Όταν ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ ανακοίνωνε τον «σούπερ-φόρο» για τους εκατομμυριούχους το 2012, ορισμένοι εξέφραζαν φόβους περί μαζικής εξόδου των επιχειρηματιών, των αστέρων του αθλητισμού και
των τεχνών από τη χώρα. Ένας από τους συμβούλους του προειδοποιούσε πως οι Σοσιαλιστές διέπρατταν ένα τεράστιο σφάλμα, πως προσπαθούσαν να μετατρέψουν τη χώρα σε μια «Κούβα χωρίς την ηλιοφάνεια».
Δύο χρόνια αργότερα, κι ενώ ο περιλάλητος φόρος για το τμήμα των ατομικών εσόδων πάνω από το ένα εκατομμύριο ευρώ παύει να επιβάλλεται στο τέλος του μήνα, το θρυλούμενο κύμα μαζικής μετανάστευσης δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα. Αλλά η ζημία που υπέστη η έλξη της Γαλλίας για όσους έχουν υψηλά εισοδήματα υπήρξε σημαντική, ενώ τα οφέλη αμελητέα.
«Η μεταρρύθμιση σαφώς έπληξε τη φήμη και την ανταγωνιστικότητα της Γαλλίας», σχολίασε ο Γεργκ Στέγκεμαν, επικεφαλής της Kennedy Executive, μιας εταιρείας οικονομικών και επιχειρηματικών μελετών, που εδρεύει στη Γαλλία και στη Γερμανία. «Έγινε σαφώς πιο δύσκολο για τη Γαλλία να προσελκύσει κορυφαία στελέχη επιχειρήσεων απ’ ό,τι ήταν προηγουμένως», πρόσθεσε.
Ο Ολάντ είχε αρχικά εισηγηθεί έναν φορολογικό συντελεστή 75% για τα εισοδήματα πάνω από το €1 εκατ. κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του εν έτει 2012, όταν ετοιμαζόταν να αναμετρηθεί με τον συντηρητικό τότε πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί. Η υπόσχεσή του είχε συνεγείρει μια μερίδα των ψηφοφόρων της αριστεράς και συνέβαλε στη νίκη του στις προεδρικές εκλογές.
Αλλά έκτοτε αποτέλεσε ένα αγκάθι στο πλευρό του, καθώς ελάχιστα συνεισέφερε στις προσπάθειες του Παρισιού να επαναφέρει το δημόσιο έλλειμμα εντός του ορίου που έχει θεσπίσει η ΕΕ, ενώ έθεσε επίσης υπό αμφισβήτηση τις προσπάθειες των Ηλυσίων να εμφανίσουν ένα πρόσωπο πιο φίλα προσκείμενο στις επιχειρήσεις.
Ο προεδρικός σύμβουλος που έκανε το σχόλιο περί «Κούβας» δεν ήταν άλλος από τον Εμανουέλ Μακρόν—τον πρώην τραπεζικό ο οποίος είναι σήμερα ο υπουργός Οικονομίας της Γαλλίας.
Το υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει πως τα έσοδα από τον συγκεκριμένο φόρο ανήλθαν σε €260 εκατ. ευρώ την πρώτη χρονιά εφαρμογής του και σε €160 εκατ. τον δεύτερο. Το ποσό αυτό σε αδρές γραμμές συνάδει με τα προσδοκώμενα έσοδα, αλλά είναι μικροσκοπικό μπροστά σε ένα δημοσιονομικό έλλειμμα που ανερχόταν σε €84,7 δισεκ. στα τέλη Οκτωβρίου.
Η πρώτη εκδοχή του φόρου είχε κριθεί τιμωρητική και είχε αναιρεθεί από το Συνταγματικό Συμβούλιο. Στην τελική του μορφή, τον επίμαχο φόρο κλήθηκαν να αποδίδουν οι εταιρείες, όχι τα πρόσωπα.
Οι γαλλικές ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες απείλησαν να απεργήσουν, ενώ ο ηθοποιός Ζεράρ Ντεπαρντιέ πήρε τη ρωσική υπηκοότητα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τα φορολογικά βάρη στη Γαλλία, που είναι από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως. Άλλοι επέλεξαν πιο διακριτικές διευθετήσεις.
«Μερικοί μετέφεραν την έδρα τους στο εξωτερικό—στο Λουξεμβούργο, στο Ηνωμένο Βασίλειο», δήλωσε ο ειδικευμένος σε φορολογικές υποθέσεις δικηγόρος Ζαν-Φιλίπ Ντελσόλ, συγγραφέας ενός βιβλίου για τους… φορολογικούς εξόριστους, με τίτλο «Γιατί θα εγκαταλείψω τη Γαλλία».
«Αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις», προσέθεσε ο Ντελσόλ, τα πρόσωπα με τις ιδιαίτερα μεγάλες αμοιβές «το συζήτησαν με τις εταιρείες τους και συμφώνησαν να μειωθούν οι μισθοί για τη διάρκεια των δύο ετών αυτών και να συνάψουν νέες συμφωνίες για τις απολαβές τους κατόπιν».
Ο Ολάντ και η κυβέρνησή του έκτοτε προώθησαν μέτρα για να απαλλάξουν τις επιχειρήσεις από φόρους και τέλη ύψους €40 δισεκ., καθώς με την ανεργία να παραμένει επίμονα πάνω από το 10% επιδιώκουν να προσελκύσουν επενδύσεις στην παραπαίουσα γαλλική οικονομία.
Δεν ήταν τυχαίο ότι ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, μαζί με τον Μακρόν, επέλεξαν να επιβεβαιώσουν κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής τους στο Λονδίνο τον Οκτώβριο ότι ο φόρος για τα πολύ υψηλά εισοδήματα θα καταργηθεί: ο Βρετανός ομόλογός του, ο Ντέιβιντ Κάμερον, εξάλλου, υποσχόταν να «στρώσει το κόκκινο χαλί» για να υποδεχθεί τους Γάλλους που θα αυτοεξορίζονταν, θα επέλεγαν δηλαδή να αλλάξουν έδρα για να αποφύγουν την υψηλή φορολογία.
Ο Ντελσόλ επισήμανε ακόμη ότι τα αντιφατικά μηνύματα τα οποία στέλνει η γαλλική κυβέρνηση έχει κάνει τους πελάτες του πιο νευρικούς, λιγότερο πρόθυμους να επενδύσουν χρόνο και χρήμα στη Γαλλία, ενώ επιδεινώνουν το κλίμα δυσπιστίας για το περίπλοκο σύστημα φορολόγησης, που οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών απέτυχαν να μεταρρυθμίσουν επί το απλούστερο. «Ο κόσμος έχει απολέσει την εμπιστοσύνη του», εξήγησε. «Αυτό δεν είναι κάτι που το ανακτάς μέσα σε μια νύχτα».
Use Facebook to Comment on this Post