
νεοκλασικά, η κίνηση του δρόμου και στο βάθος η Ακρόπολη. Η πρώτη σου
εικόνα είναι μιας ζωντανής όμορφης πόλης. Λίγο μετά βγαίνεις στον
δρόμο, στην πραγματική ζωή, μια ζωή χωρίς χειροκροτήματα, iPad και
ηρωισμούς με περισσότερους άστεγους, λιγότερα χαμόγελα και περισσότερη
αυτοκριτική. Η παράσταση όμως έχει τελειώσει, ο μόνος που πρέπει να
έχει μείνει πίσω στο παράλληλο σύμπαν της Βουλής, θα είναι ένας
υπάλληλος που ρίχνει – βρίζοντας χαμηλόφωνα – ζεστό νερό σε
φλυτζανάκια γεμάτα με λεκέδες από αποτσίγαρα.

vimagazino

Home

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *