Στέφανος Κασιμάτης και George Finlay[i]

γράφει ο κ. Πέτρος Στ. Μακρής-Στάϊκος

Στο άρθρο του στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 25.4.2015, με τίτλο Όλα έχουν χαθεί από τη μάχη του Πέτα, ο Στέφανος Κασιμάτης υποπίπτει σε βαρύ ολίσθημα:

Αν και εδώ και πολλά χρόνια, είναι κοινώς γνωστό πως ο Βρετανός “ιστορικός” George Finlay, στο έργο του History of the Greek Revolution, εμφανίζεται εμπαθής έως και κακοήθης, ο αρθρογράφος τον θεωρεί αυθεντία, υιοθετώντας όλες τις απόψεις και κρίσεις του σχετικά με προσωπικότητες και πράγματα της Επανάστασης του 1821. Έτσι, στις στήλες 5 και 6 του άρθρου του, όχι μόνον επαναλαμβάνει έναν από τους πλέον συκοφαντικούς ισχυρισμούς του Finlay, αλλά και πλειοδοτεί, προσθέτοντας τις δικές του παρατηρήσεις. Συγκεκριμένα, γράφει:

Οι παραλληλισμοί με το σήμερα είναι αναπόφευκτοι, καθώς διαβάζεις τα αδιανόητα καμώματα των “πατέρων του έθνους” και μάλιστα εν καιρώ πολέμου. Σας το λέω ειλικρινά ότι όλοι οι απίθανοι χαρακτήρες που έχουμε ζήσει στον δημόσιο βίο τα τελευταία χρόνια και εξακολουθούμε να ζούμε τώρα, με την απερίγραπτη συμπεριφορά τους, τη χυδαία απληστία τους και την ψωνάρα τους (sic) όλοι υπάρχουν στον κόσμο του Φίνλεϊ. Ο χώρος επιτρέπει μόνο ένα παράδειγμα και νομίζω πως διάλεξα το καλύτερο…
Βρισκόμαστε, φαντασθείτε, στο Μεσολόγγι λίγο πριν ξεκινήσει η μεγάλη πολιορκία και στο ελληνικό στρατόπεδο “εις φιλόπατρις επιμελητής” προσπαθεί να βάλει τάξη και να ελέγξει τη διαφθορά που εξανεμίζει το δάνειο. Ζητεί λοιπόν να μετρήσει τους άνδρες του Μακρή, καθώς γνωρίζει ότι ο Μακρής δηλώνει τους δεκαπλάσιους από όσους έχει και εισπράττει αναλόγως από την κυβέρνηση. «Οι στρατιώται του Μακρή, κατά παρακίνησιν του αρχηγού των», γράφει ο Φίνλεϊ, «εδήλωσαν ότι το να μετρή τις τους οπλίτας είναι αυθαίρετος και δεσποτική πράξις, κι’εκήρυξαν ότι ο μεταρρυθμιστής εκείνος επίτροπος ήτο εχθρός της συνταγματικής ελευθερίας». Τον έσπασαν στο ξύλο μάλιστα και έμεινε στο κρεβάτι κάτι εβδομάδες ο άνθρωπος…

Είμαι τρισέγγονος τού Στρατηγού Δημητρίου Μακρή, συνεπώς δε θεωρώ επιβεβλημένη την απάντηση στο δημοσίευμα. Και πρώτα απ’όλα, ποιός ήταν αυτός ο Μακρής που αποτελεί το, κατά Κασιμάτην, καλύτερο παράδειγμα των όσων υποστηρίζει;

Όσο το δυνατόν πιό συνοπτικά: Γεννιέται το 1772 στο χωριό Γαβαλού του Ζυγού (σήμερα Αράκυνθου), ως γιός του κτηματία Ευάγγελου Πραγγέλη. Λόγω του ύψους του αναστήματός τους, ένας από τους δύο προσλαμβάνει το προσωνύμιο Μακρύς, αργότερα Μακρής. Στα 15 του χρόνια σκοτώνει έναν Τούρκο Αγά που προσπαθεί να ληστέψει το οικογενειακό κτήμα, βρίζοντας τη θρησκεία του. Έτσι, καταφεύγει στην παρανομία και στον Κλέφτικο βίο. Εντάσσεται στο Σώμα (Νταϊφά) του οπλαρχηγού του Ζυγού, Γιώργου Σφαλτού και σύντομα εξελίσσεται σε πρωτοπαλίκαρό του. Το 1790, με εντολή του Αλή Πασά, ο Σφαλτός δολοφονείται. Διάδοχός του εκλέγεται ο Μακρής. Λόγω όμως, της ανυποταξίας του στον Αλή, εκείνος προσπαθεί αρχικά να τον εξαγοράσει, προσφέροντάς του το αρματωλίκι του Ζυγού. Η προσφορά θα παραμείνει αναπάντητη, ύστερα όμως από τις συγκρούσεις των πρωτοκαπετάνιων Δίπλα, Κατσαντώνη και Μακρή με τους Τούρκους, ο Αλή Πασάς δίνει εντολή σε δύο Τουρκαλβανούς να του φέρουν “τα κεφάλια τους”. Μετά τη δολοφονία του Δίπλα (1807) και τον οικτρό θάνατο των δύο αδελφών Κατσαντώνη, από τα βασανιστήρια στα Γιάννενα (1809), έρχεται η ώρα του Μακρή: Όμως, η ενέδρα που τού στήνεται νύχτα αποτυγχάνει και ο Καπετάνιος τραυματίζεται μόνο στο χέρι.

Το 1819 ο Μακρής μυείται στη Φιλική Εταιρεία, με καθήκον να προετοιμάσει την Επανάσταση στη Δυτική Ρούμελη. Το καλοκαίρι του 1820, ακολουθώντας οδηγία της Ανωτάτης Αρχής και με τη συναίνεση του Επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ, αναλαμβάνει το αρματωλίκι του Άνω και Κάτω Ζυγού, τούτο δε μέχρι τις 5 Μαρτίου του 1821, οπότε στη Σκάλα του Μαυροματιού, εξοντώνει τούρκικο καραβάνι που μεταφέρει τον κεφαλικό φόρο (“χαράτσι”). Από τμήμα της λείας δημιουργείται στο Μεσολόγγι το πρώτο Ταμείο της Επανάστασης.

Σταδιακά, η δύναμή του αυξάνεται στους 700 άνδρες και στις 20 Μαΐου εισέρχεται στο Μεσολόγγι, όπου υψώνει τη σημαία της Επανάστασης. Είναι τότε που θα χαρακτηριστεί ως Ζυγού πετρίτης, δηλαδή λιοντάρι του Ζυγού. Στη συνέχεια, με τη σύμπραξη του μικρότερου Σώματος του Ραζηκότσικα, κατευθύνεται στο Αντελικό (Αιτωλικό) που απελευθερώνεται αμέσως. Στις 28 Μαΐου ακολουθεί το Βραχώρι (Αγρίνιο), στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο των Τούρκων, που θα απελευθερωθεί στις 9 Ιουνίου. Στην πολύνεκρη πολιορκία μετέχουν ο Μακρής και άλλοι οπλαρχηγοί.

Το καλοκαίρι του 1821, ανάμεσα στα οχυρωματικά έργα που κατασκευάζονται στο Μεσολόγγι, ο Μακρής, με δική του δαπάνη, χτίζει τον προμαχώνα του, γνωστό μέχρι σήμερα ως ντάπια του Μακρή. Μετά τη δεινή ήττα των Μάρκου Μπότσαρη, Μαυροκορδάτου και πλειάδας Φιλελλήνων στη Μάχη του Πέτα (4 Ιουλίου 1822), αρκετοί οπλαρχηγοί “προσκυνούν” τους Τούρκους, ενώ εκείνοι προελαύνουν στη Δυτική Στερεά. Η Α’ Πολιορκία του Μεσολογγίου αρχίζει στις 25 Οκτωβρίου, με ικανές τουρκικές δυνάμεις υπό τους Ομέρ Βρυώνη και Κιουταχή. Οι επιθέσεις τους αποκρούονται και τότε αποφασίζουν να πραγματοποιήσουν γενική έφοδο (γιουρούσι) στις 24 προς 25 Δεκεμβρίου, τα χαράματα. Όμως, το σχέδιό τους προδίδεται στον γραμματικό του Μακρή και η άμυνα της πόλης προετοιμάζεται κατάλληλα. Η κύρια επίθεση εκδηλώνεται στη ντάπια του Μακρή και θα καταλήξει σε πανωλεθρία. Οι Τούρκοι λύνουν την πολιορκία, αφήνοντας πίσω τους 500 νεκρούς.

Το 1823 ο Μακρής ονομάζεται στρατηγός. Ακολουθεί ο εμφύλιος σπαραγμός μεταξύ των Ελλήνων, από τον οποίο απέχει τελείως. Όσον αφορά την κορυφαία του προσφορά κατά τις Β’ και Γ’ Πολιορκίες του Μεσολογγίου, αλλά και κατά την Έξοδο των Ελεύθερων Πολιορκημένων, έχουν γραφεί πολλά και η παράθεσή τους εδώ είναι αδύνατη. Η λαϊκή Μούσα θα τιμήσει όσο λίγους τον Καπετάνιο του Ζυγού.

Μετά την Απελευθέρωση, ο Μακρής εγκαθίσταται στο Μεσολόγγι και ασχολείται μόνο με τη

γεωργία. Δεν ζητάει τιμές και αξιώματα. Και όταν, μέσα από τον ισχνό κατάλογο των “απροσκύνητων” οπλαρχηγών (Μακρής, Πανουργιάς, Ραζηκότσικας, Νικηταράς, Γριβαίοι), ο Όθων τον επιλέγει ως υπασπιστή του, η απάντησή του θα μείνει παροιμιώδης: Ευχαριστώ, αλλά δεν έχω μάθει να τσακάω τη μέση μου! Ιδού πώς περιγράφει τον Μακρή ο Ιωάννης Φιλήμων (βλ. Ιωάννου Φιλήμωνος, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Τύποις Π. Σούστα και Α. Κτενά, Αθήναι 1859, τόμος Γ’, σελ. 331): Μόνον φίλον αυτού είχε το όπλον και την ελευθερίαν και μόνον πατρώον οίκον τα όρη. Αρχαϊκώτατος, απλοηθέστατος και απονήρευτος, καθαρόν αείποτε τον ελληνισμόν αυτού διέσωζε, σκεπτικός δε και ολιγόλογος, έφερε πάντοτε αμετάβλητον την αθώαν καρδίαν και ακατάβλητον την σπανίαν ανδρείαν δι’ών παρά της φύσεως ήτο πεπροικισμένος.

Σε αντίθεση με τα όσα αναφέρονται στο άρθρο, ο Finlay έζησε στην Ελλάδα (στον Πύργο της Ηλείας) μόνο για ένα χρόνο (1823-1824). ΄Υστερα φεύγει για να επιστρέψει το 1827. Συνεπώς, τα περισσότερα από όσα αφηγείται στην “Ιστορία” του, αποτελούν πληροφορίες “εκ δευτέρας χειρός”. Ο Νικόλαος Κασομούλης, αντίθετα, εγκαθίσταται στο Μεσολόγγι το 1825. Στο έργο του Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων, 1821-1833 (τομ. Α’, Β’ και Γ’, Αθήναι 1939-1941, αντίστοιχα), αναφερόμενος στο φθινόπωρο του 1825 και στις καταχρήσεις στην είσπραξη των “μερίδων” για τους άνδρες των οπλαρχηγών του Μεσολογγίου (τόμ. Β’, σελ. 135) παραθέτει διάφορα ονόματα, όμως για τον Μακρή γράφει: …ο Μακρής παρομοίως (είχεν) 450 και έπαιρνεν τα ίσα…

Το 1827 ο Μακρής έχει παντρευτεί την Ευπραξία, ορφανή θυγατέρα του προύχοντα Στάμου Ραζή και έχει αποκτήσει μαζί της τέσσερα παιδιά, τον Νικόλα, τον Στάμο, τον Γιώργη και την Βασιλική. Το φθινόπωρο του 1841 πεθαίνει στο Μεσολόγγι, φτωχός. Κλείνω, λοιπόν, με δύο αποσπάσματα από άρθρο της εφημερίδας Αιών (φύλλο της 5.10.1841) που αναφέρεται στον Μακρή και στα παιδιά του:

…και αποθανών άφησε οικογένειαν πολυάριθμον και ανήλικον άνευ ουδενός πόρου. Ας μην υποφέρωμεν λοιπόν ποτέ να είδωμεν τα τέκνα εκείνου του ανδρός, όστις δεν εφείσθη ουδέ χρημάτων, ουδέ ζωής, ουδ’άλλου τινός δια τα ιδικά μας, να πεινώσει και μη παιδευόμενα… […] Όθεν, ας παρακαλέσωμεν όλοι ομού την κυβέρνησιν να ρίψη έν βλέμμα εκτενές και ίλεον εις αυτήν την πολυμελή οικογένειαν και ανήλικον, και να μην την εγκαταλείψη εις την δυστυχίαν…

Αυτός λοιπόν υπήρξε ο Μακρής, το, κατά τον Στέφανο Κασιμάτη, καλύτερο παράδειγμα των απίθανων χαρακτήρων που έχουμε ζήσει στον δημόσιο βίο τα τελευταία χρόνια και εξακολουθούμε να ζούμε τώρα, με την απερίγραπτη συμπεριφορά τους, τη χυδαία απληστία τους και την ψωνάρα τους… Και είναι απορίας (αν όχι ντροπής) άξιο το πώς ένας έγκριτος αρθρογράφος, με πλήρη άγνοια για πρόσωπα και γεγονότα της Επανάστασης του 1821, εμφανίζεται γοητευμένος με τον «μνημειώδους χρηματοθηρίας» Finlay. Και τόσο εύκολα, χωρίς οποιαδήποτε προσφυγή στη σχετική πλουσιώτατη ελληνική βιβλιογραφία, προσβάλλει βαρύτατα το οικογενειακό όνομα, τόσο το δικό μου όσο και των άλλων απογόνων του Δημητρίου Μακρή.

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *